Antonio Figueira d’Almeida. Πορτραίτο αγνώστου. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα.

 

Ο Antonio Figueira d’ Almeida (1784-1847), ήταν Πορτογάλος στρατιωτικός και Φιλέλληνας, από τους οργανωτές του Ελληνικού Ιππικού[1], του οποίου ήταν και αρχηγός.

Γεννήθηκε στην Πορτογαλική πόλη Elvas. Από το 1807 έως το 1813, υπηρέτησε ως αξιωματικός του Πορτογαλικού Ιππικού και ύστερα ως αξιωματικός της Λουζιτανικής Λεγεώνας και του Βασιλικού Εθελοντικού Τάγματος της Άγγλο – Πορτογαλικής Στρατιάς υπό το Βρετανό στρατηγό Arthur Wellesley, 1ο Δούκα του Wellington[2]. Την περίοδο αυτή, πολέμησε εναντίον των Γάλλων, οι οποίοι είχαν εισβάλλει στην Ισπανία και την Πορτογαλία, στο πλαίσιο των Ναπολεοντείων Πολέμων. Μάλιστα, διακρίθηκε ιδιαίτερα στις μάχες του Bussaco[3] και της Τουλούζης[4], οι οποίες έλαβαν χώρα τον Σεπτέμβριο του 1810 και τον Απρίλιο του 1814.

Κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1810 με αρχές της δεκαετίας του 1820, ο Almeida άρχισε να αναπτύσσει τα Φιλελληνικά του ενδιαφέροντα[5]. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Πορτογαλία δεν υπήρξε σημαντικός οργανωμένος Φιλελληνισμός. Σε αντίθεση με την Μεγάλη Βρετανία, τα Γερμανικά κρατίδια, την Γαλλία και τα Ιταλικά κράτη. Το έντονο ενδιαφέρον του Almeida για την Ελληνική Επανάσταση, τον οδήγησε τελικά τον Σεπτέμβριο του 1825 να μεταβεί στην Ελλάδα και να καταταγεί στον Τακτικό Στρατό. Την εποχή αυτή, την διοίκηση του Τακτικού Στρατού είχε αναλάβει ένας άλλος σημαίνων Φιλέλληνας, ο Γάλλος στρατιωτικό Charles Fabvier (1783-1855)[6].

Στην Ελλάδα ο Almeida έφερε το βαθμό του Συνταγματάρχη. Στις 18 Ιουλίου 1826 έλαβε μέρος στην νικηφόρα για τους Έλληνες, μάχη του Γαρέα Μαντινείας. Εκεί διακρίθηκε ως διοικητής του Ιππικού του Τακτικού Στρατού. Μάλιστα, λόγω της δράσης του, απέσπασε τα εύσημα του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, ο οποίος πρότεινε την χρήση του Ιππικού και σε άλλες υπηρεσίες[7]. Όμως, εξαιτίας της δύσκολης κατάστασης που επικρατούσε στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο, τελικά το Ιππικό παρέμεινε οργανικό μέρος του Τακτικού Στρατού[8].

Τον Ιανουάριο του 1827, ο  Almeida έλαβε επίσης μέρος στην μάχη του Διστόμου[9], στην οποία και πάλι νίκησαν οι Ελληνικές δυνάμεις. Μετά την μάχη αυτή, μετατέθηκε στο Ναύπλιο και στη συνέχεια έλαβε μέρος στην εκστρατεία της Χίου, πάντα υπό τις διαταγές του Fabvier, τον Ιανουάριο του 1828[10].

Μετά την αποτυχία της εκστρατείας στη Χίο, και τον έλευση του Ιωάννη Καποδίστρια στην Ελλάδα, ο Almeida διορίσθηκε επιθεωρητής του Ιππικού, επιφορτισμένος με το καθήκον της αναδιοργάνωσής του. Στη συνέχεια, στις 22 Ιανουαρίου 1830, τοποθετήθηκε φρούραρχος Ναυπλίου[11].  Από τη θέση αυτή, συνέβαλε το Σεπτέμβριο του 1831, στη σύλληψη του Γεωργίου Μαυρομιχάλη (ενός εκ των δολοφόνων του Καποδίστρια), ο οποίος είχε καταφύγει στην οικία του Γάλλου πρέσβη Rouen, και στη διατήρηση της τάξης στο Ναύπλιο[12].

Το 1832, λόγω της δράσης του κατά τον απελευθερωτικό Αγώνα, χρίσθηκε Επίτιμος Πολίτης του Ναυπλίου και πολιτογραφήθηκε Έλληνας από την Ε’ Εθνοσυνέλευση[13]. Όταν ήρθε στην Ελλάδα ο βασιλέας Όθων, τον Ιανουάριο του 1833, ο Almeida τοποθετήθηκε φρούραρχος στην Αίγινα[14].

Το 1836, ο Almeida υπηρέτησε με τον βαθμό του Συνταγματάρχη ως στρατιωτικός διοικητής Μεσολογγίου. Η σημαντική δράση του κατά την Ελληνική Επανάσταση έτυχε αναγνώρισης. Ομοίως και η εργασία του στο Μεσολόγγι. Μάλιστα στο πλαίσιο αυτό βοήθησε στην καταστολή της τοπικής εξέγερσης, η οποία έλαβε χώρα στις αρχές του 1836. Για τους λόγους αυτούς, προήχθη σε υποστράτηγο, και το 1839 τοποθετήθηκε ως στρατιωτικός διοικητής Ναυπλίου[15].

Στο Ναύπλιο νυμφεύθηκε την αδελφή του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, Ζωή Μαυροκορδάτου, με την οποία, απέκτησε 2 παιδιά[16]. Τον Εμμανουήλ Almeida και τον Δημήτριο Almeida. Γιος του τελευταίου, ήταν ο Αντώνιος Almeida ο νεότερος, εκ των ιδρυτών του Ομίλου Αντισφαιρίσεως Αθηνών το 1895. Ο Αντώνιος Almeida έπεσε ηρωικά στην μάχη του Κιλκίς – Λαχανά στις 20 Ιουνίου 1913[17], συνεχίζοντας την ένδοξη ιστορία της οικογένειάς του και την προσφορά της στην Ελλάδα.

Ο Antonio Figueira d’Almeida, απεβίωσε το 1847 στη Μπατάλια της Βενετίας[18].

Ο Almeida ήταν ένας σημαντικός Φιλέλληνας, με ωφέλιμη και πολυεπίπεδη προσφορά προς την Ελλάδα και τις κοινές αξίες στις οποίες στηρίζεται η Ευρώπη. Ο Almeida πολιτογραφήθηκε Έλληνας και η οικογένειά του συμμετείχε σε όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες της Ελλάδας. Η ΕΕΦ και η Ελλάδα τιμούν τον μεγάλο αυτό Φιλέλληνα και η μνήμη του συνδέει την Ελλάδα με το φίλο λαό της Πορτογαλίας.

 

Παραπομπές

[1] Βυζάντιος, Χρήστος Σ., “Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εκστρατειών και μαχών και των μετά ταύτα συμβάντων, ων συμμέτεσχεν ο Τακτικός Στρατός από του 1821 μέχρι του 1833”, εκδ. Κ. Αντωνιάδη, Αθήνα, 1874.
[2] Chartrand, Rene, Younghusband, Bill, “The Portuguese Army of the Napoleonic Wars”, εκδ. Osprey, Λονδίνο, 2000.
[3] Muir, Rory, “Tactics and the Experience of Battle in the Age of Napoleon”, εκδ. Yale University Press, New Haven, 2008.
[4] Fortescue, John William, “History of the British Army: 1814–1815”, εκδ. MacΜillan, Λονδίνο, 1920.
[5] “Ιστορικόν Αρχείον Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου”, επιμ. Εμμ. Πρωτοψάλτης, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμος 3.
[6] Βυζάντιος, Χρήστος Σ., “Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εκστρατειών και μαχών και των μετά ταύτα συμβάντων, ων συμμέτεσχεν ο Τακτικός Στρατός από του 1821 μέχρι του 1833”, εκδ. Κ. Αντωνιάδη, Αθήνα, 1874.
[7] Βλ. στο ίδιο.
[8] Γενικό Επιτελείο Στρατού, “Ιστορία Ιππικού – Τεθωρακισμένων”, εκδ. Τυπογραφείο Ελληνικού Στρατού, Αθήνα, 1995.
[9] “Αρχείον στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη (1826-1827)”, εκδ. Δημιουργία, Αθήνα, 1996.
[10] Σπηλιάδης, Νικόλαος, “Απομνημονεύματα δια να χρησιμεύσωσι εις την νέαν ελληνικήν ιστορίαν 1821-1843”,  εκδ . Χ. Νικολαΐδου – Φιλαδελφέως, Αθήνα, 1857, γ’ τόμος.
[11] “Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Larousse –Britannica”, εκδ. Δομή, Αθήνα, 1999, 5ος τόμος.
[12]  Λούκος, Χρήστος, ‘’Ιωάννης Καποδίστριας’’, εκδ. εφ. ‘’Τα Νέα’’, Αθήνα, 2009, σελ. 109.
[13] “Τα αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας”, εκδ. Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 1974, 5ος τόμος.
[14] “Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Larousse – Britannica”, εκδ. Δομή, Αθήνα, 1999, 5ος τόμος.
[15]  Βλ. στο ίδιο.
[16]  Βλ. στο ίδιο.
[17]  Σκιαδάς, Ελευθέριος, “100 χρόνια Όμιλος Αντισφαίρισης Αθηνών 1895-1995”, εκδ. Μικρός Ρωμηός, Αθήνα, 1995.
[18] “Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Larousse –Britannica”, εκδ. Δομή, Αθήνα, 1999, 5ος τόμος.

 

Βιβλιογραφία – Πηγές

  • Βυζάντιος, Χρήστος Σ., ‘’Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εκστρατειών και μαχών και των μετά ταύτα συμβάντων, ων συμμέτεσχεν ο Τακτικός Στρατός από του 1821 μέχρι του 1833’’, εκδ. Κ. Αντωνιάδη, Αθήνα, 1874.
  • Chartrand, Rene, Younghusband, Bill, ‘’The Portuguese Army of the Napoleonic Wars’’, εκδ. Osprey, Λονδίνο, 2000.
  • Muir, Rory, ‘’Tactics and the Experience of Battle in the Age of Napoleon’’, εκδ. Yale University Press, New Haven, 2008.
  • Fortescue, John William, ‘’History of the British Army: 1814–1815’’, εκδ. MacΜillan, Λονδίνο, 1920.
  • ‘’Ιστορικόν Αρχείον Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου’’, επιμ. Εμμ. Πρωτοψάλτης, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμος 3.
  • Σπηλιάδης, Νικόλαος, ‘’Απομνημονεύματα δια να χρησιμεύσωσι εις την νέαν ελληνικήν ιστορίαν 1821-1843’’, εκδ . Χ. Νικολαϊδου – Φιλαδελφέως, Αθήνα, 1857, γ’ τόμος.
  • ‘’Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Larousse – Britannica’’, εκδ. Δομή, Αθήνα, 1999, 5ος τόμος.
  • ‘’Τα αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας’’, εκδ. Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 1974, 5ος τόμος.
  • Σκιαδάς, Ελευθέριος, ‘’100 χρόνια Όμιλος Αντισφαίρισης Αθηνών 1895-1995’’, εκδ. Μικρός Ρωμηός, Αθήνα, 1995.
  • Τρικούπης, Σπυρίδων, ‘’Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως’’, εκδ. Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2007, δ’ τόμος.
  • Γενικό Επιτελείο Στρατού, ‘’Ιστορία Ιππικού- Τεθωρακισμένων’’, εκδ. Τυπογραφείο Ελληνικού Στρατού, Αθήνα, 1995.
  • “Αρχείον στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη (1826-1827)”, εκδ. Δημιουργία, Αθήνα, 1996.
  • Λούκος, Χρήστος, ‘’Ιωάννης Καποδίστριας’’, εκδ. εφ. ‘’Τα Νέα’’, Αθήνα, 2009

 

Ο Ελβετός Φιλέλληνας Amadeus Emmanuel Hahn (συλλογή ΕΕΦ)

 

Ο Amadeus Emmanuel Hahn (1801-1867), ήταν Ελβετός στρατιωτικός και Φιλέλληνας, από τους πλέον διακεκριμένους , τόσο κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, όσο και κατά τα πρώτα έτη της ύπαρξης του νέου Ελληνικού κράτους.

Υπηρέτησε ως αξιωματικός του Ελβετικού Στρατού, την περίοδο 1818-1823[1]. Την ίδια εποχή, εντάχθηκε εκ των πρώτων, στο Φιλελληνικό κομιτάτο της Βέρνης[2]. Λίγο αργότερα, το Κομιτάτο αυτό του ανέθεσε το 1825 να μεταβεί στην Ελλάδα[3]. Όταν έφθασε, κατετάγη στον Λόχο των Φιλελλήνων και ανέλαβε σύντομα δράση. Μεταξύ άλλων ανέλαβε να εμψυχώνει και να στηρίζει πολλούς νέους Φιλέλληνες, και διακρίθηκε για τη διάσωση των ζωών πολλών συντρόφων του, οι οποίοι είχαν αποπειραθεί να αυτοκτονήσουν. Ένας από τους λόγους ήταν η επιδημία ελονοσίας που είχε ενσκήψει στην Κόρινθο και η οποία, λόγω της έλλειψης ιατρικών μέσων, ήταν αδύνατο να αντιμετωπισθεί[4].

Ο Amadeus Emmanuel Hahn, έλαβε μέρος στην 2η μάχη της Τριπολιτσάς  και στη μάχη του Ωρωπού το 1825[5]. Λίγο αργότερα, έλαβε μέρος στην πολιορκία της Ακροπόλεως το 1826. Ήταν στο σώμα των 500 Ελλήνων και Φιλελλήνων που έσπασαν τις γραμμές των Τούρκων πολιορκητών, και εισήλθαν υπό τον Γάλλο Φιλέλληνα Στρατηγό Charles Fabvier στην Ακρόπολη, μεταφέροντας τρόφιμα και πυρομαχικά στους πολιορκημένους Έλληνες.

Έμεινε στην Ακρόπολη για έξι μήνες, περίοδο κατά την οποία βίωσε την πλήρη εξαθλίωση των πολιορκημένων Ελλήνων, εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων και πολεμοφοδίων[6]. Στη συνέχεια, πολέμησε στη μάχη του Αναλάτου την 24η Απριλίου 1827 (από όπου μετά την ελληνική ήττα κατέφυγε άρρωστος στον Πόρο, για να αναρρώσει[7]), και αργότερα στις μάχες στον Ωρωπό και στην Θήβα, ενώ εν τέλει έλαβε μέρος στην εκστρατεία της Χίου υπό τις διαταγές του Φιλέλληνα Στρατηγού Charles Fabvier, το 1828[8].

Την ίδια περίοδο συγγράφει το βιβλίο “Brief des Philhellenen Em. Hahn aus Griechenland”, δια του οποίου πληροφορεί την κοινή γνώμη της χώρας του για την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα[9].

Με την ίδρυση του νέου Ελληνικού κράτους το 1830, ο Hahn συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Ελλάδα. Μάλιστα, την ίδια περίοδο επανασυνδέθηκε με τον παλαιό του φίλο και μετέπειτα κτηματία της Εύβοιας, Edward Noel, ανιψιό του Λόρδου Βύρωνος[10].

Το 1833 υπηρέτησε ως φρούραρχος στην Πάτρα[11].

Το 1837 προήχθη σε λοχαγό του Πεζικού[12]  και τοποθετήθηκε διοικητής στο 4ο Τάγμα Ακροβολιστών του Ελληνικού Στρατού[13].

Το 1843 υπηρέτησε ως φρούραρχος της Πύλου (τότε Ναυαρίνο), ενώ το 1844 προήχθη σε συνταγματάρχη, τιμής ένεκεν χάρη στις  υπηρεσίες που είχε προσφέρει στον Αγώνα[14].

Το 1845, για λόγους υγείας, έλαβε αναρρωτική άδεια και επισκέφθηκε για λίγο την πατρίδα του, την Ελβετία[15].

Στις 27 Οκτωβρίου 1845, νυμφεύθηκε στην Αθήνα την Πρωσίδα βαρόνη Maria Des Granges (1826-1849), η οποία απεβίωσε τον Ιούλιο του 1849, εξαιτίας επιπλοκών στην εγκυμοσύνη[16]. Ο τάφος της, βρίσκεται στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.

Το 1854, προήδρευσε της επιτροπής του Υπουργείου Στρατιωτικών, η οποία είχε την ευθύνη της σύνταξης του κανονισμού του στρατού, ενώ το 1855, διετέλεσε υπασπιστής του βασιλέως της Ελλάδος Όθωνος[17].

Το 1857 προήχθη σε υποστράτηγο, ενώ το 1860 τοποθετήθηκε επιθεωρητής του Πεζικού[18].

Λόγω προβλημάτων υγείας, ο Amadeus Emmanuel Hahn, παραιτήθηκε από τον Ελληνικό Στρατό το 1865, φέρων το βαθμό του αντιστρατήγου. Επέστρεψε στη Βέρνη, όπου απεβίωσε στις 22 Ιουνίου 1867[19].

Η ΕΕΦ, τιμά τη μνήμη του Amadeus Emmanuel Hahn, σημαίνοντος Φιλέλληνα, ο οποίος αγωνίσθηκε για την Ανεξαρτησία της Ελλάδος και την οργάνωση του νέου Ελληνικού κράτους, το  οποίο υπηρέτησε  με σημαντικές  θέσεις ευθύνης.

 

Παραπομπές

[1] ‘’Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια’’, εκδ. Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαίδειας, Αθήνα, 1930, 6ος τόμος, σελ.565.
[2] Hahn, Amadeus Emmanuel, ‘’Memoiren über seine Beteiligung am griechischen Freiheitskampf’’, εκδ. Berner Taschenbuch, Βέρνη, 1870.
[3] ‘’Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια’’, εκδ. Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαίδειας, Αθήνα, 1930, 6ος τόμος, σελ.565.
[4] St Clair, William, “That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ. 161.
[5] ”Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια”, εκδ. Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαίδειας, Αθήνα, 1930, 6ος τόμος, σελ.565.
[6] Reber, Karl, “Emanuel Amenaeus Hahn- ein verkannter Schweizer Philhellene“, εκδ. περ. Hellas Freunde, Βέρνη, Ιανουάριος 2009, σελ.12.
[7] Hahn, Amadeus Emmanuel, ”Memoiren über seine Beteiligung am griechischen Freiheitskampf“, εκδ. Berner Taschenbuch, Βέρνη, 1870.
[8] Βλ. στο ίδιο.
[9] St Clair, William, “That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ. 362.
[10] Reber, Karl, ‘’Emanuel Amenaeus Hahn- ein verkannter Schweizer Philhellene’’, εκδ. περ. Hellas Freunde, Βέρνη, Ιανουάριος 2009, σελ.12
[11] Reber, Karl, ‘’Emanuel Amenaeus Hahn- ein verkannter Schweizer Philhellene’’, εκδ. περ. Hellas Freunde, Βέρνη, Ιανουάριος 2009, σελ.13
[12] ‘’ Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος’’, Αθήνα, 30 Μαΐου 1837, Φ.Ε.Κ. υπ’ αριθμ. 20, σελ.88.
[13] Reber, Karl, ‘’Emanuel Amenaeus Hahn- ein verkannter Schweizer Philhellene’’, εκδ. περ. Hellas Freunde, Βέρνη, Ιανουάριος 2009, σελ.13
[14] Βλ. στο ίδιο
[15] Βλ. στο ίδιο.
[16] Βλ. στο ίδιο.
[17] Βλ. στο ίδιο.
[18]”Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια”, εκδ. Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαίδειας, Αθήνα, 1930, 6ος τόμος, σελ.565.
[19] Βλ. στο ίδιο.

