Ο Franciszek Mierzewski ή Mierzejewski (1786 – 1822), ήταν Πολωνός από τη Βαρσοβία, που υπηρετούσε ως αξιωματικός στο Γαλλικό Στρατό.
Το 1807, μετά την συνθήκη του Tilsit, η οποία οδήγησε στην απελευθέρωση της Πολωνίας από τους Ρώσους και στην εγκαθίδρυση του Δουκάτου της Βαρσοβίας από τους Γάλλους[1], ο Mierzewski κατατάχθηκε στο Ιππικό του Γαλλικού Στρατού και έλαβε τον βαθμό του ανθυπιλάρχου[2].
Το 1808 τοποθετήθηκε στο 1ο Πολωνικό Σύνταγμα Ελαφρού Ιππικού της Γαλλικής Αυτοκρατορικής Φρουράς και υπηρέτησε υπό τις διαταγές του Πολωνού κόμη Wincenty Krasinski[3]. Από τη θέση αυτή, διακρίθηκε στη νικηφόρα για τους Γάλλους μάχη της Somosierra της Ισπανίας, στις 30 Νοεμβρίου 1808[4].
Τον Φεβρουάριο του 1809 συμμετείχε στην εκστρατεία της Πορτογαλίας, υπό τον Γάλλο στρατάρχη Jean Soult[5], και στη συνέχεια ανέλαβε επιχειρησιακή δράση στη Βαυαρία και στην Αυστρία. Εκεί διακρίθηκε στις νικηφόρες για τους Γάλλους μάχες του Essling της Βαυαρίας και του Wagram της Αυστρίας, στις 22 Μαΐου 1809 και στις 5 Ιουλίου 1809 αντίστοιχα[6].
Τον Ιανουάριο του 1810, η μονάδα του αποχώρησε από την Βαυαρία και μεταστάθμευσε στο Chantilly της Γαλλίας προς αναδιοργάνωση[7]. Εκεί παρέμεινε ως τον Φεβρουάριο του 1812 και προήχθη σε υπίλαρχο[8].
Στα τέλη Φεβρουαρίου 1812 μετατέθηκε στο Torun, στα σύνορα του Δουκάτου της Βαρσοβίας με την Ρωσία[9], στην Γαλλική Αυτοκρατορική Φρουρά σωματοφυλακής του Γάλλου στρατάρχη Louis – Nicholas Davout και του επιτελείου του[10].
Ο Mierzewski διακρίθηκε ιδιαίτερα κατά την εκστρατεία της Ρωσίας από τον Ιούνιο ως τον Δεκέμβριο του 1812[11]. Για τη δράση του στη Ρωσία, καθώς και για την ανδρεία του στη μάχη του Weissenfelds / Lützen στις 2 Μαΐου 1813, τιμήθηκε στις 14 Μαΐου 1813, με τον τίτλο του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής[12].
Μετά την συνθήκη του Fontainebleau στις 4 Απριλίου 1814, η οποία οδήγησε στην πρώτη παραίτηση του Γάλλου αυτοκράτορα Ναπολέοντος Α’ από το Γαλλικό θρόνο και στην εξορία του στην Έλβα της Ιταλίας[13], το 1ο Πολωνικό Σύνταγμα Ελαφρού Ιππικού της Γαλλικής Αυτοκρατορικής Φρουράς διαλύθηκε[14]. Παρέμεινε ενεργή μόνο μία ίλη του, η οποία ακολούθησε τον Γάλλο αυτοκράτορα στην εξορία του[15]. Στην ίλη αυτή, υπηρέτησε ο Mierzewski ως υπίλαρχος[16].
Με την επιστροφή του Ναπολέοντος από την εξορία και την επάνοδό του στο Γαλλικό θρόνο στις 20 Μαρτίου 1815[17], η ίλη αυτή εντάχθηκε στην Μεραρχία των Ερυθρών Λογχοφόρων του Γαλλικού Στρατού υπό τον Γάλλο στρατηγό Colbert[18]. Ως αξιωματικός της ίλης αυτής, ο Mierzewski συμμετείχε στις μάχες του Ligny και του Waterloo, στις 16 Ιουνίου 1815 και στις 18 Ιουνίου 1815 αντίστοιχα[19].