 

Βιβλιογραφία – Πηγές

  • ”Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια”, εκδ. Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαίδειας, Αθήνα, 1930, 6ος τόμος.
  • Hahn, Amadeus Emmanuel, “Memoiren über seine Beteiligung am griechischen Freiheitskampf“, εκδ. Berner Taschenbuch, Βέρνη, 1870.
  • St Clair, William, “That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008.
  • “Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος”, Αθήνα, 30 Μαΐου 1837, Φ.Ε.Κ. υπ’ αριθμ. 20.
  • Reber, Karl, “Emanuel Amenaeus Hahn- ein verkannter Schweizer Philhellene“, εκδ. περ. Ηellas Freunde, Βέρνη, Ιανουάριος 2009.

 

Στρατιωτικοί από την Κορσική της περιόδου 1800 – 1817

 

Ο Gambini Pasquale είναι ήταν ένας γενναίος Φιλέλληνας μαχητής που πέθανε ηρωικά στις μάχες στην περιοχή των Αθηνών. Κατάγονταν από την πόλη Corte της Κορσικής από μεγάλη οικογένεια διακεκριμένων στρατιωτικών.

Στη βιβλιογραφία αναφέρεται συχνά στα ελληνικά ως «Γκαμπίνι Πασκουάλε». Η Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια αναφέρει ότι έφθασε στην Ελλάδα μαζί με τον Φιλέλληνα Ιταλό Joseph Abbati και άλλους συμπατριώτες του, στην αρχή του Αγώνα. Η άποψη όμως αυτή δεν φαίνεται να ευσταθεί, καθώς μνημονεύεται στις πηγές πολύ αργότερα.

Αρχικά, ο William St Clair στο έργο του “That Greece might still be free”, κατατάσσει τον Gambini ανάμεσα σε μια δωδεκάδα περίπου Ιταλών επαναστατών που καταδικάσθηκαν σε θάνατο στην πατρίδα τους, ερήμην, εξαιτίας της συμμετοχής τους στα επαναστατικά κινήματα του 1821 και λόγω των πολιτικών τους πεποιθήσεων. Οι υπόλοιποι ήταν οι Collegno, Rosarol, Santa Rosa, Palma, Romei, Barandier, και άλλοι.

Επιπλέον, ο Vergé-Franceschi Michel, σκιαγραφώντας τη ζωή του Gambini πριν αυτός εμφανισθεί στην Ελλάδα, τον αποκαλεί Gambini «ο Ερυθρός». Δηλαδή ο επαναστάτης. Ο συγγραφέας αναφέρει ότι ο Gambini είχε προσκολληθεί στον Κορσικανό κλέφτη-επαναστάτη, Gallocchio, και ότι στη συνέχεια κατέφυγε στην Ελλάδα όπου έλαβε μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων, πολεμώντας εναντίων των Τούρκων.

Περισσότερες πληροφορίες για τον Gambini και τον Gallocchio παρέχει ο Silvani Paul. Από την ξένη βιβλιογραφία, αλλά κυρίως από την Ιστορία του νησιού της Κορσικής, προκύπτει ότι ο «Pascal Gambini» (όπως αναφέρεται), ήρθε στην Ελλάδα μαζί με έναν άλλο συμπατριώτη του Φιλέλληνα, τον Gallocchio. Ο τελευταίος φαίνεται μάλιστα ότι υπηρέτησε σαν «καπετάνιος στον Μοριά». Αναφέρεται ότι κάποια στιγμή επέστρεψε για προσωπικούς και οικογενειακούς λόγους στην Κορσική, όπου και δολοφονήθηκε.

Χωρικοί από την Κορσική των αρχών του 19ου αιώνα

O Elie Papadacci αναφέρεται «στους κλέφτες-επαναστάτες Gallocchio και Pascal Gambini που κατατάχθηκαν στα ελληνικά στρατεύματα». Τοποθετεί τη δράση τους στην Ελλάδα μόλις το έτος 1826, γεγονός που δεν έχει επίσης εξακριβωθεί. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η παρουσία τους τεκμηριώνεται μετά το 1824, καθόσον το 1823 ο Pascal Gambini εμφανίζεται ως συντάκτης και υπογράφων επαναστατικής προκήρυξης στην Κορσική. Την προκήρυξη δημοσιεύει η Valérie Sottocasa σε μελέτη της.

Από όλες τις ανωτέρω πηγές, προκύπτει ότι ο Gambini έμεινε στην Ελλάδα για ένα σχετικά σύντομο διάστημα, από το 1824 ή το 1826 το αργότερο, μέχρι το 1827.

Επιπλέον, στα αρχεία του Λόρδου Gordon που διατηρούνται στο Πανεπιστήμιο του Aberdeen, συναντάμε επιστολή του Gambini και άλλων φιλελλήνων η οποία απευθύνεται στον Gordon. Οι φιλέλληνες τον ενημερώνουν ότι ικανοποίησαν την επιθυμία του και κατέφθασαν στο Αμπελάκι, πόλη της Πελοποννήσου, με την ελπίδα να μπορέσουν να καταστούν χρήσιμοι στον Συνταγματάρχη Φαβιέρο, αρχηγό του Τακτικού Στρατού της Ελλάδας. Η επιστολή χρονολογείται στις 12 Μαρτίου 1827. Θα μπορούσε επομένως κάποιος να υποθέσει ότι πιθανόν ο Gambini να ήρθε στην Ελλάδα ύστερα από προτροπή και γνωριμία με τον Λόρδο Gordon. Δεν υπάρχουν πάντως περισσότερα στοιχεία για να υποστηρίξουν αυτήν την εκδοχή.

Σε κάθε περίπτωση, η πιο αξιόπιστη πηγή σχετικά με αυτόν τον Φιλέλληνα, παραμένει, όπως συμβαίνει συχνά, ο βιογράφος των φιλελλήνων, Henri Fornèsy. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του, ο Gambini πέθανε, αφού πρώτα βασανίσθηκε από τους Τούρκους στα Πατήσια των Αθηνών, στις 6 Μαΐου 1827. Ο Herni Fornèsy γράφει στις σημειώσεις του για τον Gambini ακριβώς τα ακόλουθα:

«Ο πιο άξιος, δεδομένης της γενναιότητάς του, να φέρει με τιμή τη σημαία των Φιλελλήνων στο Φάληρο, όπου πιάστηκε αιχμάλωτος. Υπηρετούσε στον Λόχο των Φιλελλήνων, τον οποίο οι Έλληνες πολεμιστές αποκαλούσαν «Λόχο του Πασχάλη». Ο θάνατός του ήταν θάνατος ήρωα, και ιδού οι βασικότερες λεπτομέρειες. Αφού τον έπιασαν αιχμάλωτο οι Τούρκοι, μετά την καταστροφική ήττα στους Τρεις Πύργους ή Ακρωτήριο Κόλλια, και αφού είχε με ατρόμητη γενναιότητα προσπαθήσει να αμυνθεί μόνος απέναντι σε πολυάριθμους εχθρικούς ιππείς, τον οδήγησαν ενώπιον του Ρεσίτ Πασά, στο στρατόπεδό του στα Πατήσια, στην Αθήνα. Λόγω του υψηλού αναστήματός του, οι Τούρκοι τον είχαν περάσει για τον Λόρδο Cochrane, λάθος που θα μπορούσε να του σώσει τη ζωή. Όμως, ο γενναίος Κορσικανός πολεμιστής δεν δέχθηκε καθόλου να συναινέσει σε μία τέτοια απάτη. Ένας μαρτυρικός, αλλά ένδοξος, θάνατος ήταν στην ψυχή του περισσότερο προτιμητέος, από το να διατηρήσει την ύπαρξή του εξαγοράζοντάς την βασισμένος πάνω σε ένα ψέμα.  Ανάμεσα στους πολυάριθμους αιχμαλώτους που έπεσαν εκείνη την ίδια ημέρα στα χέρια των Τούρκων, ήταν κι ο νεαρός αρχηγός, Δημήτριος Καλλέργης. Ο Πασάς έφερε μπροστά του τον Gambini, προκειμένου να εξακριβώσει την ταυτότητά του και το πραγματικό του όνομα. Αφού πλέον δεν υπήρχε η οποιαδήποτε αμφιβολία, μετά και τη διαβεβαίωση του Καλλέργη, αποφασίσθηκε η εκτέλεση του Gambini, του οποίου το κεφάλι θα πήγαινε να βρει εκείνα των τόσων άλλων συμπολεμιστών του. Ο Gambini μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του καθίστατο αντικείμενο θαυμασμού και ηρωισμού, καταρώμενος τους τυράννους Τούρκους και ενθαρρύνοντας τους Έλληνες που έλαχαν την ίδια τύχη με εκείνον, να υπομείνουν τον θάνατό τους με θάρρος, και με τη βεβαιότητα ότι οι «αδελφοί» συμπολεμιστές τους δεν θα αργούσαν να εκδικηθούν τους εχθρούς για τον χαμό τους». 

Παρόμοιες πληροφορίες για τον Gambini και τον ηρωικό θάνατό του αναπαράγει η Michelle Averoff στο άρθρο της για τους Φιλέλληνες, καθώς επίσης και ο Μπάμπης Άννινος στη σχετική του μελέτη στα Ιστορικά Σημειώματα.

Πολλά στοιχεία σχετικά με τον Gambini Pasquale παρέχονται και από τον Thomas Douglas Whitcombe, στο έργο του Campaign of the Falieri and Piraeus in the Year 1827. Ο Whitcombe αποκαλεί τον Gambini με το μικρό του όνομα «Pasqual», και αναφέρει ότι ο συγκεκριμένος πολεμιστής είχε την καλή φήμη ότι ήταν πολύ γενναίος και ότι είχε υπερασπίσει με ανδρεία τη σημαία των Φιλελλήνων. Περιγράφει με γλαφυρότητατη γενναία συμμετοχή του στη μάχη του Φαλήρου και επιπλέον, επιβεβαιώνει τις συνθήκες του θανάτου του. Ο Douglas Whitcombe κάνει ιδιαίτερη μνεία στην προσπάθεια των Τούρκων να αιχμαλωτίσουν τον Gambini ζωντανό, δεδομένου ότι είχαν την εντύπωση ότι επρόκειτο για τον Λόρδο Cochrane, όπως σημειώνει και ο Fornèsy. Αναφέρεται στο θάρρος που έδειξε πριν από την καταδίκη του, στην πάλη του με Τούρκους τους οποίους δεν φοβήθηκε και αντιμετώπισε ατρόμητα ακόμη και την τελευταία στιγμή της ζωής του, καθώς και στην ύστατη επιθυμία του και προσπάθειά του να δώσει κουράγιο στους αιχμάλωτους συμπολεμιστές του. Αυτό που είναι εντυπωσιακό, είναι ότι ο συγγραφέας διευκρινίζει ότι ο Gambini, παρά το ορμή της δράσης του, είχε ευγενικούς τρόπους και ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στους συμπολεμιστές του.

Η ήττα στο Φάληρο, όπου 1.500 Έλληνες και Φιλέλληνες πολεμιστές βρήκαν τον θάνατο, ήταν μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές στην ιστορία του Αγώνα για την Ελληνική Ανεξαρτησία. Η ήττα αυτή ήταν αποτέλεσμα της αδυναμίας του Τακτικού Σώματος και των Φιλελλήνων να συνεργασθούν με τις υπόλοιπες δυνάμεις των Ελλήνων υπό κοινή διοίκηση. Στη μάχη αυτή, από τους 26 φιλέλληνες που πολέμησαν, σώθηκαν μόνο οι 4. Επιπλέον, η ελληνική βιβλιογραφία προσδιορίζει τον αριθμό των αιχμαλώτων γύρω στους 240 στο σύνολο, ενώ ο Douglas Whitcombe αναφέρει ότι ανέρχονταν γύρω στους 300.

Ο ηρωικός θάνατος του Gambini αναφέρεται τέλος και σε ιταλική βιβλιογραφία, καθόσον ήταν Κορσικανός. Συγκεκριμένα, αναφέρεται σε έργα που είναι αφιερωμένα στους Ιταλούς πολεμιστές που έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας μακριά από την πατρίδα τους. Ένα από αυτά είναι το έργο του Atto Vannucci, του 1877, με τίτλο «I martiri della libertà italiana dal 1794 al 1848» (τόμος 3). Αλλά και το βιβλίο του Oreste Ferdinando Tencajoli, με τίτλο «La Corsica : curiosità e notizie storiche, con numerose illustrazioni nel testo».

Η καταγωγή της οικογένειας Gambini ήταν από την πόλη Corte της Κορσικής. Φαίνεται ότι ήταν μια μεγάλη οικογένεια διακεκριμένων στρατιωτικών, δεδομένου ότι στα γαλλικά αρχεία που αφορούν τη Λεγεώνα της Τιμής συναντάμε τέσσερα παρασημοφορημένα μέλη της: τον Gambini  Jean Baptiste που γεννήθηκε το 1792, τον Gambini Dominique που γεννήθηκε το 1845, τον Gambini Epaminondas Dominique που γεννήθηκε το 1855, και τον Gambini Pierre François που γεννήθηκε το 1891.

O επαναστάτης – πολεμιστής Gambini Pasquale, αγωνίσθηκε στην Ελλάδα στο πλευρό των Ελλήνων, και θυσίασε με θάρρος τη ζωή του για την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Δυστυχώς μέχρι σήμερα λίγοι γνωρίζουν κάτι για τον σημαντικό και ηρωικό αυτόν Φιλέλληνα. Η ΕΕΦ και οι Έλληνες τιμούν την συνεισφορά του μεγάλου αυτού ήρωα.

 

Πηγές – Βιβλιογραφία

  • Ψηφιοποιημένα αρχεία του Πανεπιστήμιου του Aberdeen http://calms.abdn.ac.uk/DServe/dserve.exe?dsqServer=Calms&dsqIni=Dserve.ini&dsqApp=Archive&dsqDb=Catalog&dsqCmd=NaviTree.tcl&dsqField=RefNo&dsqItem=MS%201160/20/591#HER
  • Averoff Michelle, «Les Philhellènes», Bulletin de l’Association Guillaume Budé, no 3, Octobre 1967, σσ. 312-332.
  • Barth Wilhelm – Max Kehrig-Korn, Die Philhellenenzeit, von der Mitte des 18 Jahrhunderts bis zur Ermordung Kapodistrias am 9 Oktober 1831, εκδ. Hueber, Munchen, 1960.
  • Βάση δεδομένων των παρασήμων του Τάγματος της Λεγεώνας της Τιμής http://wwwcoulture.gouv.fr/documentation/leonore/leonore.htm, Dossiers LΗ061/1, LH1066/2, LH 1066/3, 19800035/108/13540.
  • Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας, Τμήμα Χειρογράφων και Ομοιοιτύπων, χειρόγραφο υπ΄ αρ. 1.697: Henri Fornèsy, «Le monument des philhellènes», 1860.
  • Correspondance inédite officielle et confidentielle de Napoléon Bonaparte, Paris, C.L.F. Panckoucke, 1819.
  • Elliot Charles William James (επιμ.), Campaign of the Falieri and Piraeus in the year 1827, or Journal of a volunteer, being the personal account of Captain Thomas Douglas Whitcombe, Athens, [Gennadeion Monographs, vol. 5], Princeton 1992.
  • Gordon Thomas, History of the Greek Revolution, 1, London, William Blackwood, Edinburg & T. Cadell, Strand, 1844.
  • Histoire illustrée de la Corse, Pillet, 1863.
  • Oreste Ferdinando Tencajoli, La Corsica : curiosità e notizie storiche, con numerose illustrazioni nel testo, Modernissima Libreria Internazionale, Roma, 1931.
  • Papadacci Elie, Les bandits corses, honneur et dignité, Claire Vigne, 1994.
  • Robiquet F., Recherches Historiques et Statistiques sur La Corse, Paris-Rennes, 1835.
  • Silvani Paul, Bandits Courses, du mythe à la réalité, Albiana, 2010.
  • Sottocasa Valérie, Les brigands, criminalité et protestation politique (1750-1850), Presses Universitaires de Rennes, 1994.
  • St-Clair William, That Greece might still be free – The Philhellenes in the War of Independence, τόμος 1, εκδ. Oxford University Press, London-New York,
  • Vannucci Atto ; I martiri della libertà italiana dal 1794 al 1848, tome 3, Milano, Bortoloti E. C., 1877.
  • Vergé-Franceschi Michel, Le voyage en Corse, R. Laffront, 2009.
  • Άννινος Μπάμπης, Ιστορικά σημειώματα, εκδ. Εστία, Αθήνα 1925.
  • Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Βίκτορ Δουσμανής, 1926, Πυρσός, τόμος 8, σ. 413).
  • Παπαρηγόπουλος Κωνσταντίνος, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Αθήνα, Εκ της Τυπογραφίας Ανδρέου Κορομηλά, 1853.
  • Τρικούπης Σπυρίδωνας, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμος Δ΄, Λονδίνο, 1857.

 

Υποναύαρχος Karl Rudolf Brommy (1804 – 1860)

 

Ο Karl Rudolf Brommy (1804 – 1860), ήταν Γερμανός αξιωματικός του Ναυτικού και Φιλέλληνας.

Γεννήθηκε στο χωριό Anger, το οποίο ενσωματώθηκε στην πόλη της Λειψίας, το 1889. Ήταν γιος του δικαστή Johann Simon Bromme (1758-1808) και της Friederike Louise Bromme (1771-1806). Έχασε τους γονείς του στην παιδική ηλικία. Το 1818 έλαβε άδεια από τον κηδεμόνα του για να γίνει ναυτικός. Σπούδασε στη Σχολή Ναυσιπλοΐας του Αμβούργου και στη συνέχεια ξεκίνησε το πρώτο θαλάσσιο ταξίδι του με το μπρίκι «Heinrich»[1].

Υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες για τα πρώτα έτη της ναυτικής καριέρας του Brommy μετά την έξοδό του από τη Σχολή Ναυσιπλοΐας του Αμβούργου, το καλοκαίρι του 1820[2].

Με το μπρίκι ‘’Heinrich’’ ταξίδεψε αρκετά στην Κεντρική Αμερική. Σύμφωνα με τις δικές του δηλώσεις, προσλήφθηκε σε διάφορα αμερικανικά ιστιοφόρα πλοία από το 1822 και προήχθη σε πλοίαρχο το 1826[3]. Επίσης, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου άλλαξε το επίθετό του από Bromme σε Brommy.

O Brommy, πληροφορούμενος τον Αγώνα των Ελλήνων για Ανεξαρτησία, κατέβηκε στην Ελλάδα στις αρχές του 1827, ακολουθώντας τον Βρετανό ναύαρχο Thomas Cochrane, 10ο λόρδο του Dundonald (1775-1860)[4], ο οποίος ανέλαβε τη διοίκηση του Ελληνικού Στόλου.

Ο Brommy υπηρέτησε αρχικά ως α’ αξιωματικός της φρεγάτας ‘’Ελλάς’’, ως το 1828. Το 1828 μετατέθηκε στην κορβέτα “Ύδρα”, με την οποία έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις  για τη διαπεραίωση Κρητών στην ελεύθερη Ελλάδα και την καταστολή της πειρατείας. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι η κορβέτα “Υδρα”, ήταν ένα σημαντικό πλοίο του τουρκοαιγυπτιακού στόλου, που αιχμαλώτισε και απέδωσε στην Ελλάδα ο Cochrane. Στη συνέχεια, το 1829 τοποθετήθηκε στη μοίρα του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη, ως κυβερνήτης της ατμοκίνητης κορβέτας ‘’Επιχείρησις’’ (πλοίο ιδίου τύπου με την Καρτερία που είχε σχεδιάσει ο μεγάλος Φιλέλληνας ναύαρχος Hastings). Από την θέση αυτή συμμετείχε στη μάχη της Πρέβεζας (κόλπος της Άρτας) και τελικά στην απελευθέρωση του Μεσολογγίου, στις 2 Μαΐου 1829[5].

Καρτερία και Ελλάς. Λιθογραφία του Karl Krazeisen (συλλογή ΕΕΦ)

Το 1831 ο Brommy έφυγε από την Ελλάδα, και πραγματοποίησε μία σειρά από επιστημονικά ταξίδια στην Γαλλία, την Αγγλία και την Γερμανία, και τελικά κατέληξε στη Σαξονία.

Το 1832, ο πρίγκιπας Όθων της Βαυαρίας, ανακηρύχθηκε Βασιλεύς της Ελλάδος. Ο Brommy τότε ήταν εμπειρογνώμων της Ελληνικής Αντιπροσωπείας, η οποία υπό τους Κώστα Μπότσαρη, Ανδρέα Μιαούλη και Δημήτριο Πλαπούτα, προσέφερε το στέμμα της Ελλάδος στον Όθωνα και συνόδευσε τον νεαρό βασιλέα στην Ελλάδα. Με την έλευση του Όθωνος στην Ελλάδα, ο Brommy τοποθετήθηκε αρχικά κυβερνήτης του πλοίου “Ερμής”. Στη συνέχεια έγινε μέλος της Επιτροπής του Υπουργείου Ναυτικού και διοικητής του Ναυστάθμου στον Πόρο[6].

Κατά την επόμενη περίοδο υπηρεσίας του στο Υπουργείο Ναυτικών, ο Brommy δημιούργησε ένα νέο οργανωτικό σχέδιο για το Ελληνικό Ναυτικό. Αργότερα έγινε αναπληρωτής διοικητής της στρατιωτικής σχολής, πρώτα στην Αίγινα και μετά στον Πειραιά. Η επιθυμία του να ιδρύσει ναυτική σχολή δεν έγινε πραγματικότητα για αυτόν κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στην Ελλάδα[7]. Σύμφωνα με τις ιδέες του, μια ναυτική σχολή θα έπρεπε να δημιουργηθεί σε ένα πλοίο, ούτως ώστε οι ασκήσεις να είναι επιτυχημένες. Σε πολλά υπομνήματά του προς τον Βασιλέα Όθωνα, ο Brommy προώθησε την ιδέα του, αλλά χωρίς επιτυχία[8]. Ακόμη και όταν ο Έλληνας πλοίαρχος Λεωνίδας Παλάσκας (1819-1880) είχε την ίδια ιδέα το 1846 και προσπάθησε να δημιουργήσει το “Ναυτικόν Παιδευτήριον” επί της κορβέτας ‘’Λουδοβίκος’’[9] , απέτυχε λόγω της αντίστασης της πολιτικής ηγεσίας.

Μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, ο Brommy τοποθετήθηκε πρόεδρος στο Ναυτοδικείο, όπου υπηρέτησε μέχρι τις 19 Απριλίου 1849. Στη συνέχεια αποσύρθηκε και τυπικά από την Ελληνική υπηρεσία. Ήδη από το 1845 ο Πρώσος βασιλέας Φρειδερίκος Γουλιέλμος Δ’ (1795-1861) τον είχε προσκαλέσει να οργανώσει το Πρωσικό Ναυτικό, μετά την ανάγνωση του εγχειριδίου του “Die Marine – eine gemeinverständliche Darstellung des gesammten Seewesens für Gebildete aller Stände”[10]. Ο Brommy είχε καταγράψει όλη του την εμπειρία από τη συμμετοχή του στο πολεμικό ναυτικό, και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, σε ένα σημαντικό βιβλίο. Το βιβλίο αυτό ήταν ιδανικό για την εκπαίδευση νέων ναυτικών του πολεμικού ναυτικού.

Το εμβληματικό βιβλίο του Ναυάρχου Brommy (συλλογή ΕΕΦ)

Ο Brommy αποδέχθηκε την πρόταση του Πρώσου βασιλέα το 1848. Του την παρουσίασε, μέσω του Πρώσου υπουργού Εμπορίου και Ναυτιλίας Arnold Duckwitz, ο πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης της Φρανκφούρτης Heinrich von Gagern[11].

Με άμεσο συνεργάτη του τον πρίγκιπα Αδαλβέρτο της Πρωσίας, ο Brommy, αφιερώθηκε στην οργάνωση του Πρωσικού Ναυτικού από την πρώτη στιγμή, ως κυβερνήτης της ναυαρχίδας ‘’Barbarossa’’. Στις 18 Μαρτίου 1849 ο Brommy έγινε Αρχηγός του Στόλου της Βόρειας Θάλασσας με το ναυαρχίδα του Πρωσικού στόλου Barbarossa. Ένα ατμόπλοιο παρόμοιο με την ‘’Καρτερία’’ και την Επιχείρηση που ο Brommy είχε γνωρίσει και διοικήσει στην Ελλάδα.

Η ναυαρχίδα του Πρωσικού στόλου SMS ‘’Barbarossa’’

Μάλιστα, το κατέστησε ένα ισχυρό όπλο, παρά τον ελάχιστο χρόνο που είχε για την οργάνωσή του. Η ισχύς του Πρωσικού νεότευκτου Πρωσικού Πολεμικού Ναυτικού, απεδείχθη γρήγορα στον πόλεμο Δανίας – Πρωσίας το 1849. Ο πόλεμος αυτός τελείωσε με τη ναυμαχία της Ελιγολάνδης στις 4 Ιουνίου 1849[12], αποτέλεσμα της οποίας ήταν το Πρωτόκολλο του Λονδίνου στις 8 Μαΐου 1852, το οποίο αποκαθιστούσε το προπολεμικό status quo[13].

Το καπέλο του Ναυάρχου Brommy (συλλογή ΕΕΦ)

Ο Brommy αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του υποναυάρχου στις 30 Ιουνίου 1853, εξαιτίας της κακής του υγείας και της διάλυσης του πρώιμου Πρωσικού Ναυτικού. Την απόφαση έλαβε η Εθνοσυνέλευση της Φρανκφούρτης στις 2 Απριλίου 1852, με σκοπό τη δημιουργία νέου στόλου. Παρόλα αυτά, ο Brommy δέχθηκε μία θέση συμβούλου για τεχνικά θέματα στο Αυστριακό Αυτοκρατορικό Ναυτικό, τον Ιούνιο του 1857. Όμως, επειδή η υγεία του επιδεινώθηκε, παραιτήθηκε και αποσύρθηκε  με την οικογένειά του στη Βρέμη, όπου απεβίωσε το 1860[14].

Προτομή του Ναυάρχου Brommy στην Βρέμη της Γερμανίας

Μνημείο του Brommy κοντά στο σπίτι που γεννήθηκε στην Λειψία

Ο Karl Rudolf Brommy ήταν ένας σπουδαίος Φιλέλληνας, με πολυσήμαντη προσφορά στην Ελλάδα. Ο Ναύαρχος Brommy συμμετείχε στον απελευθερωτικό αγών των Ελλήνων. Στη συνέχεια διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο για την σύσταση του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και τον σχεδιασμό εκπαιδευτικού προγράμματος για αξιωματικούς του ναυτικού. Η ΕΕΦ τιμά τον σημαντικό αυτό Φιλέλληνα.

 

Παραπομπές

[1] Uhlrich, Claus, ‘’Carl Rudolph Brommy. Der Admiral der ersten deutschen Flotte’’, εκδ. Semikolon Verlag, Βερολίνο, 2000.
[2] Αρχείο υποναυάρχου Karl Rudolf Brommy (ανέκδοτο), Μουσείο Ναυτιλίας Brake, Ολδεμβούργο, Γερμανία.
[3] Βλ. στο ίδιο.
[4] Τρικούπης, Σπυρίδων, ‘’Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως’’, εκδ. Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2007,σελ. 118.
[5] Wagner, Erwin, ‘’ Carl Rudolph Brommy (1804–1860) als Marineoffizier in Griechenland (1827–1849)’’, εκδ. Isensee-Verlag, Brake, 2009.
[6] ‘’Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος’’, 17 Αυγούστου 1835, Αθήνα, Φ.Ε.Κ. αριθμ.24.
[7] Carsten, Jöhnk, ‘’ Ein Sachse erobert die Welt. Admiral Brommy zum 200. Geburtstag’’, εκδ. Schiffahrtsmuseum, Brake, 2004.
[8] Αρχείο υποναυάρχου Carl Rudolph Brommy (ανέκδοτο), Μουσείο Ναυτιλίας Brake, Ολδεμβούργο.
[9] Λυκούδης, Στυλιανός, ‘’Ολίγα τινά δια τον μέγαν του ναυτικού μας ευεργέτην, τον τότε Λεωνίδαν Χ. Παλάσκαν, πλοίαρχον του Β.Ν.’’, ιδ. εκδ., Αθήνα, 1938.
[10] Brommy, Karl Rudolf,‘’ Die Marine – eine gemeinverständliche Darstellung des gesammten Seewesens für Gebildete aller Stände’’, εκδ. Carl E. Schünemann, Βερολίνο, 1849.
[11] Αρχείο υποναυάρχου Carl Rudolph Brommy (ανέκδοτο), Μουσείο Ναυτιλίας Brake, Ολδεμβούργο.
[12] ‘’Das Seegefecht bei Helgoland’’, εφ. ‘’Illustrirte Zeitung’’, Λειψία, 1849, αρ. φυλ. 27.
[13] Beseler, Georg, ‘’Der Londoner Vertrag vom 8. Mai 1852 in seiner rechtlichen Bedeutung geprüft’’, εκδ. Weidmannsche Buchhandlung, Βερολίνο,1863.
[14]  Wiechmann, Gerhard, ‘’Karl Rudolf Brommy (1804–1860) in deutschen Erinnerungsorten’’, εκδ. Isensee-Verlag, Brake, 2010.

 

Βιβλιογραφία-Πηγές

  • Brommy, Karl Rudolf, “Die Marine – eine gemeinverständliche Darstellung des gesammten Seewesens für Gebildete aller Stände“, εκδ. Carl E. Schünemann, Βερολίνο, 1849.
  • Τρικούπης, Σπυρίδων, ”Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως”, εκδ. Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2007, σελ. 118.
  • Uhlrich, Claus, “Carl Rudolph Brommy. Der Admiral der ersten deutschen Flotte“, εκδ. Semikolon Verlag, Βερολίνο, 2000.
  • Carsten, Jöhnk, “Ein Sachse erobert die Welt. Admiral Brommy zum 200. Geburtstag’”, εκδ. Schiffahrtsmuseum, Brake, 2004.
  • Αρχείο υποναυάρχου Carl Rudolph Brommy (ανέκδοτο), Μουσείο Ναυτιλίας Brake, Ολδεμβούργο.
  • Beseler, Georg, “Der Londoner Vertrag vom 8. Mai 1852 in seiner rechtlichen Bedeutung geprüft”, εκδ. Weidmannsche Buchhandlung, Βερολίνο, 1863.
  • “Das Seegefecht bei Helgoland”, εφ. “Illustrirte Zeitung”, Λειψία, 1849, αρ. φυλ. 27.
  • Wagner, Erwin, “Carl Rudolph Brommy (1804–1860) als Marineoffizier in Griechenland (1827–1849)“, εκδ. Isensee-Verlag, Brake, 2009.
  • Λυκούδης, Στυλιανός, ‘’Ολίγα τινά δια τον μέγαν του ναυτικού μας ευεργέτην, τον τότε Λεωνίδαν Χ. Παλάσκαν, πλοίαρχον του Β.Ν.’’, ιδ. εκδ., Αθήνα, 1938.
  • “Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος”, 17 Αυγούστου 1835, Αθήνα, Φ.Ε.Κ. αριθμ. 24.

 

Leicester Fitzgerald Charles Stanhope, 5ος κόμης του Harrington (1784-1862). Δεκαετία 1830. Σκίτσο αγνώστου. Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

 

Ο Leicester Fitzgerald Charles Stanhope, 5ος κόμης του Harrington (1784-1862), ήταν Βρετανός στρατιωτικός, σπουδαίος Φιλέλληνας, με σημαντική επίδραση στην δημιουργία  του τύπου στην Ελλάδα και στην προώθηση της παιδείας.

Γεννήθηκε στο Δουβλίνο, και ήταν το τρίτο παιδί του στρατηγού, διπλωμάτη και πολιτικού Charles Stanhope, 3ου κόμη του Harrington και της Jane Fleming- Stanhope, λαίδης του Harrington[1].

Ακολούθησε στρατιωτική σταδιοδρομία από την εφηβική του ηλικία. Χαρακτηριστικά, σε ηλικία μόλις 15 ετών, τον Οκτώβριο του 1799, κατατάχθηκε στο 1ο Σύνταγμα της Βασιλικής Φρουράς, φέρων αρχικά τον βαθμό του ανθυπασπιστή και ύστερα του ανθυπολοχαγού[2]. Προήχθη σε υπολοχαγό στις 20 Οκτωβρίου 1802[3]. Τον Μάρτιο του 1803 μετατέθηκε στο 9ο Σύνταγμα Πεζικού, ενώ τον Απρίλιο του ιδίου έτους, μετατέθηκε ως ίλαρχος στο 10ο Σύνταγμα Ελαφρών Δραγόνων του Πρίγκιπα της Ουαλίας[4].

Από τις 9 Νοεμβρίου 1803 έως τις 26 Ιανουαρίου 1813, υπηρέτησε στο 6ο Σύνταγμα Δραγόνων της Βασιλικής Φρουράς, ενώ στις 27 Ιανουαρίου 1813, μετατέθηκε στο 17ο Σύνταγμα Ελαφρών Δραγόνων στην Ινδία[5]. Στην Ινδία προάχθηκε σε επίλαρχο και τοποθετήθηκε αναπληρωτής γενικός υπασπιστής στις Ανατολικές Ινδίες τον Ιούνιο του 1815, ενώ έλαβε τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη κατ’ απονομή[6].

Τον Απρίλιο του 1817, ο Stanhope υπηρέτησε ως αναπληρωτής αξιωματικός διαχείρισης στο 47ο Σύνταγμα Πεζικού και έλαβε μέρος στον 3ο Πόλεμο μεταξύ Βρετανών και Μαράθων[7]. Για τη δράση του, τιμήθηκε τον Οκτώβριο του 1818 με το παράσημο του Τάγματος του Λουτρού[8].

Την ίδια περίοδο, άρχισαν να αναπτύσσονται τα Φιλελληνικά του ενδιαφέροντα[9]. Στην πορεία , παραιτήθηκε από τον στρατό  στις 29 Μαρτίου 1821 και στις 26 Ιουνίου 1823, τοποθετήθηκε σε κατάσταση πολεμικής διαθεσιμότητας, φέρων το βαθμό του αντισυνταγματάρχη[10].

Στις 28 Φεβρουαρίου 1823[11] ιδρύθηκε η Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου. Ο Stanhope μυήθηκε γρήγορα σε αυτήν από τον Λόρδο Βύρωνα και ήταν ένα από τα πρώτα μέλη της[12].

Πριν μεταβούν στην Ελλάδα, στην αλληλογραφία τους, ο Stanhope και ο Λόρδος Βύρων, εκφράζουν διαφορετικές τάσεις. Ο μεν Stanhope, αν και στρατιωτικός, θεωρεί ότι το πιο ισχυρό όπλο είναι η “πένα” (δηλαδή η προώθηση της παιδείας και του τύπου), ενώ ο Λόρδος Βύρων, παρά το γεγονός ότι είναι ο ίδιος λογοτέχνης, πιστεύει πως τα πεδία των μαχών είναι το πρώτο σχολείο της ελευθερίας (η οποία κατακτάται πρώτα με στρατιωτικά μέσα), και άρα ότι το ξίφος προηγείται της πένας[13]. Αυτό όμως, σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί το γεγονός πως αμφότεροι προσπάθησαν να βοηθήσουν την Ελλάδα, με τον ίδιο τον Λόρδο Βύρωνα να προσφέρει την ίδια του την ζωή στο Μεσολόγγι στις 7 Απριλίου 1824[14].

Ο Stanhope, ήταν αποδεδειγμένα ένας άριστος διαχειριστής και έτσι η Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου τον έστειλε στην Ελλάδα με την αποστολή του Λόρδου Βύρωνα, στις 16 Ιουλίου 1823[15]. Μάλιστα είχε διορισθεί μαζί με τον Λόρδο Βύρωνα και τον Λάζαρο Κουντουριώτη, μέλος της Επιτροπής διαχείρισης του πρώτου δανείου που θα ελάμβαναν την περίοδο αυτή οι επαναστατημένοι Έλληνες[16].

Πριν φθάσει στην Ελλάδα, οργάνωσε μία σημαντική περιοδεία (στην οποία συνοδευόταν από ένα άλλο δραστήριο Γερμανό  Φιλέλληνα, τον Wilhelm Bellier de Launoy), με αρχικούς σταθμούς το Darmstadt  της Γερμανίας, την Ζυρίχη, την Βέρνη, τη Γενεύη και την Γένοβα της Ιταλίας. Εκεί ο Stanhope, συνάντησε εκπροσώπους των τοπικών Φιλελληνικών κομιτάτων, στους οποίους παρουσίασε με πολλές ομιλίες τις προτάσεις του για την ενίσχυση του αγώνα των Ελλήνων. Μάλιστα κατά την περιοδεία αυτή, συναντήθηκε και με τον Ιωάννη Καποδίστρια[17]. Εν τέλει έφθασε τελικά στην Κεφαλονιά, η οποία ήταν την περίοδο αυτή υπό βρετανική διοίκηση, στις 4 Αυγούστου 1823[18]. Από την Κεφαλονιά δε, πέρασε τον Δεκέμβριο του 1823 στο Μεσολόγγι[19].

Ο Stanhope, πέραν από συνοδός του Λόρδου Βύρωνα, ήταν και υπεύθυνος για την μεταφορά στην Ελλάδα, των πρώτων τυπογραφείων, τα οποία είχαν αγορασθεί από την Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου. Ο ίδιος πίστευε ότι η ανάπτυξη του Τύπου, θα αποτελούσε ένα αποτελεσματικό όπλο για την ελευθερία των Ελλήνων[20]. Χάρη στην εμμονή του αυτή, έθεσε με αυτό το τυπογραφείο τις βάσεις, για την δημιουργία εφημερίδων στον Ελλαδικό χώρο. Συγκεκριμένα, με αυτό το τυπογραφείο, εκτυπώνετο η εμβληματική  εφημερίδα ‘’Ελληνικά Χρονικά’’, την οποία εξέδιδε από το 1824 ως το 1826 στο Μεσολόγγι, ο σημαντικός Φιλέλληνας Ελβετός γιατρός Johann Jacob Meyer (1798-1826)[21]. Μάλιστα από τις 20 Μαρτίου 1824, άρχισε να εκδίδεται στο ίδιο τυπογραφείο και δεύτερη εφημερίδα, με συντάκτη τον Gamba, Ιταλό κόμη και στενό φίλο του Λόρδου Βύρωνος (ήταν ο αδελφός της συντρόφου του Βύρωνος). Ο τίτλος της ήταν “Telegrafo Greco”. Η εφημερίδα αυτή απευθύνετο κυρίως σε ξένους και είχε στόχο την ενημέρωση της Ευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Τυπωνόταν στα Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά και Ιταλικά.

O Stanhope επισκέφθηκε όμως και τους ηγέτες των αντιμαχομένων πλευρών στην Στερεά Ελλάδα (κατά τη διάρκεια των εμφυλίων συγκρούσεων), και έκανε απόπειρες για την συμφιλίωσή τους[22].