Μετά την μάχη του Waterloo, η οποία οδήγησε στην οριστική παραίτηση του Ναπολέοντος από το Γαλλικό θρόνο στις 22 Ιουνίου 1815, στην παλινόρθωση της δυναστείας των Βουρβόνων στις 8 Ιουλίου 1815 και στην εξορία του Ναπολέοντος στην Νήσο της Αγίας Ελένης στις 15 Ιουλίου 1815[20], άρχισε η σταδιακή αποστράτευση των ξένων στρατιωτικών, οι οποίοι υπηρετούσαν στο Γαλλικό Στρατό. Στο πλαίσιο αυτό, την 1η Οκτωβρίου 1815, οι Πολωνοί στρατιωτικοί αποστρατεύθηκαν από τον Γαλλικό Στρατό[21]. Ανάμεσά τους και ο Mierzewski, ο οποίος αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του ιλάρχου[22].
Μετά το 1815 ο Mierzejewski έφυγε πάλι από την Πολωνία. Ταξίδεψε στη Νότια Αμερική, όπου συμμετείχε στην απελευθέρωση της Νέας Γρανάδας και της Βενεζουέλας, ισπανικών αποικιών, υπό τη διοίκηση του Simon Bolívar. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ευρώπη, και συμμετείχε στις επαναστάσεις που πυροδότησαν οι Ιταλοί Carbonari στο Βασίλειο των Δυο Σικελιών (07.1820) και στο Πιεμόντε (01-03.1821). Μετά την καταστολή των επαναστάσεων άφησε την Ιταλία και ταξίδευσε μέσω της Νάπολης στην Ελλάδα.
Ο Mierzewski προερχόταν από μία υπόδουλη χώρα, για την ελευθερία της οποίας πολέμησε ως αξιωματικός του Γαλλικού Στρατού. Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση ο Mierzewski ήταν από τους πρώτους που εντάχθηκε στο φιλελληνικό κίνημα, και ταξίδευσε στην Ελλάδα στις αρχές του 1822 για να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως εθελοντής.
Την 1η Απριλίου 1822, το Βουλευτικό ψήφισε στο Ναύπλιο το Νόμο “Περί Οργανώσεως του Στρατού”, ο οποίος οδήγησε στην ίδρυση του Τακτικού Στρατού, με γενικό διοικητή τον εμβληματικό Γερμανό Φιλέλληνα στρατηγό, κόμη Karl Friedrich Leberecht von Normann-Ehrenfels. Ο νόμος αυτός απετέλεσε τη βάση της κατοπινής στρατιωτικής νομοθεσίας[23].
Στο πλαίσιο αυτό συστάθηκε το Τάγμα Φιλελλήνων με διοικητή τον Ιταλό Φιλέλληνα επίλαρχο Andrea Dania. O Mierzewski τοποθετήθηκε διοικητής του 2ου Λόχου του Τάγματος Φιλελλήνων[24]. Ταυτόχρονα με το Τάγμα Φιλελλήνων, συγκροτήθηκε το 1ο Σύνταγμα Πεζικού, υπό την διοίκηση του Ιταλού Φιλέλληνα αντισυνταγματάρχη Pietro Tarella.
Η πρώτη αποστολή του Τακτικού Στρατού ήταν η λύση της πολιορκίας του Σουλίου από τις Οθωμανικές δυνάμεις. Η επιτυχία της αποστολής αυτής, θα οδηγούσε στην ανανέωση του Αγώνα στην Ήπειρο, στην διαρκή ενίσχυση των Ελληνικών Δυνάμεων με έμπειρα κι αξιόμαχα στελέχη, καθώς και στην αποσόβηση του κινδύνου της ταχείας προέλασης των Οθωμανών στη νότιο Ελλάδα[25].