Αυτό που χαρακτήριζε τον Stanhope σαν προσωπικότητα (αλλά και την ποιότητα του Φιλελληνισμού του), ήταν η πνευματική καλλιέργειά του, και τα ιδιαίτερα προχωρημένα και προοδευτικά σχέδια που είχε για τον σχεδιασμό της Ελληνικής κοινωνίας, με έμφαση στον σχεδιασμό εκπαιδευτικού συστήματος, στη δημιουργία σχολείων και λαϊκών ιατρείων, στη σύσταση και λειτουργεία ταχυδρομικής υπηρεσίας, και κυρίως στην προώθηση της δημοσιογραφίας.

Στην Αθήνα, όπου πέρασε ένα μεγάλο διάστημα, ίδρυσε σχολεία και σχεδίασε πρόγραμμα σπουδών[23]. Επίσης οργάνωσε ένα πρόγραμμα υποτροφιών για να σπουδάσουν στην Αγγλία νέοι Έλληνες και να επιστρέψουν στην Ελλάδα να αναλάβουν καθήκοντα ως καθηγητές.

Στην Αθήνα παρακολούθησε στενά την λειτουργεία των τοπικών θεσμών. Μάλιστα στις 21 – 23 Φεβρουαρίου 1824, συμμετείχε στη διαδικασία εκλογής δημογερόντων.

Το δεύτερο τυπογραφείο που έφερε στην Ελλάδα, σκόπευε να το παραδώσει στο Ναύπλιο (έδρα της κυβέρνησης). Τελικά όμως προτίμησε να το στείλει στην Αθήνα με στόχο να εκδοθεί εκεί μία εφημερίδα και όχι στο Ναύπλιο, που ήταν κέντρο εντόνων πολιτικών διεργασιών και αντιδικιών.

Ο Stanhope ονειρευόταν την έκδοση μίας εθνικής και ανεξαρτήτου εφημερίδος, που θα είχε ως αποστολή την προώθηση των θεμάτων του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα και την ανύψωση του Ελληνικού γοήτρου.

Έτσι λοιπόν δώρισε τον εξοπλισμό στην Αθήνα (ο οποίος παραδόθηκε και εγκαταστάθηκε για λόγους ασφαλείας στην Σαλαμίνα). Τη δωρεά την συνόδευσε με μία ιδιαίτερα συγκινητική επιστολή στις 20 Απριλίου 1824. Την ευθύνη της εκδόσεως ανέθεσε στον Αθηναίο Γ. Ψύλλα. Η πρώτη έκδοση αφορούμε μία εκτενή «προκήρυξη» τον οποία συνέταξαν από κοινού ο Ψύλλας με τον Stanhope. Η εκτενής αυτή προκήρυξη έχει πατριωτικό περιεχόμενο, και τονίζει την ζημία που μπορούν να προκαλέσουν τα πάθη και η διχόνοια.

Στη συνέχεια ακολούθησε η έκδοση της εφημερίδος με τίτλο «Εφημερίς Αθηνών». Το πρώτο φύλλο τυπώθηκε στις 20 Αυγούστου 1824 και η εφημερίδα κυκλοφόρησε μέχρι τον Απρίλιο του 1826, όταν ο Κιουταχής ξεκίνησε την πολιορκία των Αθηνών.

Ο Stanhope συνάντησε στην Αθήνα και τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, και γοητεύθηκε από την προσωπικότητά του, όπως και ο άλλος φιλέλληνας Trelawny.

Ο Stanhope ήταν ένας αγνός Φιλέλληνας που αγάπησε μα πάθος την Ελλάδα και ειδικά την Αθήνα, η οποία του οφείλει πολλά. Με την διαρκή αλληλογραφία του, καλούσε τους συμπατριώτες του Άγγλους να έλθουν στην Ελλάδα, παρέχοντας τους στοιχεία για το κόστος ζωής και διαβεβαιώνοντας τους για την ασφάλεια που επικρατούσε στα απελευθερωμένα μέρη. Ακόμη επικοινωνούσε και με πολιτικούς και διπλωμάτες από πολλές χώρες, τους οποίους προέτρεπε να βοηθήσουν την Ελλάδα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι επιστολές που έστελνε στον Gropius, πρόξενο της Αυστρίας στην Αθήνα.

Οι Έλληνες τον θεωρούσαν δικό τους άνθρωπο, και εξέφραζαν σε αυτόν πάντα την αγάπη τους και την αναγνώρισή τους.

Ο θάνατος της μητέρας του, και δύο μήνες αργότερα, ο θάνατος του Λόρδου Βύρωνος στις 7 Απριλίου 1824, καθώς και η σύγκρουση του με τον Κουντουριώτη και τον Μαυροκορδάτο, ανάγκασαν τον Stanhope, να φύγει από την Ελλάδα τον Μάιο του 1824 και να επιστρέψει στην πατρίδα του[24].  Η απώλεια του Stanhope ήταν ιδιαίτερα επώδυνη για τους Έλληνες και τους Αθηναίους. Η σωφροσύνη, η περίσκεψη και το όραμα αυτού του ανθρώπου, θα είχαν βοηθήσει ιδιαίτερα την Ελλάδα.

Μάλιστα επέστρεψε με το ίδιο πλοίο που μετέφερε τη σωρό του Λόρδου Βύρωνος.

Ελληνικά Χρονικά, τεύχος 69 της 23 Αυγούστου 1824. Περιέχει άρθρο που αναφέρεται στην άφιξη της σωρού του Λόρδου Βύρωνος στο Λονδίνο.

Ο Stanhope δεν παύει ποτέ να ενδιαφέρεται για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, για τα οποία διατηρεί πυκνή αλληλογραφία, με ανθρώπους όπως ο Καποδίστριας και ο Μαυροκορδάτος[25]. Το 1825 δε, συγγράφει το βιβλίο “Greece, in 1823 and 1824: Being a Series of Letters, and Other Documents”, μέσω του οποίου ενημερώνει το βρετανικό κοινό για την κατάσταση στην Ελλάδα.

Το βιβλίο του Stanhope ‘’Greece, in 1823 and 1824: Being a Series of Letters, and Other Documents” (συλλογή ΕΕΦ).

Το μεγαλείο του σημαντικού αυτού φιλέλληνα προκύπτει από το περιεχόμενο της αποχαιρετιστήριας επιστολής του προς τους Έλληνες, που δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 1824 στα «Ελληνικά Χρονικά» και στον «Φίλο του Νόμου». Αναφέρει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

«Οι μεγάλοι σας προπάτορες, εξ αιτίας των ζηλοτυπιών και διχοστασιών, τας οποίας είχον  αναμεταξύ των έχασαν την ελευθερίαν των … Από την πείραν λοιπόν και από τα πολύχρονα πάθη γνωρίζετε τα κακά, όσα από την διχόνοιαν προέρχονται και θέλετε πάλιν, ω Ελληνες, απόγονοι των Θεμιστοκλέων και των Μιλτιαδών, να καταβυθισθείτε εις ένα πέλαγος κινδύνων. Η κοινή ζήτησίς σας είναι δια χρήματα. Τα χρήματα, λέγετε, σας ασφαλίζουν την νίκην και την ανεξαρτησίαν. Διατί λοιπόν οι πρόγονοί σας έτρεψαν τους Πέρσας εις φυγήν και σεις οι ίδιοι τους Τούρκους, οίτινες ήσαν τόσον πλούσιοι και ανώτεροι τον αριθμόν; Διότι ούτοι ήσαν διεφθαρμένοι από την τρυφήν και τον δεσποτισμόν ενώ οι Έλληνες ήσαν πτωχοί και ελεύθεροι. Ψευδές είναι λοιπόν το να λέγει τις, ότι ο χρυσός και ο σίδηρος είναι τα νεύρα του πολέμου. Ταύτα είναι μόνο μέσα βοηθητικά. Τα νεύρα του πολέμου είναι καρδία και ανδρεία …».

Και ο ακραιφνής αυτός Φιλέλληνας προσθέτει: «… είμαι και θέλω να είμαι ενόσω είστε ελεύθεροι, ευλεβέστατος δούλος σας».

Μετά την λήξη της Ελληνικής Επανάστασης, ο Stanhope αποσύρθηκε από τα κοινά. Στις 23 Απριλίου 1831, νυμφεύεται την Elisabeth Green, με την οποία αποκτά 4 παιδιά[26]. Το 1837 προάγεται σε επίτιμο συνταγματάρχη του Βρετανικού Στρατού[27]. Τέλος, το 1851, διαδέχεται τον αδερφό του, υποστράτηγο Charles Stanhope τον νεότερο, ως 5ος κόμης του Harrington.

Ο Leicester Fitzgerald Charles Stanhope, 5ος κόμης του Harrington,σημαίνων στρατιωτικός και  Φιλέλληνας, απεβίωσε στις 7 Σεπτεμβρίου 1862 στο Λονδίνο.

Η ΕΕΦ τιμά την μνήμη του Leicester Stanhope, ευπατρίδη Φιλέλληνα, ο οποίος έφερε τα πρώτα τυπογραφεία στον Ελλαδικό χώρο, οδήγησε στην γέννηση του τύπου στην Ελλάδα, εισηγήθηκε καινοτόμες μορφές οργάνωσης της κοινωνίας, και προήγαγε τον πολιτισμό σε σημαντικό επίπεδο, αναδεικνύοντας μία διαφορετική διάσταση του αγώνα των Ελλήνων για εθνική ανεξαρτησία.

 

Παραπομπές

[1] Doyle, James William Edmund, “The Official Baronage of England”, εκδ. Longmans, Λονδίνο, 1886, β’ τόμος, σελ. 136.
[2] Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 28ης Σεπτεμβρίου 1799, σελ.995.
[3] Doyle, James William Edmund, ‘’The Official Baronage of England’’, εκδ. Longmans, Λονδίνο, 1886, β’ τόμος, σελ. 136.
[4] Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 15ης Μαρτίου 1803, σελ. 369.
[5] Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 23ης  Ιανουαρίου 1813, σελ.186.
[6] Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 8ης Ιουλίου 1815, σελ. 1355.
[7] Downham, John, “The 47th (Lancashire) Regiment of Foot”, εκδ. Lancashire Infantry Museum, Lancaster, 2010.
[8] Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 18ης Οκτωβρίου 1818, σελ. 1851.
[9] Rosen, F., ‘’ London Greek Committee (act. 1823–1826)’’, εκδ. Oxford University Press, Λονδίνο, 1992.
[10] Εφ. ‘’ The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 5ης Ιουλίου 1823,   σελ. 1090.
[11] Dimaras, Alexis, ‘’The other British Philhelenes’’, εκδ. Oxford University Press, Λονδίνο, αχρονολόγητο.
[12] St Clair, William, «That Greece Might Still be Free: The Philhellenes in the War of Independence», εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ. 145.
[13] Moore, Thomas, ‘’Letters and Journals of Lord Byron with Notices of his Life’’, εκδ. H. L. Broenner, Φρανκφούρτη, 1830. Επίσης, βλ. Αθάνας, Γ., ‘’Ιστορικά Μελετήματα’’, εκδ. Ίδρυμα Γ & Μ. Αθανασιάδη – Νόβα, Ναύπακτος, 1998, σελ. 194.
[14] Moore, Thomas, ‘’Letters and Journals of Lord Byron with Notices of his Life’’, εκδ. H. L. Broenner , Φρανκφούρτη, 1830
[15] Lovell, Ernest J., ‘’His Very Self and Voice, Collected Conversations of Lord Byron’’, εκδ. MacMillan, Νέα Υόρκη, 1954, σελ. 369.
[16] ‘’Ιστορικόν Αρχείον Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου’’, επιμ. Εμμ. Πρωτοψάλτης, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμος 3.
[17] St Clair, William, «That Greece Might Still be Free: The Philhellenes in the War of Independence», εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ. 159.
[18] Βλ. στο ίδιο.
[19] Stanhope, Leicester, 5ος κόμης του Harrington, “Greece, in 1823 and 1824: Being a Series of Letters, and Other Documents”, εκδ. Sherwood, Gilbert & Piper, Λονδίνο, 1825, σελ. 543.
[20] Εφημερίδα «Ελληνικά Χρονικά», 1η Ιανουαρίου 1824, Μεσολόγγι, φύλλο 1. Επίσης, βλ. St Clair, William, «That Greece Might Still be Free: The Philhellenes in the War of Independence», εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ.160.
[21]Συλλογικό, ‘’Πεντακόσια χρόνια έντυπης παράδοσης’’, εκδ. Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα, 2000, σελ.192.
[22] St Clair, William, «That Greece Might Still be Free: The Philhellenes in the War of Independence», εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008
[23]  ‘’Αρχείο Leicester Stanhope’’, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμοι 13 και 15α’. Επίσης, βλ. St Clair, William, «That Greece Might Still be Free: The Philhellenes in the War of Independence», εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ. 159-161.
[24] ‘’Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας’’, εκδ. Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 1977, 10ος τόμος, σελ. 299.
[25] “Αρχείο Leicester Stanhope”, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμοι 13 και 15α’. Επίσης, βλ. “Ιστορικόν Αρχείον Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου”, επιμ. Εμμ. Πρωτοψάλτης, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμος 3.
[26] Doyle, James William Edmund, “The Official Baronage of England”, εκδ. Longmans, Λονδίνο, 1886, β’ τόμος, σελ. 136.
[27] Βλ. στο ίδιο.

 

Βιβλιογραφία – Πηγές

  • Doyle, James William Edmund, “The Official Baronage of England”, εκδ. Longmans, Λονδίνο, 1886, β’ τόμος.
  • Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 28ης Σεπτεμβρίου 1799.
  • Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 15ης Μαρτίου 1803.
  • Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 23ης Ιανουαρίου 1813.
  • Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 8ης Ιουλίου 1815.
  • Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 18ης Οκτωβρίου 1818.
  • Εφ. ‘’The London Gazette’’, Λονδίνο, φύλλο 5ης Ιουλίου 1823.
  • Downham, John, ‘’The 47th (Lancashire) Regiment of Foot’’, εκδ. Lancashire Infantry Museum, Lancaster, 2010.
  • Rosen, F., ‘’London Greek Committee (act. 1823–1826)’’, εκδ. Oxford University Press, Λονδίνο, 1992.
  • Dimaras, Alexis, ‘’The other British Philhelenes’’, εκδ. Oxford University Press, Λονδίνο, αχρονολόγητο.
  • St Clair, William, «That Greece Might Still be Free: The Philhellenes in the War of Independence», εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008.
  • Lovell, Ernest J., ‘’His Very Self and Voice, Collected Conversations of Lord Byron’’, εκδ. MacMillan, Νέα Υόρκη, 1954.
  • Stanhope, Leicester, 5ος κόμης του Harrington, “Greece, in 1823 and 1824: Being a Series of Letters, and Other Documents”, εκδ. Sherwood, Gilbert & Piper, Λονδίνο, 1825.
  • Εφημ. “Ελληνικά Χρονικά”, 1η Ιανουαρίου 1824, Μεσολόγγι, φύλλο 1.
  • Συλλογικό, ‘’Πεντακόσια χρόνια έντυπης παράδοσης’’, εκδ. Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα, 2000.
  • ‘’Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας’’, εκδ. Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 1977, 10ος τόμος.
  • ‘’Αρχείο Leicester Stanhope’’, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμοι 13 και 15α’.
  • ‘’Ιστορικόν Αρχείον Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου’’, επιμ. Εμμ. Πρωτοψάλτης, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμος 3.
  • Moore, Thomas, ‘’Letters and Journals of Lord Byron with Notices of his Life’’, εκδ. H. L. Broenner, Φρανκφούρτη, 1830.
  • Αθάνας, Γ., ‘’Ιστορικά Μελετήματα’’, εκδ. Ίδρυμα Γ & Μ. Αθανασιάδη – Νόβα, Ναύπακτος, 1998.
  • Δημητρίου Α. Γέροντα, “Οι Αθηναίοι στην Επανάσταση του 1821“

 

 

Karl Krazeisen

 

Ο Karl Krazeisen (1794-1878), ήταν Γερμανός στρατιωτικός, σημαίνων Φιλέλληνας και ζωγράφος, που φιλοτέχνησε τα πορτραίτα των βασικών αγωνιστών του 1821.

Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τα πρώτα χρόνια της ζωής του, εκτός από το ότι η γενέτειρά του ήταν η πολίχνη Kastellaun της Ρηνανίας – Παλατινάτου[1].

Το 1812 κατετάγη στον Βαυαρικό Στρατό και έλαβε μέρος στον πόλεμο του Έκτου Συνασπισμού κατά της Γαλλίας, το 1813- 1814[2].

Karl Krazeisen. Φωτογραφία αγνώστου. Τέλη δεκαετίας 1840 – αρχές δεκαετίας 1850. Ο εικονιζόμενος φέρει τη στολή συνταγματάρχη (ΠΖ) του Βαυαρικού Στρατού. Ανάμεσα στα Παράσημα που φέρει, είναι το Ελληνικό Αργυρούν Αριστείον του Αγώνος (πρώτο από δεξιά) και ο Ελληνικός Ταξιάρχης του Τάγματος των Ιπποτών του Σωτήρος (δεύτερο εκ δεξιών). Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα.

Κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων, ο Karl Krazeisen εξεδήλωσε τα φιλελληνικά του αισθήματα. Τον Αύγουστο του 1826, υπηρετούσε στην Βαυαρία, με τον βαθμό του υπολοχαγού (ΠΖ), όταν αποφάσισε να μεταβεί στην Ελλάδα για να στηρίξει τον αγώνα των Ελλήνων. Δίχως να εξασφαλίσει την απαραίτητη άδεια από την υπηρεσία του, ξεκίνησε ένα μακρύ ταξίδι από το Μόναχο, και έφθασε εν τέλει στο Ναύπλιο μέσω Ιταλίας (Ανκόνα), Δυρραχίου, Κέρκυρας, Ζακύνθου, με ενδιάμεσους σταθμούς τον Πόρο, την Αίγινα και τη Σαλαμίνα. Στην Αθήνα κατατάχθηκε στο σώμα Βαυαρών εθελοντών υπό τον Karl Wilhelm von Heideck. Το Σώμα αυτό είχε δημιουργηθεί κατά προτροπή του βασιλέα της Βαυαρίας Λουδοβίκου A’, πατέρα του μελλοντικού βασιλέα της Ελλάδος Όθωνος[3].

Αν και έμεινε μόνο για ένα χρόνο στην Ελλάδα, ως τον Αύγουστο του 1827, συμμετείχε σε σημαντικές μάχες, ιδιαίτερα στην Αθήνα. Επίσης, η παρουσία του στην Αίγινα, συμπίπτει με την άφιξη του πρώτου ελληνικού ατμόπλοιου, του «Καρτερία» (κυβερνήτης του οποίου ήταν ο Άγγλος φιλέλληνας Frank Abney Hastings), καθώς και της φρεγάτας «Ελλάς»[4].

Καρτερία και Ελλάς. Λιθογραφία του Karl Krazeisen (συλλογή ΕΕΦ)

Κατά την παραμονή του στην Ελλάδα, ο Krazeisen υπηρέτησε στη Σαλαμίνα και στο Ναύπλιο, ενώ έλαβε μέρος στην πολιορκία των Αθηνών το 1826, υπό τις διαταγές του Καρόλου Φαβιέρου[5]. Επίσης, αγωνίσθηκε στην πολιορκία της Ακροπόλεως, το διάστημα από τον Μάρτιο έως τον Απρίλιο του 1827, αλλά και στη μάχη του Φαλήρου, στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ο Γεώργιος Καραϊσκάκης. Ο Krazeisen, φιλοτέχνησε το πρόσωπο του Έλληνα Στρατηγού μία ημέρα πριν τον θανάσιμο τραυματισμό του. Τον Αύγουστο του 1827 ο Krazeisen φιλοτέχνησε το τελευταίο του ιχνογράφημα στην Ελλάδα, αυτό του σπουδαίου Φιλέλληνα βαρόνου Friedrich Eduard von Rheineck (1796-1854).

Μετά την επιστροφή του στην Γερμανία, ο Krazeisen αποτάχθηκε από τον Βαυαρικό στρατό, εξαιτίας της απουσίας του χωρίς άδεια, κάτι που συνιστούσε “λιποταξία”. Επανήλθε όμως στις τάξεις του στρατεύματος, με παράλληλη απόδοση των στρατιωτικών του βαθμών, χάριν της υπηρεσίας του στην Ελλάδα υπό τις διαταγές του Karl Wilhelm von Heideck.

Ο Krazeisen υπήρξε ιππότης πολλών Γερμανικών Παρασήμων, ενώ ταυτόχρονα ήταν κάτοχος των Ελληνικών ηθικών αμοιβών του Αργυρού Αριστείου του Αγώνος και του Ταξιάρχη του Τάγματος των Ιπποτών του Σωτήρος. Υπόμνηση της πολεμικής δραστηριότητας του Krazeisen στην Ελλάδα, αποτελεί η απεικόνισή του στον πίνακα ‘’Το εν Πειραιεί στρατόπεδον του Καραϊσκάκη κατά το έτος 1827’’[6], τον οποίο φιλοτέχνησε ο Θεόδωρος Βρυζάκης. Ο Γερμανός αξιωματικός, τοποθετημένος στην κάτω αριστερή γωνία του πίνακα, στέκεται ανάμεσα στους φουστανελοφόρους, με λυγισμένο το δεξιό του πόδι, ενώ δείχνει την Ακρόπολη των Αθηνών με το αριστερό του χέρι.

O Krazeisen όπως απεικονίζεται στον πίνακα του Βρυζάκη

Ο Karl Krazeisen δεν άφησε απομνημονεύματα, ούτε σημειώσεις. Άφησε όμως ένα ιδιαίτερα σημαντικό καλλιτεχνικό και ιστορικό έργο.

Όλα άρχισαν στις 11 Αυγούστου 1826 στο Ναύπλιο, όταν ο Krazeisen συνάντησε τον Γεώργιο Κουντουριώτη και σκιτσάρισε το πορτραίτο του, το οποίο ήταν το πρώτο που δημιούργησε. Σταδιακά, γνώρισε προσωπικά τους περισσοτέρους από τους αγωνιστές και τους παράγοντες της Ελληνικής Εθνεγερσίας του 1821. Ανάμεσα σε αυτούς υπήρχαν πυρπολητές, καπεταναίοι, οπλαρχηγοί, προεστοί και Φιλέλληνες. Αρχικά σχεδίαζε το πορτραίτο τους και στη συνέχεια τους ζητούσε να υπογράψουν το έργο που τους απεικόνιζε ως πιστοποιητικό αυθεντικότητας. Μετά την επιστροφή του στη Γερμανία, δημιούργησε μία σειρά από λιθογραφίες που μας προσφέρουν τη δυνατότητα να γνωρίζουμε με ακρίβεια την όψη των Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Γεωργίου Καραϊσκάκη, Νικηταρά, Ιωάννη Μακρυγιάννη, Ανδρέα Μιαούλη, Κωνσταντίνου Κανάρη, Κίτσου Τζαβέλλα, Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, αλλά και των Τομπάζη, Γεωργίου Κουντουριώτη, Γεωργίου Μαυρομιχάλη, Ανδρέα Ζαΐμη, Σισίνη και πολλών άλλων. Ενώ, οι πλέον γνωστοί από τους Φιλέλληνες που φιλοτεχνήθηκαν ήταν οι Charles Fabvier, Frank Hastings και Thomas Gordon[7].

Μετά τον θάνατο του Krazeisen, η συλλογή με το έργο του περιήλθε ως κληρονομιά στην κόρη του, την Maria Krazeisen – Fetova, σύζυγο του Ρώσου καθηγητή Ion Radionov Fetov, ο οποίος δίδασκε στο Βερολίνο και μετά στο Γαλάτσι της Ρουμανίας. Μετά τον θάνατο της Μαρίας, ο σύζυγος της ενημέρωσε τον Έλληνα ζωγράφο Νικόλαο Γύζη για την ύπαρξη των λιθογραφιών και πως ήθελε να τις παραχωρήσει στο Ελληνικό Δημόσιο. Ο Γύζης του συνέστησε να τις παραχωρήσει στο (υπό ίδρυση) Μουσείο της πόλεως των Αθηνών. Στις 13 Φεβρουαρίου 1926, ο Fetov κατέθεσε το ιστορικό της συλλογής και ενημέρωσε επίσημα το Ελληνικό προξενείο στο Γαλάτσι της Ρουμανίας, ενώ ανέθεσε τα σχετικά με την πώληση στον Έλληνα κάτοικο εξωτερικού Αντύπα. Λίγο καιρό αργότερα, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, τότε διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης, ζήτησε από την Ελληνική κυβέρνηση (με άρθρο[8] που δημοσίευσε), να αγοράσει το κληροδότημα, όπως και συνέβη, έναντι του ποσού των 200.000 δραχμών, και στη συνέχεια να το παραδώσει στην Εθνική Πινακοθήκη. Στη συλλογή περιλαμβάνονται η κασετίνα με τα υδροχρώματα και τα πινέλα του Krazeisen, το δερμάτινο σελάχι του αγωνιστή του 1821 Δημητρίου Πλαπούτα, το οποίο εκτίθεται στο Παράρτημα του Πολεμικού Μουσείο στο Ναύπλιο, μια φωτογραφία του ζωγράφου και 24 λιθογραφίες. Παράλληλα αποκτήθηκε και ο λεπτομερής κατάλογος των έργων στη Ρουμανική γλώσσα, με περιληπτική εισαγωγή του ιστορικού, όπου τονίζεται ότι οι προσωπογραφίες είναι σχεδιασμένες εκ του φυσικού και ότι κάθε μια φέρει τις ιδιόχειρες υπογραφές των απεικονιζομένων.

Οι λιθογραφίες του Krazeisen βρίσκονται στην Αίθουσα Ελευθερίου Βενιζέλου του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου στην Αθήνα και μέχρι σήμερα η συλλογή έχει παρουσιασθεί τρεις φορές σε εκθεσιακό επίπεδο[9].

Σύμφωνα με τον καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Παντελή Πρεβελάκη, οι προσωπογραφίες του Krazeisen «είναι αρκετές για να συνθέσουν την αρχέτυπη εικόνα του Εθνικού Αγωνιστή που αναζητεί το ομαδικό υποσυνείδητο. Ιδωμένη από την ιστορική και ψυχολογική πλευρά, η κάθε προσωπογραφία αποτελεί μια ανεκτίμητη μαρτυρία για την φυλή, τον χαρακτήρα, την κοινωνική κατάσταση του εικονιζομένου»[10].

Η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα έγραψε σχετικά: «…. Ο Καρλ Κρατσάιζεν έβαζε τον εικονιζόμενο να υπογράψει στο κάτω μέρος του χαρτιού. Του οφείλουμε θαυμασμό για την πρόνοια του και ευγνωμοσύνη γι’ αυτή τη σιωπηλή αλλά ψηλαφητή μαρτυρία … Ο Καρλ Κρατσάιζεν αν δεν είχε πάρει μαθήματα ζωγραφικής, είχε ασκηθεί τόσο πολύ, ώστε τα σχέδιά του δεν μπορούν να θεωρηθούν έργα ερασιτέχνη. Το βλέμμα του διεισδυτικό, οξύ και υποστηρίζεται από ένα χέρι που σχεδιάζει διστακτικά μεν, αλλά με μεγάλη ακρίβεια και ευαισθησία. Συχνά τα σχέδιά του έχουν την ποιότητα του νεοκλασικού ζωγράφου Ενγκρ … Οφείλουμε πράγματι ευγνωμοσύνη τόσο στους κληρονόμους του Κρατσάιζεν που διαφύλαξαν αυτόν τον θησαυρό όσο και στον Ζαχαρία Παπαντωνίου, διευθυντή τότε της Εθνικής Πινακοθήκης, που είχε την έμπνευση να τον αποκτήσει το 1926 …» [11].

Στον Karl Krazeisen η ΕΕΦ αποτείει την πρέπουσα τιμή, διότι ο Φιλελληνισμός του συνδυάζει τόσο την δράση του για την Ελευθερία των Ελλήνων, όσο και ένα ισχυρό πνευματικό σκέλος, το οποίο μακροπρόθεσμα αποδεικνύεται εξαιρετικά ιστορικό, καθώς με το χρωστήρα του αποτύπωσε τις μορφές σημαντικών πρωταγωνιστών της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, Ελλήνων και Φιλελλήνων, οι οποίες θα είχαν χαθεί στη λήθη, με αποτέλεσμα η ιστορία να είναι σε αρκετά σημεία ημιτελής.

 

Προσωπογραφίες του Karl Krazeisen

Πρόκειται για μία σπάνια σειρά από τις λιθογραφίες του Krazeisen, που είναι επιχρωματισμένες με το χέρι.

 

Παραπομπές

[1] Nagler, Georg Kaspar, ‘’Neuesallgemeines Kuenstler-Lexicon’’, Μόναχο, 1839, σελ.168.
[2] Βλ. στο ίδιο.
[3]   St Clair, William, “That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ. 335.
[4] Οικονόμου, Μιχαήλ, “Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας ή ο ιερός των Ελλήνων αγών”, εκδ. Θ. Παπαλεξανδρή, Αθήνα, 1873, σελ. 781.
[5] Τράιμπερ, Ερρίκος, “Αναμνήσεις από την Ελλάδα 1822-1828”, επιμ. δρ. Χρήστος Ν. Αποστολίδης, ιδ. εκδ., Αθήνα, 1960, σελ. 76.
[6] Κασιμάτη, Μαριλένα Ζ., “Ο Υπολοχαγός Καρλ Κράτσαϊζεν ζωγραφίζει τους Έλληνες και φιλέλληνες αγωνιστές του 1821”, εκδ. εφ. “Καθημερινή”, ένθετο “Επτά ημέρες”, Αθήνα, 25 Μαρτίου 2003, σελ. 5-13.
[7] Krazeisen, Karl, “Bildnisse ausgezeichneter Griechen und Philhellenen nebst einigen Ansichten und Trachten. Nach der Natur gezeichnet und herausgegeben von Karl Krazeisen”, 7 τόμοι, Μόναχο, 1827-1831.
[8] Παπαντωνίου, Ζαχαρίας, Εφημερίδα “Ελεύθερον Βήμα”, φύλλο 23ης Μαΐου 1926,Αθήνα, 1926.
[9] Κασιμάτη, Μαριλένα Ζ., “Ο Υπολοχαγός Καρλ Κράτσαϊζεν ζωγραφίζει τους Έλληνες και φιλέλληνες αγωνιστές του 1821”, εκδ. εφ. “Καθημερινή”, ένθετο “Επτά ημέρες”, Αθήνα, 25 Μαρτίου 2003, σελ. 5-13.
[10]  Πρεβελάκης, Παντελής, “Ο Καρλ Κράτσαϊζεν στην Ελλάδα”, περιοδικό “Νέα Εστία”, Αθήνα, 1972,τεύχος 1075, σελ. 499-502.
[11] Λαμπράκη-Πλάκα, Μαρίνα, εφημερίδα “Τα Νέα”, 18 Δεκεμβρίου 2005, Αθήνα.

 

Βιβλιογραφία – Πηγές

  • St Clair, William, “That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008.
  • Οικονόμου, Μιχαήλ, “Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας ή ο ιερός των Ελλήνων αγών”, εκδ. Θ. Παπαλεξανδρή, Αθήνα, 1873.
  • Krazeisen, Karl, “Bildnisse ausgezeichneter Griechen und Philhellenen nebst einigen Ansichten und Trachten. Nach der Natur gezeichnet und herausgegeben von Karl Krazeisen”, 7 τόμοι, Μόναχο, 1827-1831.
  • Τράιμπερ, Ερρίκος, “Αναμνήσεις από την Ελλάδα 1822-1828”, επιμ. δρ. Χρήστος Ν. Αποστολίδης, ιδ .εκδ., Αθήνα, 1960.
  • Παπαντωνίου, Ζαχαρίας, Εφημερίδα “Ελεύθερον Βήμα”, φύλλο 23ης Μαΐου 1926, Αθήνα, 1926.
  • Πρεβελάκης, Παντελής, “Ο Καρλ Κράτσαϊζεν στην Ελλάδα”, περιοδικό “Νέα Εστία”, Αθήνα, 1972, τεύχος 1075.
  • Κασιμάτη, Μαριλένα Ζ., “Ο Υπολοχαγός Καρλ Κράτσαϊζεν ζωγραφίζει τους Έλληνες και φιλέλληνες αγωνιστές του 1821”, εκδ. εφ. “Καθημερινή”, ένθετο “Επτά ημέρες”, Αθήνα, 25 Μαρτίου 2003.
  • Λαμπράκη-Πλάκα, Μαρίνα, εφημερίδα “Τα Νέα”, 18 Δεκεμβρίου 2005, Αθήνα.

 

 

Jean Gabriel Eynard, πορτραίτο 19ου αιώνα

 

Ο Jean Gabriel Eynard (1775-1863), ήταν Ελβετός τραπεζίτης, διπλωμάτης και σημαίνων Φιλέλληνας, μέγας υποστηρικτής της Ελληνικής Επανάστασης, και ευεργέτης της Ελλάδος.

Πατέρας του ήταν ο Gabriel-Antoine Eynard, έμπορος και τραπεζίτης από την παλαιά και ισχυρή οικογένεια ευγενών Mont-Eynard, η οποία καταγόταν από την επαρχία Dauphiné της Ν.Α. Γαλλίας[1].

Ο αρχικός κλάδος της οικογένειας παρέμεινε Ρωμαιοκαθολικός, ενώ ο νεότερος είχε προσχωρήσει στη Μεταρρύθμιση. Ο Gabriel-Antoine Eynard (πατέρας του Jean Gabriel Eynard), προερχόταν από τον καλβινικό κλάδο της οικογένειας, που αμέσως μετά την ανάκληση του Εδίκτου της Νάντης (1685), είχε καταφύγει στη Γενεύη για να διατηρήσει την πίστη του. Αρκετά μέλη της οικογένειας κατέλαβαν δημόσια αξιώματα στην πόλη και ανέπτυξαν εξαίρετη φιλανθρωπική δράση, ενώ ο παππούς του Jean Gabriel Eynard, ο Jean-Louis Eynard de Trémolières, αποκαλείτο l’avocat des pauvres («ο δικηγόρος των φτωχών»)[2].

Το 1769, ο Gabriel-Antoine Eynard μετοίκησε στην Λυών, όπου ίδρυσε εμπορικό οίκο. Το 1770, αφού η πρώτη του σύζυγος Marie-Françoise de Normandie είχε αποβιώσει, νυμφεύθηκε τη Marie-Madeleine Meuricoffre, κόρη εμπόρων του Thurgau Ελβετίας, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά. Το δεύτερο από αυτά ήταν ο Jean Gabriel Eynard. Ο νεαρός, ο οποίος διαπλάθεται εντός ενός αυστηρού καλβινικού περιβάλλοντος, είναι εξαιρετικά φιλομαθής και φιλότεχνος. Από νωρίς μαθαίνει δίπλα στον πατέρα του τις οικονομικές και εμπορικές διαδικασίες και προοδεύει[3].

Το 1793 κορυφώνεται η αιματηρή σύγκρουση Ιακωβίνων και Γιρονδίνων. Η Λυών είχε προσχωρήσει στο μοναρχικό στρατόπεδο, και πολιορκήθηκε από τα στρατεύματα της Γαλλικής Συμβατικής Συνέλευσης. Η οικογένεια Eynard  συγκαταλεγόταν στους υπερασπιστές της πόλης. Ο Gabriel-Antoine Eynard μάλιστα ήταν αιρετός δήμαρχος της Λυών. Στις 9 Οκτωβρίου, η πόλη καταλαμβάνεται από τους επαναστάτες[4]. Ο Jean Gabriel Eynard καταφέρνει να διαφύγει στη Γενεύη. Αντίθετα, ο πατέρας του συλλαμβάνεται, καταδικάζεται σε θάνατο και η περιουσία του δημεύεται. Παρά ταύτα καταφέρνει και αυτός στο τέλος να αποδράσει. Όλη η οικογένεια εγκαθίσταται στη μικρή ελβετική πόλη Rolle, του καντονιού Vaud, στις όχθες της λίμνης της Γενεύης[5].

Επειδή η πατρική περιουσία καταστράφηκε στη Λυών, ο πατέρας του Jean Gabriel Eynard τον έστειλε στην ετεροθαλή αδελφή του, Lisette Gaulis, η οποία ζούσε στη Γένοβα, για να εργασθεί στον σημαντικό εμπορικό οίκο του συζύγου της[6].

Μετά από προσωπική εργασία, ο Jean Gabriel Eynard αποφασίζει να ιδρύσει, μαζί με τον αδελφό του Jacques και έναν παλιό υπάλληλο των Gaulis, δικό του εμπορικό οίκο (Eynard Frères et Schmidt)[7].

Τα δύο αδέλφια ανέπτυξαν με τόλμη και επιτυχία επιχειρηματική δραστηριότητα (εμπορευόμενοι ελαιόλαδο, κρεμέζι και τσίτια), και έτσι κατάφεραν να εξοφλήσουν όλες τις προηγούμενες υποχρεώσεις της πατρικής επιχείρησης[8].

Τον Απρίλιο-Ιούνιο του 1800 οι Άγγλοι και οι Αυστριακοί πολιόρκησαν τη Γένοβα (Ναπολεόντειοι πόλεμοι υπατείας). Ο Jean Gabriel Eynard συμπαραστάθηκε στα στρατεύματα του Γάλλου στρατηγού Αndre Massena, συμμετέχοντας θαρραλέα ως εθελοντής στην άμυνα της πολιορκημένης και λιμοκτονούσας πόλης, που τελικά παραδόθηκε στις 4 Ιουνίου 1800[9].

Ο Eynard μετέβη για ένα διάστημα στο Μιλάνο, όπου η γνωριμία του με το στρατηγό Horace Francois Bastien Sebastiani de la Porta (1772-1851), μετέπειτα πρέσβη της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη[10], όπου ήλθε σε επαφή με το γαλλικό επιτελείο. Στη συνέχεια κατέληξε στο Λιβόρνο[11].

Ο Eynard αναδείχθηκε στην Ιταλία σε σπουδαίο έμπορο, ισχυρό τραπεζίτη, ικανό διαχειριστή και διπλωμάτη. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι επέτυχε να επενδύσει με ιδιαίτερη επιτυχία ένα δάνειο 1.450.000 λιρών του δουκάτου της Ετρουρίας, σε ορυχεία, σε μεταλλεία σιδήρου και σε γαίες της Κεντρικής Ιταλίας[12].

Το 1803 αποσύρθηκε από τον τραπεζικό οίκο που είχε συστήσει με τον αδελφό του στη Γένοβα και εγκαταστάθηκε στη Φλωρεντία όπου ανέλαβε δημόσια καθήκοντα, παράλληλα με τις επιχειρηματικές και εμποροπιστωτικές του δραστηριότητες. Από την δραστηριότητά του αυτή, απέκτησε μεγάλη περιουσία και οι επιχειρήσεις του επεκτάθηκαν στη Γενεύη και τις ιταλικές εμπορικές πόλεις Φλωρεντία και Λιβόρνο[13].

Έλαβε επί σειρά ετών υψηλά δημόσια αξιώματα, τα οποία του επέτρεψαν να αναδιοργανώσει τα οικονομικά αρκετών ιταλικών κρατιδίων, όπως του δουκάτου της Ετρουρίας, των πριγκιπάτων της Λούκα και του Πιομπίνο, του κράτους της Τοσκάνης, κ.ά. Το φθινόπωρο του 1804 συμμετείχε ως μέλος της Τοσκανικής διπλωματικής αντιπροσωπείας, στις εκδηλώσεις για τη στέψη του Ναπολέοντα στο Παρίσι. Μερικούς μήνες αργότερα, στο Μιλάνο, θα υποστηρίξει με σταθερότητα τα συμφέροντα του δουκάτου (μείωση της φορολογίας) ενώπιον του αυτοκράτορα και βασιλέα της Ιταλίας Ναπολέοντα[14].