Το πρώτο λάθος που διέπραξε η Ελληνική διοίκηση, ήταν ότι δεν επέτρεψε την γρήγορη προώθηση των Ελλήνων και των Φιλελλήνων προς την Άρτα, που θα απέτρεπε την συγκέντρωση τουρκικών στρατευμάτων. Επίσης, σημαντικό πρόβλημα ήταν οι ασθένειες και η έλλειψη τροφίμων. Ενώ, ένα άλλο ακανθώδες ζήτημα ήταν η συμπεριφορά των ατάκτων, ιδιαίτερα του οπλαρχηγού Μπακόλα. Μάλιστα, ήδη πολλές ημέρες πριν την έναρξη της πορείας προς την Άρτα, υπήρχαν φήμες περί σχέσεων του Μπακόλα με τους Τούρκους, εξαιτίας της στάσης του. Ήταν βέβαια αδύνατο να πιστέψει κανείς, ότι ένας Έλληνας θα πρόδιδε τον αγώνα των συμπατριωτών του[26].
Οι Ελληνικές δυνάμεις αντιμετώπισαν τους Τούρκους στο Κομπότι, στις 22 Ιουνίου 1822. Το πολεμικό σχέδιο προέβλεπε ότι, “οι Φιλέλληνες, ως τακτικοί στρατιώτες, δεν πρέπει ν’ αναζητούν τις κορυφές των βουνών για να αμύνονται άνετα, αλλά να μένουν στα σπουδαία και επικίνδυνα σημεία και να μη χάνουν την ευκαιρία να αναμετρηθούν με τον εχθρό”[27]. Βάσει αυτού, το 1ο Σύνταγμα Πεζικού υπό τον Tarella και το Τάγμα των Φιλελλήνων υπό τον Dania, τοποθετήθηκαν σε ζωτικά σημεία στους πρόποδες των υψωμάτων. Η εχθρική επίθεση αποκρούσθηκε επιτυχώς και οι Οθωμανοί οπισθοχώρησαν στην Άρτα με πολλές απώλειες[28].
Αναπαράσταση της μάχης στο Κομπότι. Έργο του Παναγιώτη Ζωγράφου, παραγγελία του Στρατηγού Μακρυγιάννη (Συλλογή ΕΕΦ).
Από το Κομπότι οι Φιλέλληνες, εξασθενημένοι από κόπωση, ασθένειες, πείνα και δίψα, κινήθηκαν την νύχτα εσπευσμένα προς το Πέτα, όπου συγκεντρώνονταν οι Τούρκοι. Εκεί έφθασαν και άλλες ελληνικές δυνάμεις και άρχισε η προετοιμασία της μάχης.
Στο πολεμικό συμβούλιο των αρχηγών ανέκυψαν διαφωνίες για το αν οι άτακτοι ή ο Τακτικός Στρατός , θα αποτελούσαν την αιχμή των Ελληνικών Δυνάμεων, καθώς και για την χρήση ή μη, οχυρωμάτων (ταμπουρίων). Για το πρώτο, επικράτησε η άποψη της περιμετρικής τοποθέτησης προς το Πέτα. O Normann δυσαρεστήθηκε από την απόφαση αυτή και αντιλαμβανόμενος τη δυσχερή θέση της ελληνικής πλευράς, εξέθεσε τις ανησυχίες του με επιστολή προς τον Μαυροκορδάτο[29]. Ο Μαυροκορδάτος, αν και ήταν ο αρχηγός των Ελληνικών δυνάμεων, απουσίαζε από το πεδίο της μάχης. Είχε εγκαταστήσει το αρχηγείο του στη Λαγκάδα που απείχε 6 ώρες από το Πέτα[30].
Στην επιστολή του ο Normann τόνιζε ότι οι τακτικοί στρατιώτες αριθμούσαν πλέον μόλις 515[31]. Επίσης, σημείωνε τους φόβους του περί εγκατάλειψης θέσης από τον Μπακόλα και αδυναμίας ενίσχυσης από τους υπολοίπους ατάκτους. Ο Μαυροκορδάτος δεν αξιοποίησε τον έμπειρο αυτό στρατιωτικό και επέμεινε στον σχεδιασμό του. Οι Φιλέλληνες τον δέχθηκαν από σεβασμό προς την διοίκηση[32].
Σχετικά με το δεύτερο σκέλος, τελικά επιβλήθηκε η κατασκευή των οχυρωμάτων, τα οποία, όπως βεβαιώνουν και ξένες πηγές, χρησιμοποίησαν και οι Φιλέλληνες, παρά την θέση του Dania, ότι «τα ταμπούρια μας είναι τα στήθη μας»[33].
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα ήταν η έλλειψη πειθαρχίας και συντονισμού των στρατευμάτων. Μετά την μάχη στο Κομπότι, ο Γενναίος Κολοκοτρώνης με το σώμα του, κατά διαταγή του πατέρα του επέστρεψε στην Πελοπόννησο, πράξη για την οποία επικρίθηκε[34]. Την ίδια στιγμή, αναχώρησαν 1.200 μαχητές προς τον βορρά, για να βοηθήσουν τους Σουλιώτες. Μαζί τους ήταν οι Μάρκος Μπότσαρης, Καρατάσος, Αγγελής Γάτσος, Γεώργιος Βαρνακιώτης, Αλεξάκης Βλαχόπουλος και Ανδρέας Ίσκος. Απέτυχαν όμως να προσεγγίσουν το Σούλι και ανακόπηκαν από τους Τούρκους στην Πλάκα, στις 29 Ιουνίου 1822. Οι επιζώντες επανέκαμψαν στο Πέτα. O Γώγος Μπακόλας παρέσυρε τον Μάρκο Μπότσαρη προς το Σούλι, με σκοπό την παγίδευσή του στην Πλάκα από τους Τούρκους, τους οποίους είχε ειδοποιήσει[35].
Την ημέρα της μάχης του Πέτα, έφθασε επίσης στην Σπλάντζα ένα τμήμα Μανιατών υπό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη για να βοηθήσει τους Έλληνες. Όμως δεν εντάχθηκε και πάλι αρμονικά σε ένα πλήρες στρατηγικό πλαίσιο. Το σώμα των Σουλιωτών οπλαρχηγών Λάμπρου Βέϊκου και Βασιλείου Ζέρβα ενώθηκε μαζί τους προς αντιμετώπιση των Οθωμανών που εστάλησαν για να τους απωθήσουν. Στην μάχη αυτή σκοτώθηκε πολεμώντας ηρωικά ο ίδιος ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης[36].
Όλες αυτές οι κινήσεις ήταν σπασμωδικές και δεν οργανώθηκαν σωστά οι Ελληνικές δυνάμεις που θα αντιμετώπιζαν την κύρια επίθεση των Τούρκων.
Το πρωί της 4ης Ιουλίου 1822, ξεκίνησε η επίθεση των 7.000 – 8.000 Οθωμανών που είχαν αφιχθεί από την Άρτα, εναντίον των Ελληνικών θέσεων. Ο Normann εμψύχωσε με θερμά λόγια τους άνδρες του Τακτικού Στρατού και επιθεώρησε έφιππος όλες τις θέσεις.
Αρχικά οι Φιλέλληνες και το Τακτικό Σώμα απωθούσαν επιτυχώς τον εχθρικό στρατό. Οι συνεχείς και συντονισμένες βολές προκαλούσαν απώλειες στους επιτιθέμενους. Παράγοντας επιτυχίας αυτής της πολεμικής τακτικής, είναι η ψυχραιμία των μαχητών, το συνεχές και γρήγορο γέμισμα των όπλων τους, οι αδιάκοπες ομοβροντίες και η διατήρηση των θέσεων άνευ ρήγματος των τάξεών τους. Το 1ο Σύνταγμα Πεζικού και το Τάγμα των Φιλελλήνων αποτελούσαν ένα αδιαπέραστο τείχος, καθώς η εκπαίδευση που τους είχε δώσει ο Baleste (ο ιδρυτής του πρώτου τακτικού στρατού στην Ελλάδα) απέδιδε τους καρπούς της[37].