Το 1807 αναλαμβάνει κεντρικός εισπράκτορας των φόρων στα πριγκιπάτα Λούκα και Πιομπίνο που κυβερνούν ο Felix Bacciochi και η σύζυγός του Ελίζα Βοναπάρτη, αδελφή του Ναπολέοντα.

Το 1808 γίνεται Ελβετός πολίτης και δημότης της Rolle. Επανέρχεται στο Παρίσι τον επόμενο χρόνο, ως μέλος της Τοσκανικής αντιπροσωπείας με αποστολή να ευχαριστήσει τον Ναπολέοντα για το διορισμό της αδελφής του Ελίζας στο θρόνο της Τοσκάνης. Παράλληλα με τα πολιτικά του καθήκοντα, στο Παρίσι αξιοποίησε το χρόνο του μελετώντας χημεία με τον βαρόνο Thénard[15].

Το 1814 – 15 η Γενεύη έγινε δεκτή στην Ελβετική Ομοσπονδία. Ο Eynard οργανώνει και εφοδιάζει με έξοδα του ιππικό σώμα εθνοφυλακής, της οποίας ορίζεται αντισυνταγματάρχης, με αποστολή την προστασία της ανεξαρτησίας της περιοχής από τις βλέψεις των Γάλλων. Είναι μέλος του Ανωτάτου Συμβουλίου της Γενεύης και γραμματέας της αντιπροσωπείας στις «Συνθήκες του Παρισιού» και στο Συνέδριο της Βιέννης, μαζί με το θείο του, από τη σύζυγό του Anna Eynard Lullin Charles Pictet de Rochemont (1755-1824) και τον Francois d’lvernois[16].

Στις διεθνείς αυτές συναντήσεις προσπαθούν να εξασφαλίσουν την αναγνώριση της προσάρτησης της Γενεύης στην Ελβετική Ομοσπονδία, καθώς και την ουδετερότητα της Ελβετίας[17].

Ο Ιωάννης Καποδίστριας, ειδικός απεσταλμένος του αυτοκράτορα της Ρωσίας Αλεξάνδρου Α’, υποστήριξε με συνέπεια, στο πλαίσιο της ρωσικής πολιτικής, τα αιτήματά τους και έγινε στενός φίλος τους. Στο Συνέδριο της Βιέννης ο Eynard συνοδεύεται από τη σύζυγό του. Το ζεύγος γνωρίζεται με τους περισσότερους ισχυρούς ηγεμόνες, τους μεγάλους πολιτικούς και διπλωμάτες της εποχής. Η συνάντησή τους με τον Ιωάννη Καποδίστρια θα καταλήξει σε θερμή, ειλικρινή και μακροχρόνια φιλία. Η φιλία των δύο ανδρών είναι η πρώτη ουσιαστική επαφή του Eynard  με τα ελληνικά πράγματα. Από τον κορυφαίο Κερκυραίο διπλωμάτη και πολιτικό, ο Γαλλοελβετός τραπεζίτης αρχίζει να πληροφορείται για τα δεινά των υπόδουλων Ελλήνων[18]. Στο Συνέδριο της Βιέννης οι τέσσερις «Μεγάλες Δυνάμεις» καταλήγουν στην «Ευρωπαϊκή Συμφωνία», τη γνωστή ως Ιερά Συμμαχία, εναντίον όλων των επαναστατικών και απελευθερωτικών κινημάτων της εποχής. Έτσι διαμορφώνεται ένα αρνητικό κλίμα, κυρίως από την πλευρά της Αυστρίας, με εμπνευστή τον καγκελάριο Metternich, και για την ελληνική υπόθεση[19].

Κατά το διάστημα 1817-1821 ο Eynard κτίζει στη Γενεύη, στην Promenades des Bastions, το οικογενειακό του μέγαρο, με σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα G. Salucci και την αποφασιστική συμβολή του ίδιου και της συζύγου του. Φλωρεντινού-νεοκλασσικού ρυθμού, το ωραιότερο κτίσμα της εποχής εκείνης στην πόλη, είναι σήμερα το ανακαινισμένο Δημαρχιακό Μέγαρο[20]. Το σπίτι αυτό θα αναδειχθεί σε «στρατηγείο», τόσο του ευρωπαϊκού φιλελληνισμού, όσο και του πολιτισμού, μερικά χρόνια αργότερα. Την ίδια περίοδο αναπτύσσει πλούσια κοινωνική και πνευματική δράση, είναι πρωτεργάτης ή ενεργό μέλος σε διάφορους φιλολογικούς και καλλιτεχνικούς συλλόγους της Γενεύης, όπως στις Société de Lecture, Société des Arts, Société d’ Histoire et d’ Archéologie, την Utilité Publique, ενισχύει φιλανθρωπικές πρωτοβουλίες, φροντίζει για τον καλλωπισμό της πόλης[21] κ.ά. Μερικά χρόνια αργότερα θα αποκτήσει πολυτελείς κατοικίες στη Φλωρεντία, τη Ρώμη και το Παρίσι. Παράλληλα συνέχισε και την πολιτική του δραστηριότητα. Έτσι το 1816 ανέλαβε να αποκαταστήσει τα δημόσια οικονομικά του Κράτους της Τοσκάνης. Το φθινόπωρο του 1818 αντιπροσωπεύει τον μεγάλο δούκα της Τοσκάνης Φερδινάνδο, στο Συνέδριο της Aix-la-Chapelle. Στην αυλή του θα παραμείνει ως σύμβουλος μέχρι το 1821. Για την συνεισφορά του τιμήθηκε ήδη από το 1818 με τον τίτλο του ευγενή της Φλωρεντίας και του ιππότη του Αγίου Ιωσήφ[22].

Με την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και στην Ελλάδα το 1821, ο Eynard είναι ένας από τους πρώτους Ευρωπαίους που αναμειγνύεται όλο και πιο ζωηρά στο κίνημα συμπαράστασης των αγωνιζόμενων Ελλήνων.

Jean Gabriel Eynard, λιθογραφία 19ου αιώνα (συλλογή ΕΕΦ)

Τον Αύγουστο του 1821 ιδρύει, μαζί με τους Favre-Bertrand, Et.-L. Dumont, J.C.L. de Sismondi, Bellot, κ.ά., την πρώτη φιλελληνική επιτροπή της Γενεύης, η οποία γρήγορα αναγνωρίσθηκε από τις επιτροπές των άλλων ελβετικών πόλεων ως συντονιστική αρχή. Ο Eynard μεταβλήθηκε άμεσα στον οργανωτή, στην ψυχή και τον στυλοβάτη όλων των φιλελληνικών κομιτάτων της Ευρώπης (Γενεύης, Παρισιού, Βέρνης, Ζυρίχης, Λοζάνης, Βερολίνου, Μονάχου, Δρέσδης, κ.ά). Τα Φιλελληνικά Κομιτάτα βοήθησαν με εράνους, δημόσιες εκδηλώσεις και διαφώτιση της κοινής γνώμης, την υπόθεση του Απελευθερωτικού Αγώνα[23] των Ελλήνων.

Στην αρχή της Επανάστασης, οι Φαναριώτες πρίγκιπες Ιωάννης Καρατζάς, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και Μιχαήλ Σούτζος φιλοξενήθηκαν στο σπίτι του και έγιναν φίλοι του. Από το φθινόπωρο του 1822 συνεργάζεται πλέον στενά με τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος, μετά την παραίτηση του από τα καθήκοντα του στην Αυλή του τσάρου, μένει μόνιμα στη Γενεύη και εργάζεται υπέρ του Ελληνικού Αγώνα[24].

Επιστολή του 1825 του Eynard Προς τον Γάλλο ιστορικό και Φιλέλληνα Jean-Alexandre Buchon (1791-1849), συγγραφέα του διάσημου έργου «το χρονικό του Μοριά» (συλλογή ΕΕΦ)

Τα επόμενα χρόνια ο Eynard θα γίνει ο γενναίος χρηματοδότης του Αγώνα των Ελλήνων. Θα διευκολύνει και θα χρηματοδοτήσει την αποστολή ξένων εθελοντών, τροφίμων, πολεμοφοδίων και χρηματικών ποσών στους αγωνιζόμενους Έλληνες. Ως επιφανής οικονομικός και πολιτικός παράγοντας, είχε τη δυνατότητα να προβάλει το Ελληνικό ζήτημα στις ξένες ευρωπαϊκές αυλές και κυβερνήσεις, σε διπλωμάτες και προσωπικότητες από τον κοινωνικό του περίγυρο, σε διεθνείς συσκέψεις και συνέδρια. Η τεράστια αλληλογραφία του, τα ταξίδια του και οι επαφές του έχουν αποκλειστικό στόχο την αποκατάσταση της Ελλάδας, την οποία ποτέ στη ζωή του δεν επισκέφθηκε. Αξιόλογη είναι επίσης η αλληλογραφία του με τους Έλληνες οπλαρχηγούς και πολιτικούς, πρωταγωνιστές της Επανάστασης[25]. Δικαίως απέκτησε τον τίτλο του «Πρύτανη των Φιλελλήνων» και του «Φίλου των Ελλήνων»[26].

Τιμητικό μετάλλιο με την μορφή του J. G. Eynard και τον τίτλο “L’ami des grecs” (συλλογή ΕΕΦ)

Την περίοδο 1825-1827, μετά την απόβαση των αιγυπτιακών στρατευμάτων του Ιμπραήμ Πασά στην Πελοπόννησο και την πολιορκία του Μεσολογγίου, όταν ο Αγώνας εισήλθε σε κρίσιμη φάση, ο Eynard εργάζεται εντατικά στο Παρίσι επί τέσσερις μήνες για τη συγκρότηση της Φιλελληνικής Επιτροπής και την αποστολή της οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα. Προσπαθεί να εξασφαλίσει δάνειο με ευνοϊκούς όρους, την διαχείριση του οποίου θα αναλάμβανε η Φιλελληνική Επιτροπή του Παρισιού. Εν τέλει οι Έλληνες αντιπρόσωποι προτίμησαν να συνάψουν τα γνωστά δάνεια στο Λονδίνο[27].

Τον Σεπτέμβριο του 1825, με ενέργειές του Eynard, συγκεντρώθηκαν από την Επιτροπή της Γενεύης 55.000 – 60.000 φράγκα για τους Έλληνες. Ο ίδιος εφοδίασε με άλλα 40.000 φράγκα για τρόφιμα και πολεμικό υλικό, τους δύο απεσταλμένους Fr. Marcet και W. Romilly, των Επιτροπών του Παρισιού και της Γενεύης αντίστοιχα, που στάλθηκαν στην Ελλάδα το επόμενο έτος. Όταν ο Eynard πληροφορήθηκε την πολιορκία του Μεσολογγίου συγκλονίσθηκε. Ειδικά επειδή είχε ζήσει ο ίδιος την ίδια ζοφερή κατάσταση δύο φορές στη ζωή του. Έστειλε αμέσως ως δική του εισφορά 12.000-15.000 φράγκα για σιτάρι, και εξασφάλισε άλλα 60.000 φράγκα από τους Γάλλους Φιλέλληνες. Τα ποσά αυτά στάλθηκαν μέσω Ζακύνθου στην Ελλάδα, στα πεδία των μαχών και το Μεσολόγγι[28]. Την ίδια περίοδο, απηύθυνε ένα εμβληματικό μήνυμα «στους ένδοξους στρατιωτικούς αρχηγούς των γενναίων του Μεσολογγίου και στην ανδρεία φρουρά του».

Το πάθος του ήταν τέτοιο, που τον οδήγησε να μεταβεί ο ίδιος με τη σύζυγό του στην Ανκόνα, για να επιβλέψει προσωπικά τη φόρτωση των πλοίων με εφόδια για τη μαρτυρική πόλη, η οποία στο μεταξύ είχε υποκύψει στις ορδές του Ιμπραήμ.

Suzanne Elisabeth Eynard (1775-1844), η καταστροφή των Ψαρών. Πίνακας της νύφης του Eynard, συζύγου του αδελφού του Jacques Eynard (συλλογή ΕΕΦ).

Η θυσία του Μεσολογγίου έπεισε τον Eynard ότι χρειάζεται αποτελεσματικότερος συντονισμός της προσπάθειας για βοήθεια. Αξίζει να σημειωθεί πόσο τον είχε συγκινήσει η αιχμαλωσία των Ελλήνων και η πώλησή τους σε σκλαβοπάζαρα της Μεσογείου. Έστειλε αμέσως 51.000 φράγκα για την εξαγορά των σκλαβωμένων γυναικόπαιδων. Παράλληλα, διορίζει αντιπροσώπους του τον Γ. Παπαμανώλη στα Κύθηρα και τον Τ. Τ. Petrini στο Ναύπλιο. Επίσης, έστειλε στην Ελλάδα για την καλύτερη διαχείριση της βοήθειας, τον συμπατριώτη του Ελβετό γιατρό Φιλέλληνα Louis-André Gosse[29].

«LE COURRIER FRANCAIS», 28 Απριλίου 1826. Εφημερίδα, νούμερο 118. Περιέχει μια από τις πρώτες γραπτές αναφορές στα γεγονότα της ελληνικής επανάστασης και πιο συγκεκριμένα παραθέτει αλληλογραφία που σώθηκε από τον Μ. Eynard και σχολιάζει τα γεγονότα και τις κινήσεις των γειτονικών περιοχών σε σχέση με την τρίτη πολιορκία του Μεσολογγίου (συλλογή ΕΕΦ).

Η διορατικότητά του τον οδηγεί σε σημαντικές παρεμβάσεις με επίπτωση και στις στρατιωτικές πτυχές του αγώνα των Ελλήνων. Η εκτίμησή του ήταν η Ελλάδα όφειλε να διατηρήσει την κυριαρχία της στην θάλασσα. Μία κυριαρχία που είχε αρχίσει να χάνει. Έτσι μεσολάβησε για τη μετάκληση του ναυάρχου Cochrane[30] στην Ελλάδα. Την εποχή εκείνη ο Cochrane ήταν ο πλέον διάσημος διεθνώς ναύαρχος. Ήταν ένα στρατιωτικό και πολιτικό εργαλείο, που μόνο το όνομά του αρκούσε για να προκαλέσει τρόμο στον εχθρό. Όταν ανακοινώθηκε ότι ο ναύαρχος Cochrane ερχόταν στην Ελλάδα, το επιτόκιο του Ελληνικού δανείου μειώθηκε αμέσως κατά 15%. Η άφιξή του στην Ελλάδα ήταν το πρώτο θέμα συζήτησης στην Ελλάδα και την Τουρκία.

Στο ίδιο πλαίσιο, ο Eynard συμμετείχε με 150.000 φράγκα στα έξοδα ναυπήγησης και εξοπλισμού της ‘’Καρτερίας’’, του πρώτου ατμοκίνητου πολεμικού πλοίου που έλαβε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις στην ιστορία του ναυτικού[31].

Από την πτώση του Μεσολογγίου μέχρι τις πρώτες ημέρες του 1827, είχαν σταλεί στην Ελλάδα, με φροντίδα του Eynard, από τα ελβετικά, γερμανικά και γαλλικά φιλελληνικά κομιτάτα, τρόφιμα συνολικού βάρους 7,4 εκατομμυρίων λιβρών. Επίσης, μέσα στο 1827 ο Eynard απέστειλε από εράνους πάνω από 800.000 φράγκα. Σε απολογισμό που παρουσίασε στα τέλη του 1827, ανέφερε ότι μόνο από τον εβδομαδιαίο έρανο του 1826, είχαν αποσταλεί συνολικές εισφορές στους Έλληνες πάνω από 2,5 εκατομμύρια φράγκα. Χωρίς επίσημη διπλωματική ιδιότητα, αλλά με το μεγάλο διεθνές κύρος του, χειρίσθηκε με επιτυχία τα μεγάλα ελληνικά διπλωματικά προβλήματα της περιόδου 1827-1832, επηρεάζοντας σημαντικά τις αποφάσεις του Λονδίνου, τον Ιούλιο του 1827 και του Παρισιού στα 1829-30. Τον Μάιο του 1827 η Γ’ Εθνοσυνέλευση στην Τροιζήνα του απένειμε τιμητικά την ελληνική ιθαγένεια «πολιτογραφούσα αυτόν αληθή Έλληνα και πολίτην της Ελλάδος»[32].

Συστατική επιστολή του Fabvier προς τον Eynard με αίτημα την βοήθεια Έλληνα που σπουδάζει στην Πίζα και στο Παρίσι. «Κύριε, Ο νεαρός Βασίλειος Αναγνώστη Παπαμανώλης από την Ύδρα, αφού μελέτησε στην Πίζα, θα βρίσκεται στο Παρίσι για τις εξετάσεις σας. Γνωρίζοντας και τη φιλανθρωπική σας δράση και το βαθύ ενδιαφέρον που δείχνετε γι’ αυτό το έθνος, παίρνω το θάρρος να σας συστήσω θερμά αυτόν τον νεαρό άνδρα στις κρίσιμες στιγμές. Οι Υδραίοι ξεσηκώνονται (ξυπνούν) και δείχνουν μια αυξανόμενη αποφασιστικότητα απέναντι στον κίνδυνο της πατρίδας τους. Δεσμεύομαι για αυτό το νεαρό άτομο με αυτή την απλή επιστολή. Η υψηλή εκτίμηση που απολαμβάνετε στην Ευρώπη και η μεγαλόψυχη ζεστασιά που σας χαρακτηρίζει, θα κάνουν περισσότερα για το θέμα από ό,τι θα μπορούσα να ελπίζω ο ίδιος για τον εαυτό μου. Σας διαβιβάζω, κύριε, την επιβεβαίωση της απεριόριστης αφοσίωσης με την οποία έχω την τιμή να σας αντιμετωπίζω. Ο Συνταγματάρχης Φαβιέρος. Ύδρα, την 4η Νοέμβριου 1826» (συλλογή ΕΕΦ).

Το διάστημα 1827-1831, όταν ο Ιωάννης Καποδίστριας ορίσθηκε Κυβερνήτης της Ελλάδας, βρήκε στο πρόσωπό του τον σοφό σύμβουλο και τον σταθερό συμπαραστάτη σε οποιαδήποτε οικονομική δυσκολία αντιμετώπιζε η νεοσύστατη Ελληνική Πολιτεία. Στον Eynard η Ελλάδα οφείλει πολλαπλή οικονομική στήριξη, κεφάλαια για τη γεωργική ανάπτυξη και την ίδρυση της γεωπονικής σχολής Τίρυνθας, την αποστολή σπόρων, πατάτας, εργαλείων, φαρμάκων, την συμβολή του στην ανοικοδόμηση χωριών, στην οργάνωση της παιδείας και του στρατού, την δημιουργία της Εθνικής Χρηματιστικής Τράπεζας (για την οποία απέστειλε συνολικά 100.000 φράγκα), την χορήγηση κρατικών δανείων που είχαν αρνηθεί στην Ελλάδα οι Δυνάμεις[33], κλπ.

Δύο επιστολές του 1828, του Ι. Καποδίστρια προς τον J.G.Eynard. Οι δύο επιστολές έχουν συνταχθεί σε περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη για την τύχη του υπό σύσταση νεοελληνικού κράτους και αυτό αντανακλάται στο περιεχόμενό τους. To 1828 ήταν χρονιά δύσκολη και αποφασιστική για την επιτυχή έκβαση της Επανάστασης. Ο Καποδίστριας είχε ήδη επιστρέψει στην Ελλάδα από τον Ιανουάριο, για να αναλάβει τη διακυβέρνηση και να οργανώσει κράτος πάνω σε ερείπια. Πέρα από τις σοβαρότατες οικονομικές δυσκολίες, ελλόχευε ο κίνδυνος να καταπνιγεί η Επανάσταση με την παρουσία του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο. Η γαλλική εκστρατευτική αποστολή στην Πελοπόννησο στα τέλη Αυγούστου ανάγκασε τον Ιμπραήμ να αποχωρήσει. Στη συνδιάσκεψη του Πόρου που ακολούθησε, με την παρουσία των πρεσβευτών των μεγάλων δυνάμεων, ο Καποδίστριας προσπάθησε να πετύχει την ευνοϊκότερη οριοθέτηση των συνόρων του νεοελληνικού κράτους.

Αξιοσημείωτο είναι κυρίως το δάνειο των 1.500.000 φράγκων του 1829, που χρησιμοποιήθηκε για να πληρωθεί ο στρατός και να παταχθεί η ληστεία. Το 1828, ο Eynard αναγκάσθηκε να πάει στα Πυρηναία για την περίθαλψη της συζύγου του. Τότε άφησε στο Παρίσι αντικαταστάτη του τον Μιχαήλ Σούτζο, ο οποίος διορίσθηκε μετά από εισήγηση του Eynard, πρέσβης στο Παρίσι[34]. Το 1830, αν και ο Eynard ήταν προσκείμενος στη γαλλική πολιτική, υποστήριξε την υποψηφιότητα για το θρόνο της Ελλάδος του πρίγκιπα του Saxe-Cobourg-Gotha Λεοπόλδου[35]. Το ίδιο έτος, η πόλη της Θήβας έδωσε το όνομά του στη μεγαλύτερη πλατεία της, ενώ το 1837 το δημοτικό συμβούλιο της πόλης αποφάσισε την ανέγερση μνημείου στην πλατεία, «εις τιμήν του ευκλεούς τούτου ανδρός και ευεργέτου της πατρίδος».

Η δολοφονία του Κυβερνήτη, προκάλεσε συντριβή στον πολυαγαπημένο του Ελβετό φίλο, ο οποίος μάλιστα του είχε ετοιμάσει στο Beaulieu μικρό οίκημα, για να περάσει ήσυχα τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Για να τιμήσει τον Ιωάννη Καποδίστρια, να υπερασπίσει τη μνήμη του από δυσμενή σχόλια Ελλήνων και ξένων αλλά και την υπόληψη της Ελλάδας, δημοσίευσε στο Παρίσι μια συλλογή δημόσιων και ιδιωτικών εγγράφων σχετικά με τα θλιβερά γεγονότα του 1831 με τίτλο ‘’Lettres et documents officiels relatifs aux derniers événements de la Grèce; qui ont précédé et suivi la mort du comte Capodistrias, jusqu’ au 31 octobre 1831’’[36].

CAPODISTRIAS. Lettres et documents officiels relatifs aux derniers événements de la Grèce, qui ont précédé et suivi la mort du comte Capodistrias, jusqu’au 31octobre 1831. Paris, Firmin Didot Frères, 1831; in-8, broché. Édition originale, publiée par plusieurs membres de l’ancien comité grec de Paris: André, Duc de Broglie, Cottier, Vicomte de Chateaubriand, Duc de Choiseul, duc de Dalberg, comte Alexandre de Laborde, Benjamin Delessert, Ambroise Firmin-Didot, Comte Eugène d’Harcourt, Mahul, Baron Ternaux, Villemain. Étiquette collée sous le titre: «On prie Messieurs les Pairs et Messieurs les Deputés de bien vouloir lire cette brochure, surtout depuis la page293, et particulièrement les trois dernières pages du volume» (συλλογή ΕΕΦ).

Κατά τα έτη 1831-1836 ο Eynard φροντίζει να σταλεί στην Ελλάδα ο έμπειρος Γάλλος οικονομολόγος Arthémond de Regny, επιστήθιος φίλος του, με αποστολή να οργανώσει τα δημόσια οικονομικά της χώρας. Ο de Regny διορίζεται «Γενικός Επόπτης των οικονομικών του βασιλείου», και το 1834 ιδρύει (και γίνεται ο πρώτος του πρόεδρος), το Ελεγκτικό Συνέδριο. Το 1838 αναλαμβάνει γενικός επιμελητής της οικονομικής διαχείρισης[37]. Η γνωριμία του de Regny, στο Ελεγκτικό Συνέδριο, με το σύμβουλο Γεώργιο Σταύρο και η φιλία των δύο ανδρών οδήγησαν λίγο αργότερα  στην ίδρυση της Εθνικής Τραπέζης.

Η Ελλάδα απένειμε στον Eynard το 1837 με το Βασιλικό Διάταγμα της 17.7.1837, τον Μεγαλόσταυρο των Ιπποτών του Τάγματος του Σωτήρος. Ταυτόχρονα, ο Eynard τιμήθηκε από τη Γαλλική κυβέρνηση με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής[38].

Ο Eynard συμμετείχε την περίοδο 1837 – 1840 σε διάφορες προσπάθειες ίδρυσης τράπεζας στο νεοελληνικό κράτος, είτε μόνος του, είτε με τον αγγλικό οίκο Wright και αργότερα με Ολλανδούς κεφαλαιούχους. Δυστυχώς οι προσπάθειες αυτές ήταν ανεπιτυχείς. Ήδη όμως από το 1838, ο Eynard παραχώρησε κεφάλαια 300.000 φράγκων στους de Regny και Γεώργιο Σταύρο, με στόχο να προεξοφλούν εμπορικά γραμμάτια στην αθηναϊκή αγορά με τόκο 8%, ώστε να παταχθεί η τοκογλυφία. Η δράση αυτή λειτούργησε ικανοποιητικά, με αποτέλεσμα να περιορισθούν οι αξιώσεις των τοκογλύφων[39].

Τα φιλελληνικά του αισθήματα και το ειλικρινές του ενδιαφέρον δεν σταμάτησαν ποτέ. Έτσι, το 1841 ο Eynard κηρύσσει «νέο συναγερμό των Φιλελλήνων», και αναλαμβάνει προσπάθειες για να βοηθηθεί την Κρητική Επανάσταση του 1841, να απελευθερωθεί η Μεγαλόνησος και να ενωθεί με την Ελλάδα. Δεν πρόλαβε να στείλει όμως τη βοήθεια, γιατί η επανάσταση κατεστάλη γρήγορα. Επίσης επεμβαίνει για την απελευθέρωση των χριστιανών αιχμαλώτων στην Αλγερία των γαλλο-αλγερινών συγκρούσεων του 1839-1841[40].

Η συνεισφορά του μεγάλου αυτού ανδρός, κορυφώνεται με την αποφασιστική συμβολή του για την ίδρυση της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος (ΕΤΕ) τον Μάρτιο του 1841.

Επιστολή του Γεωργίου Σταύρου προς τον J. G. Eynard. Η αντίθεση στη διακυβέρνηση του Όθωνα και η πτώχευση του ελληνικού δημοσίου το 1843, οδήγησαν στη στρατιωτική εξέγερση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Στρατιωτικά αποσπάσματα είχαν σταλεί να καταλάβουν κτίρια ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία του κράτους, μεταξύ αυτών και το κτίριο της Εθνικής Τράπεζας. H επιστολή αναδίδει το κλίμα των συνταρακτικών γεγονότων της εποχής. Πρόκειται για εμπιστευτική επιστολή, με ημερομηνία “Αθήναι, τη 14/26 Δεκεμβρίου 1843”. Ο Γ. Σταύρος αναλύει λεπτομερώς τη νέα πολιτική κατάσταση, τους ανθρώπους που απαρτίζουν το νέο υπουργικό συμβούλιο (Παλαμήδης, Μανσόλας, Μελάς κ.α.) και τις προστριβές μεταξύ τους. Αναφέρεται στον Μαυροκορδάτο και τον Κωλέττη και δίνει την εντύπωση του σταθερού τιμονιέρη που χειρίζεται αποτελεσματικά τα ζητήματα της τράπεζας μέσα στο ραγδαία εξελισσόμενο πολιτικό σκηνικό (συλλογή ΕΕΦ).

Ο Eynard υποστήριξε τον Γεώργιο Σταύρο για τη θέση του διευθυντή της Τράπεζας. Οι Jean Gabriel Eynard και Νικόλαος Ζωσιμάς ανακηρύσσονται «επίτιμοι διοικηταί» της ΕΤΕ από την προκαταρκτική συνέλευση των μετόχων της 13 Νοεμβρίου 1841[41].

Το 1842 η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία τον εκλέγει επίτιμο πρόεδρό της. Το 1843, έτος οικονομικής κρίσης στη Ελλάδα, προσπαθεί να πείσει τις ξένες δυνάμεις να δανείσουν πάλι τη χώρα. Όταν η Ελληνική κυβέρνηση κατήργησε τις πρεσβείες, ο Eynard προσφέρθηκε πάλι να αναλάβει τη διπλωματική εκπροσώπηση της Ελλάδας στο εξωτερικό. Αυτή την εποχή μεσολάβησε για το διακανονισμό απαιτήσεων διαφόρων κεφαλαιούχων συμπατριωτών του έναντι του ρωσικού δημοσίου και ο τσά­ρος Νικόλαος Α’ του απένειμε το Σταυρό του Τάγματος της Αγίας Άννας[42]. Ταυτόχρονα, την ίδια περίοδο, συνέχισε να πρωτοπορεί και στον πολιτισμό. Ο Eynard είναι ο πρώτος που προήγαγε την τέχνη της δαγεροτυπίας, με αποτέλεσμα να καταστεί επίτιμο μέλος της Ακαδημίας των Επιστημών στο Παρίσι[43].

Jean Gabriel Eynard. Δεκαετία 1850. Δαγεροτυπία αγνώστου. Αρχείο Ελληνοελβετικού Συλλόγου “Ιωάννης Γαβριήλ Εϋνάρδος”, Γενεύη.

Το 1847 ο Eynard διευκόλυνε την Ελληνική κυβέρνηση χορηγώντας της δάνειο 500.000 φρά­γκων, ώστε να ανταποκριθεί στην πληρωμή της εξαμηνιαίας δόσης του εθνικού δανείου του 1832 των 60.000.000 φράγκων. Από το 1848 και έπειτα απομονώθηκε από την κοινωνική ζωή, και αφιέρωνε όλο και περισσότερο χρόνο στη θρησκεία και τη μελέτη των χριστιανικών κειμένων. Επιπλέον τον ταλαιπωρούσαν τα προβλήματα της υγείας του[44].

Μετά τη λήξη του Κριμαϊκού πολέμου (1856) ο βασιλέας Όθων του απηύθυνε έκκληση, ούτως ώστε να μεσολαβήσει με το κύρος του στο Συνέδριο ειρήνης στο Παρίσι για ευνοϊκές λύσεις υπέρ της Ελλάδας[45].

Ο βασιλέας Οθων τον επισκέφθηκε ο ίδιος το 1862 στο Beaulieu, για να του μεταφέρει αυτοπροσώπως την αγάπη και την ευγνωμοσύνη του Ελληνικού Λαού και να του παραδώσει ιδιοχείρως το ανώτατο ελληνικό παράσημο, το Μεγαλόσταυρο του Σωτήρος, το οποίο του είχε απονεμηθεί ήδη το 1837.

Ο Jean Gabriel Eynard, ο μέγιστος αυτός Φιλέλληνας, εθνικός ευεργέτης της Ελλάδος και ευγενής πρωτοπόρος του πολιτισμού, απεβίωσε στις 5 Φεβρουαρίου 1863 στη Γενεύη.

Η ΕΕΦ, η Ελλάδα και οι Έλληνες θα τιμούν για πάντα την μνήμη του σημαίνοντα ευγενούς Φιλέλληνα, ο οποίος ανιδιοτελώς και χωρίς φειδώ, προσέφερε μέχρι την τελευταία του πνοή, συμβάλλοντας τα μέγιστα, τόσο για την ευόδωση της Ελληνικής Ανεξαρτησίας και της οικονομικής οργάνωσης του νέου κράτους, όσο και για την εξέλιξη του πολιτισμού.

 

Παραπομπές

[1] Νοταράς, Γεράσιμος, Καρατζάς, Θεόδωρος, Συνοδινός, Ζήσιμος, ‘’Ιωάννης Γαβριήλ Εϋνάρδος. Οραματιστής και κύριος συντελεστής της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος’’, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα,1999, σελ.13.

[2]  Βλ. στο ίδιο.

[3] Βλ. στο ίδιο.

[4] Chapuisat, Edouard, ‘’Jean-Gabriel Eynard et son temps : 1775-1863’’, εκδ. A. Jullien, Γενεύη, 1952, σελ.14.

[5] Νοταράς, Γεράσιμος, Καρατζάς , Θεόδωρος, Συνοδινός, Ζήσιμος, ‘’Ιωάννης Γαβριήλ Εϋνάρδος. Οραματιστής και κύριος συντελεστής της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος’’, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα,1999, σελ. 13.

[6] Monod, Roger, ‘’Famille Eynard”, εκδ. Archives de la Ville de Genève, Γενεύη, 1982, σελ. 35.

[7] Βλ. στο ίδιο.

[8] Νοταράς, Γεράσιμος, Καρατζάς , Θεόδωρος, Συνοδινός, Ζήσιμος, ‘’Ιωάννης Γαβριήλ Εϋνάρδος. Οραματιστής και κύριος συντελεστής της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος’’, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα,1999, σελ.13.

[9] Βλ. στο ίδιο, σελ.14.

[10] Driault, Edouard, ‘’Etudes napoleoniennes’’, εκδ. F. Alcan, Παρίσι, 1904, σελ. 101.

[11] Bouvier-Bron, Michelle, ’’Une jeunesse en Italie. Les années de formation de Jean Gabriel Eynard’’, εκδ. Slatkine, Γενεύη, 2019, σελ. 179.

[12]  Βλ. στο ίδιο.

[13]  Συλλογή Diodati – Eynard 1685-1904, Βιβλιοθήκη της Γενεύης, φάκελος 15, έγγραφο υπ’ αριθμ.64.

[14]  Βλ. στο ίδιο.

[15] Chapuisat, Edouard, ‘’Jean-Gabriel Eynard et son temps : 1775-1863’’, εκδ. A. Jullien, Γενεύη, 1952, σελ. 38.

[16]  Chapuisat, Edouard, ‘’ Journal de Jean-Gabriel Eynard publié avec une introduction et des notes’’, εκδ. Plon Nouritt, Γενεύη, 1924,   α’ τόμος.

[17] Καποδίστριας, Ιωάννης, ‘’Αυτοβιογραφία Ιωάννου Καποδίστρια’’, επιμ. Μ. Λάσκαρις, εκδ. Γαλαξίας, Αθήνα,1968, σελ. 35-36.

[18] Woodhouse, Christopher Montague, ‘’Capodistria. The founder of Greek Independence’’, εκδ. Oxford University Press, Λονδίνο, 1973, σελ. 82.

[19] Grimsted Kennedy, Patricia,’’Capodistrias and a ‘’new order’’ for restoration Europe: the ‘’liberal ideas’’ of a Russian Foreign Minister, 1814-1822’’, περ. ‘’The Journal of Modern History’’, Σικάγο, 1968, τεύχος 40, σελ. 166-172.

[20] Νοταράς, Γεράσιμος, Καρατζάς , Θεόδωρος, Συνοδινός, Ζήσιμος, ‘’Ιωάννης Γαβριήλ Ε’υ’νάρδος. Οραματιστής και κύριος συντελεστής της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος’’, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα,1999, σελ.17.

[21] Βλ. στο ίδιο.

[22]  Βλ. στο ίδιο.

[23]  Rouiller, Jean-Luc, ‘’La bibliothèque de La Grange’’, εκδ. La Baconnière : Bibliothèque de Genève, Γενεύη, 2011, σελ 11.

[24] Crawley, C.V., ’’John Capodistrias: Some Unpublished Documents’’, εκδ. Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη,1970,σελ.56.

[25] Νοταράς, Γεράσιμος, Καρατζάς , Θεόδωρος, Συνοδινός, Ζήσιμος, ‘’Ιωάννης Γαβριήλ Εϋνάρδος. Οραματιστής και κύριος συντελεστής της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος’’, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα,1999, σελ.17.

[26] Βλ. στο ίδιο,σελ.18.

[27] Βλ. στο ίδιο,σελ.19.

[28] ‘’Ατομικός Φάκελος ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη’’, Ιστορικό Αρχείο Μουσείο Ύδρας, Ύδρα, γ’ τετράδιο, σελ. 156-160.

[29] St Clair, William, ‘’ That Greece Might Still Be Free.The Philhellenes in the War of Independence’’, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ. 335.

[30] Τρικούπης, Σπυρίδων, ‘’Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως’’, εκδ. Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2007, δ’ τόμος, σελ.118.

[31] Βλ. στο ίδιο.

[32] Monod, Roger, ‘’Famille Eynard‘’, εκδ. Archives de la Ville de Genève, Γενεύη, 1982, σελ.290.

[33] Καποδίστριας, Ιωάννης, ‘’Επιστολαί διπλωματικαί, διοικητικαί και ιδιωτικαί, γραφείσαι από 8 Απριλίου 1827 μέχρι 26 Σεπτεμβρίου 1831’’, εκδ. Κωνσταντίνου Ράλλη, Αθήνα, 1841, γ’ τόμος, σελ. 285-288.

[34] Πρεβελάκης, Ελ.- Γλύτσης, Φ., ‘’Επιτομαί εγγράφων του Βρεταννικού Υπουργείου Εξωτερικών, Γενική Αλληλογραφία/Ελλάς’’, εκδ. Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα, 1975, δ’ τόμος, σελ. 68-69.

[35] Καποδίστριας, Ιωάννης, ‘’ Επιστολαί διπλωματικαί, διοικητικαί και ιδιωτικαί, γραφείσαι από 8 Απριλίου 1827 μέχρι 26 Σεπτεμβρίου 1831’’, εκδ. Κωνσταντίνου Ράλλη, Αθήνα, 1841, γ’ τόμος, σελ. 379-380.

[36] Νοταράς, Γεράσιμος, Καρατζάς , Θεόδωρος, Συνοδινός, Ζήσιμος, ‘’Ιωάννης Γαβριήλ Εϋνάρδος. Οραματιστής και κύριος συντελεστής της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος’’, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1999, σελ. 20.

[37] Βακαλόπουλος, Κωνσταντίνος, “L’ économiste français Arthémond de Regny et son rôle dans l’histoire financière de la Grèce (1831-1841)”, εκδ. Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 1977.

[38] ‘’Diplôme et distinctions en faveur de Jean-Gabriel Eynard 1834-1854 (en français et en grec)’’, Συλλογή Diodati – Eynard 1685-1904, Βιβλιοθήκη της Γενεύης, φάκελος 15, έγγραφο υπ’ αριθμ. 77.

[39] ‘’Αρχείο Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου’’, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, φακ.21, έγγρ. υπ’αριθμ.5891.

[40] Νοταράς, Γεράσιμος, Καρατζάς , Θεόδωρος, Συνοδινός, Ζήσιμος, ‘’Ιωάννης Γαβριήλ Εϋνάρδος. Οραματιστής και κύριος συντελεστής της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος’’, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1999, σελ.21.

[41] Βλ. στο ίδιο.

[42] Βλ. στο ίδιο, σελ. 22.

[43] ‘’Eynard Daguerreotypes’’, J. Paul Getty Museum, Νέα Υόρκη.

[44] Νοταράς, Γεράσιμος, Καρατζάς, Θεόδωρος, Συνοδινός, Ζήσιμος, ‘’Ιωάννης Γαβριήλ Εϋνάρδος. Οραματιστής και κύριος συντελεστής της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος’’, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1999, σελ.22.

[45] Βλ. στο ίδιο.

 

Βιβλιογραφία – Πηγές

  • Καποδίστριας, Ιωάννης, ‘’Αυτοβιογραφία Ιωάννου Καποδίστρια’’, επιμ. Μ. Λάσκαρις, εκδ. Γαλαξίας, Αθήνα,1968.
  • ‘’Diplôme et distinctions en faveur de Jean-Gabriel Eynard 1834-1854 (en français et en grec)’’, Συλλογή Diodati – Eynard 1685-1904, Βιβλιοθήκη της Γενεύης.
  • St Clair, William, ‘’That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence’’, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008.
  • ‘’Αρχείο Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου’’, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα.
  • Νοταράς, Γεράσιμος, Καρατζάς , Θεόδωρος, Συνοδινός, Ζήσιμος, ‘’Ιωάννης Γαβριήλ Εϋνάρδος. Οραματιστής και κύριος συντελεστής της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος’’, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1999.
  • Monod, Roger, ‘’Famille Eynard‘’, εκδ. Archives de la Ville de Genève, Γενεύη, 1982.
  • Πρεβελάκης, Ελ.- Γλύτσης, Φ., ‘’Επιτομαί εγγράφων του Βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών, Γενική Αλληλογραφία/Ελλάς’’, εκδ. Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα, 1975, δ’ τόμος.
  • Βακαλόπουλος, Κωνσταντίνος,’’ L’ économiste français Arthémond de Regny et son rôle dans l’histoire financière de la Grèce (1831-1841)’’, εκδ. Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 1977.
  • Καποδίστριας, Ιωάννης, ‘’Επιστολαί διπλωματικαί, διοικητικαί και ιδιωτικαί, γραφείσαι από 8 Απριλίου 1827 μέχρι 26 Σεπτεμβρίου 1831’’, εκδ. Κωνσταντίνου Ράλλη, Αθήνα, 1841, γ’ τόμος.
  • Τρικούπης, Σπυρίδων, ‘’Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως’’, εκδ. Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2007, δ’ τόμος.
  • ‘’Ατομικός Φάκελος ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη’’, Ιστορικό Αρχείο Μουσείο Ύδρας, Ύδρα, γ’ τετράδιο.
  • Crawley, C.V., ’’John Capodistrias: Some Unpublished Documents’’, εκδ. Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 1970.
  • Rouiller, Jean-Luc, ‘’La bibliothèque de La Grange’’, εκδ.  La Baconnière: Bibliothèque de Genève, Γενεύη, 2011.
  • Woodhouse, Christopher Montague, “Capodistria. The founder of Greek Independence”, εκδ. Oxford University Press, Λονδίνο, 1973.
  • Grimsted Kennedy, Patricia, “Capodistrias and a ’new order’ for restoration Europe: the ’liberal ideas’ of a Russian Foreign Minister, 1814-1822”, περ. “The Journal of Modern History”, Σικάγο, 1968, τεύχος 40.
  • Chapuisat, Edouard, “Journal de Jean-Gabriel Eynard publié avec une introduction et des notes”, εκδ. Plon Nouritt, Γενεύη, 1924,   α’ τόμος.
  • Chapuisat, Edouard, “Jean-Gabriel Eynard et son temps : 1775-1863’, εκδ. A. Jullien, Γενεύη, 1952.
  • Bouvier-Bron, Michelle, “Une jeunesse en Italie. Les années de formation de Jean Gabriel Eynard”, εκδ. Slatkine, Γενεύη, 2019.
  • Driault, Edouard, “Etudes napoleoniennes”, εκδ. F. Alcan, Παρίσι, 1904.
  • Συλλογή Diodati – Eynard 1685-1904, Βιβλιοθήκη της Γενεύης.
  • “Αρχείο Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου”, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα.

 

Υπαξιωματικός των Γρεναδιέρων του Συντάγματος Γρεναδιέρων της Βαυαρικής Βασιλικής Φρουράς κατά τους Ναπολεοντείους Πολέμους

 

Οι αδερφοί Franz Beck (; – 1822) και Benjamin Beck (; – 1822), ήταν Γερμανοί στρατιωτικοί και Φιλέλληνες.

Αμφότεροι είχαν γεννηθεί στο Wurzburg της Βαυαρίας και υπηρετούσαν στον Βαυαρικό Στρατό[1].  Ο Franz Beck πολέμησε στους Ναπολεοντείους Πολέμους, αρχικά εναντίον των Αυστριακών, και στη συνέχεια κατά των Γάλλων, όπου και διακρίθηκε, λαμβάνοντας τον βαθμό του επιλοχία των επιλέκτων[2].

Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, οι αδερφοί Beck, ήταν από τους πρώτους Φιλέλληνες που έφθασαν στην Ελλάδα ως εθελοντές[3]. Ενετάγησαν στη Γερμανική Λεγεώνα και πολέμησαν στη μάχη του Πέτα την 4η Ιουλίου 1822[4].

Μετά τη διάλυση της Γερμανικής Λεγεώνας, οι αδερφοί Franz και Benjamin Beck, κατέφυγαν στο Μεσολόγγι. Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στο Μεσολόγγι, στήριξαν την άμυνα της πόλης. Όταν ξεκίνησε η πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου από τους Τούρκους, στις αρχές Νοεμβρίου 1822, τα δύο αδέλφια πολέμησαν γενναία μαζί με τις Ελληνικές δυνάμεις. Κατά τη διάρκεια μίας σφοδρής μάχης, ο Franz Beck, έπεσε μαχόμενος ηρωικά[5].

Ο αδερφός του Benjamin Beck, ο οποίος είχε ήδη ασθενήσει, δεν άντεξε την απώλεια του αδερφού του και μετά από λίγες ημέρες απεβίωσε από μελαγχολία[6].

Η ιστορία των αδελφών Franz και Benjamin Beck παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πρόκειται για δύο αγνούς Φιλέλληνες, με ευγενή αισθήματα και προσήλωση στις αρχές και στα ιδεώδη που πρεσβεύει η Ελλάδα. Ο αγνός ενθουσιασμός τους οδήγησε στην Ελλάδα, σε σειρά γενναίων πράξεων και στο τέλος, σχεδόν ταυτόχρονα, σε μία θυσία, που τους καθιστά από τις πλέον ηρωικές, όσο και τραγικές μορφές του Αγώνα για την Ανεξαρτησία της Ελλάδος.

Η ΕΕΦ, τιμά τη μνήμη των αδελφών Franz και Benjamin Beck, γενναίων και ευγενών Φιλελλήνων, οι οποίοι αγωνίστηκαν στο πλευρό των Ελλήνων, μη φειδόμενοι κόπων και με υπέρτατη κατάληξη, τη θυσία της ίδιας τους της ζωής.

 

Παραπομπές

[1] Περιοδικό “Εβδομάς”, Αθήνα, Έτος Α’ (1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη, Αθήνα, 1884, σελ.8.

[2] Βλ. στο ίδιο.

[3] Konstantinou, Evangelos, “Europäischer PhilhellenismusUrsachen und Wirkungen’’, εκδ. Hieronymus”, Κολωνία, 1989.

[4] Εγκυκλοπαίδεια “Δομή”, εκδ. Δομή ΑΕ, Αθήνα, 2005, τόμος 19, σελ. 586.

[5] Βλ. στο ίδιο.

[6] St Clair, William, “That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ. 386.

 

Βιβλιογραφία – Πηγές

  • Περιοδικό “Εβδομάς”, Αθήνα, Έτος Α’ (1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη, Αθήνα, 1884.
  • Konstantinou, Evangelos, “Europäischer Philhellenismus: Ursachen und Wirkungen“, εκδ. Hieronymus, Κολωνία, 1989.
  • Εγκυκλοπαίδεια “Δομή”, εκδ. Δομή Α.Ε., Αθήνα, 2005, τόμος 19.
  • St Clair, William, “That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008.

 

Αξιωματικοί του Πρωσικού Ιππικού κατά τους Ναπολεοντείους Πολέμους. Αριστερά αξιωματικός του Συντάγματος Θωρακοφόρων της Πρωσικής Βασιλικής Φρουράς

 

Ο Wilhelm Bellier de Launoy (; – 1826), ήταν Γερμανός στρατιωτικός και Φιλέλληνας.

Υπηρέτησε ως αξιωματικός του Συντάγματος Θωρακοφόρων της Πρωσικής Βασιλικής Φρουράς[1], κατά τους Ναπολεοντείους Πολέμους και πολέμησε εναντίον των Γάλλων.

Κατά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, βρισκόταν ως ιδιώτης στη Μασσαλία της Γαλλίας. Εντάχθηκε εκ των πρώτων στο Φιλελληνικό κομιτάτο της Μασσαλίας, το οποίο ενίσχυσε ποικιλοτρόπως με το έργο του.

Μία από τις αποστολές που του ανέθεσε το κομιτάτο, το φθινόπωρο του 1821, τον οδήγησε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Μάλιστα στο πλαίσιο αυτό βρέθηκε τον Δεκέμβριο του 1821 να πολεμά στην πολιορκία των Αθηνών, υπό τις διαταγές του Δημητρίου Υψηλάντη[2].

Στη συνέχεια μετοίκησε στην Αγγλία και εντάχθηκε στην Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου. Το 1823 ακολούθησε τον Βρετανό συνταγματάρχη και σημαίνοντα Φιλέλληνα, Leicester Stanhope σε ένα ταξίδι στην Ελλάδα, με τελικό προορισμό το Μεσολόγγι[3]. Το ταξίδι ξεκίνησε με μια περιοδεία στην Ευρώπη, με σταθμούς το Darmstadt  της Γερμανίας, την Ζυρίχη, την Βέρνη και τη Γενεύη της Ελβετίας, και την Γένοβα της Ιταλίας. Εκεί οι δύο άνδρες συνάντησαν εκπροσώπους των τοπικών Φιλελληνικών κομιτάτων. Ο Stanhope και αυτός ήταν μέλος της Φιλελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου, και είχε αναλάβει (μαζί με τον Λόρδο Βύρωνα και τον Λάζαρο Κουντουριώτη) επίτροπος για την διαχείριση των χρημάτων του πρώτου δανείου.

Κατά την παραμονή του στο Μεσολόγγι, o Bellier συγγράφει το βιβλίο “Einige Worte über Griechenland”, στο οποίο περιγράφονται η καθημερινότητα και οι συνθήκες διαβίωσης Ελλήνων και Φιλελλήνων αγωνιστών[4].

Στα μέσα του 1823 επέστρεψε για λίγο στην Αγγλία. Στις 11 Ιανουαρίου 1824 ακολούθησε τον διακεκριμένο Φιλέλληνα Alexander Kolbe[5] (;-1860) και ταξίδεψε μαζί του πάλι στο Μεσολόγγι[6]. Εκεί πολέμησε μαζί του στην εκστρατεία κατά του Ομέρ Βρυώνη στην πεδιάδα της Λιγοβίτσας[7].

Κατά την δεύτερη παραμονή του στο Μεσολόγγι, ο Bellier de Launoy, παντρεύτηκε  μία Ελληνίδα[8] και έζησε εκεί μέχρι την Έξοδο.

Η σύζυγος του Bellier de Launoy, ήταν η αδελφή της Αλτάνας Ιγγλέση, συζύγου του σημαίνοντα Ελβετού Φιλέλληνα, Ιωάννη Ιακώβου Μάγερ, ο οποίος ήταν ο εκδότης των ‘’Ελληνικών Χρονικών’’ στο Μεσολόγγι[9].

Κατά την τελευταία πολιορκία της πόλης, ο Bellier de Launoy, πολέμησε για την υπεράσπισή της. Στο τέλος, συμμετείχε στην Έξοδο του Μεσολογγίου και έπεσε ηρωικά την 10η Απριλίου 1826[10].

Η ΕΕΦ, τιμά τη μνήμη του Wilhelm Bellier de Launoy, ηρωικού Φιλέλληνα, ο οποίος αγωνίσθηκε για την Ανεξαρτησία της Ελλάδος, θυσιάζοντας τελικά την ίδια την ζωή του.

Μνημείο στο Μεσολόγγι, αφιερωμένο στη μνήμη των Γερμανών Φιλελλήνων

 

Παραπομπές

[1] Περιοδικό “Εβδομάς”, Αθήνα, Έτος Α’(1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη, Αθήνα, 1884, σελ.8.
[2] Bellier de Launoy, Wilhelm, “Einige Worte über Griechenland“, εκδ. Maurer, Μόναχο, 1823.
[3] St Clair, William, “That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ.159.
[4] Bellier de Launoy, Wilhelm, “Einige Worte über Griechenland“, εκδ. Maurer, Μόναχο, 1823. Millingen, Julius, “Memoirs of the Affairs of Greece”, εκδ. John Rodwell, Λονδίνο, 1831.
[5] Βλ. στο ίδιο, σελ. 160-161.
[6] Τράιμπερ, Ερρίκος, “Αναμνήσεις από την Ελλάδα 1822-1828”, επιμ. δρ. Χρήστος Ν. Αποστολίδης, ιδ. εκδ., Αθήνα, 1960, σελ.59.
[7] Περιοδικό “Εβδομάς”, Αθήνα, Έτος Α’(1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη, Αθήνα, 1884, σελ.59.
[8] Βλ. στο ίδιο.
[9] Ευαγγελάτος, Χρήστος, ‘’Οι Φιλέλληνες’’, ιδ. έκδ., Μεσολόγγι, 1937.
[10] Βλ. στο ίδιο.

 

Βιβλιογραφία- Πηγές

  • Περιοδικό “Εβδομάς”, Αθήνα, Έτος Α’(1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη, Αθήνα, 1884.
  • St Clair, William, “That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008.
  • Bellier de Launoy, Wilhelm, “Einige Worte über Griechenland“, εκδ. Maurer, Μόναχο, 1823.
  • Millingen, Julius, “Memoirs of the Affairs of Greece”, εκδ. John Rodwell, Λονδίνο, 1831.
  • Τράιμπερ, Ερρίκος, “Αναμνήσεις από την Ελλάδα 1822-1828”, επιμ. δρ. Χρήστος Ν. Αποστολίδης, ιδ. εκδ., Αθήνα, 1960.
  • Ευαγγελάτος, Χρήστος, ‘’Οι Φιλέλληνες’’, ιδ. έκδ., Μεσολόγγι, 1937.

 

Antoine Schilcher, Βαυαρός υπολοχαγός (συλλογή ΕΕΦ)

 

Ο Antoine Schilcher (1795 – 1828), ήταν Γερμανός στρατιωτικός και Φιλέλληνας από της Βαυαρία. Έλαβε στρατιωτική εκπαίδευση στο Μόναχο και υπηρέτησε ως υπολοχαγός στο πυροβολικό του Βαυαρικού στρατού. Από το 1813 έως το 1815 πολέμησε εναντίον των Γάλλων.

Αξιωματικός και στρατιώτες του Βαυαρικού πυροβολικού στις αρχές του 19ου αιώνα

Ο Antoine Schilcher ήταν φλογερός Φιλέλληνας. Έτσι τον Αύγουστο του 1826, χωρίς να λάβει την απαραίτητη άδεια από την υπηρεσία του, έφυγε από το Μόναχο και ταξίδευσε στην Ελλάδα, μέσω Ιταλίας (Ανκόνα), Δυρραχίου, Κέρκυρας και Ζακύνθου. Έφθασε εν τέλει στο Ναύπλιο, χωρίς να περάσει από τους ενδιαμέσους σταθμούς του Πόρου, της Αίγινας και της Σαλαμίνας, από τους οποίους είχε περάσει ο Krazeisen[1].

Από το Ναύπλιο, μετέβη στην Αθήνα και κατατάχθηκε στο Σώμα των Βαυαρών εθελοντών που διοικούσε ο Karl Wilhelm von Heideck. Το Σώμα αυτό είχε δημιουργηθεί κατά προτροπή του βασιλέα της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α’, πατέρα του μετέπειτα βασιλέα της Ελλάδος Όθωνος[2].

Στην βιβλιογραφία (π.χ. του Whitcombe[3]), γίνεται αναφορά σε έναν Βαυαρό αξιωματικό με το όνομα Schneider. Εν τέλει, οι αναφορές αυτές αφορούν τον Antoine Schilcher. Ο γενναίος αυτός Βαυαρός αξιωματικός συμμετείχε στις ενεργά στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Αθήνα με το Σώμα του von Heideck.

Μετά διορίσθηκε κυβερνήτης σε ένα κανονιοφόρο πολεμικό πλοίο και συμμετείχε σε πολεμικές επιχειρήσεις με τον Hastings και τον Thomas Gordon στην Δυτική Ελλάδα. Στη συνέχεια έλαβε μέρος και στην εκστρατεία της Χίου και πολέμησε υπό τις διαταγές του Φαβιέρου, πριν επιστρέψει στον Πόρο.

Δυστυχώς, προς το τέλος του 1827 τραυματίσθηκε σοβαρά σε ένα κυνηγητικό δυστύχημα[4]. Παρέμεινε τραυματίας άρρωστος για πολλούς μήνες, και εν τέλει πέθανε στις 4 Μαΐου 1828. Η θλιβερή αυτή εξέλιξη τον καθιστά μία από τις πλέον τραγικές περιπτώσεις Φιλέλληνα, ο οποίος ήρθε να αγωνισθεί για την Ελληνική Ανεξαρτησία. Μάλιστα, η θανάσιμη πληγή προκλήθηκε από φίλο του, ο οποίος εξαιτίας του θανάτου του φίλου του, παραφρόνησε[5] .

Η μορφή του Antoine Schilcher, σώζεται από μία λιθογραφία του Karl Krazeisen[6] από το βιβλίο του Karl Krazeisen «Bildnisse ausgezeichneter Griechen und Philhellenen, nebst einigen Ansichten und Trachten. Nach der Nature gezeichnet und herausegegeben von Karl Krazeisen», Μόναχο, 1831.

Η ΕΕΦ, με το παρόν βιογραφικό σημείωμα, θέλει να τιμήσει την Ιερή Μνήμη του Antoine Schilcher, αγνού και γενναίου Φιλέλληνα, με ευγενή αισθήματα, ο οποίος αγωνίσθηκε, όπως και πλείστοι άλλοι Φιλέλληνες, για την Ελληνική Ανεξαρτησία, και στο τέλος θυσίασε και την ίδια την ζωή του.

 

Παραπομπές

[1] St Clair, William, ‘’That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence’’, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008, σελ.335.

[2] Περιοδικό ‘’Εβδομάς’’, Αθήνα, Έτος Α’(1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη, Αθήνα, 1884, σελ. 111.

[3] Whitcombe, Thomas, ‘’Campaign of the Falieri and Piraeus in the year 1827’’, εκδ. American School of The Classical Studies, Princeton, 1992, σελ. 184-185.

[4] Βλ. υποσημείωση 2.

[5] Βλ. υποσημείωση 2..

[6] Krazeisen, Karl,»Bildnisse ausgezeichneter Griechen und Philhellenen, nebst einigen Ansichten und Trachten.Nach der Nature gezeichnet und herausegegeben von Karl Krazeisen», 7 τόμοι, Μόναχο, 1827-1831.

 

Βιβλιογραφία – Πηγές

  • St Clair, William, ‘’That Greece Might Still Be Free. The Philhellenes in the War of Independence’’, εκδ. Open Book Publishers, Λονδίνο, 2008.
  • Whitcombe, Thomas, ‘’Campaign of the Falieri and Piraeus in the year 1827’’, εκδ. American School of The Classical Studies, Princeton, 1992.
  • Περιοδικό ‘’Εβδομάς’’, Αθήνα, Έτος Α’(1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη ,Αθήνα, 1884.
  • Krazeisen, Karl,»Bildnisse ausgezeichneter Griechen und Philhellenen, nebst einigen Ansichten und Trachten. Nach der Nature gezeichnet und herausegegeben von Karl Krazeisen», 7 τόμοι, Μόναχο, 1827-1831.