Αναπαράσταση της μάχης του Πέτα. Έργο του Παναγιώτη Ζωγράφου, παραγγελία του Στρατηγού Μακρυγιάννη (Συλλογή ΕΕΦ).
Ξαφνικά όμως συνέβη το μοιραίο. Ο Μπακόλας και οι άνδρες του εγκατέλειψαν προδοτικά τις θέσεις τους, με αποτέλεσμα να πλευροκόπησουν οι Τούρκοι το 1ο Σύνταγμα Πεζικού και το Τάγμα Φιλελλήνων[38]. Ο Tarella προσπαθούσε να εμψυχώσει τους άνδρες του Συντάγματός του. Περικυκλώθηκε από τους Οθωμανούς, οι οποίοι τον αποκεφάλισαν[39]. Ο Mierzewski πολεμούσε γενναία στην πρώτη γραμμή μέχρι το τέλος.
Τότε τέθηκε επικεφαλής του 1ου Συντάγματος Πεζικού ο ίδιος ο στρατηγός Normann, ο ένδοξος Φιλέλληνας, και το οδήγησε ξανά στη μάχη, με συγκλονιστικά λόγια: “Για τη σωτηρία των Φιλελλήνων! Νίκη ή θάνατος!”. Στην έφοδο που ακολούθησε, τραυματίσθηκε στο στήθος και διακομίσθηκε στα μετόπισθεν για να αντιμετωπισθεί το σοβαρό τραύμα του[40].
Προοδευτικά το Σύνταγμα άρχισε να υποχωρεί και αποτελούσε πλέον εύκολο στόχο των Τούρκων ιππέων. Οι Φιλέλληνες είχαν εγκαταλειφθεί από τα άτακτα σώματα. Οι Φιλέλληνες και οι Επτανήσιοι, υπέστησαν σαν μία ζοφερή πανωλεθρία. Περικυκλώθηκαν από τον εχθρό σε ένα εκτεθειμένο σημείο και αποδεκατίσθηκαν.
Εκτυλίχθηκαν σκηνές συγκλονιστικού ηρωισμού. Ο Dania, εμψύχωνε έφιππος τους στρατιώτες του Τάγματος Φιλελλήνων μέχρις εσχάτων, αποκεφαλίσθηκε περικυκλωμένος από τους Οθωμανούς[41].
Ο Mierzewski, επικεφαλής 15 Πολωνών από τον 2ο Λόχο του Τάγματος Φιλελλήνων, οχυρώθηκε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στο κέντρο του Πέτα και μαχόμενος ηρωικά, προσπάθησε να διευκολύνει την υποχώρηση των Ελληνικών Δυνάμεων[42]. Μάλιστα έφθασαν να πολεμούν ακόμη και στη σκεπή της εκκλησίας, την οποία πυρπόλησαν οι Οθωμανοί, καθώς ήταν αδύνατον να τους καταβάλλουν. Έπεσαν όλοι ηρωικά[43].
Επίσης, ο Γάλλος ίλαρχος του Γαλλικού Στρατού Jean Mignac, αξιωματικός του 1ου Συντάγματος Πεζικού αγωνίσθηκε με απαράμιλλη γενναιότητα. Οι Τούρκοι επιχειρούσαν να τον αιχμαλωτίσουν, καθώς λόγω της εντυπωσιακής στολής του υπέθεσαν πως ήταν ο στρατηγός Normann. Αρνούμενος να παραδοθεί, πολέμησε ηρωικά. Τραυματισμένος σε όλο του το σώμα, αντιμετώπισε τους Οθωμανούς στηριζόμενος στον κορμό μίας ελιάς. Περικυκλωμένος από πλήθος εχθρών, εξουδετέρωσε 14 εξ αυτών[44]. Όταν έσπασε το σπαθί του, αυτοκτόνησε κόβοντας τον λαιμό του[45].
Από τους εθελοντές του Τακτικού Στρατού, έπεσαν ηρωικά 160 Επτανήσιοι και Φιλέλληνες. Πολλοί ήταν και οι αιχμάλωτοι που οδηγήθηκαν στην Άρτα και θανατώθηκαν μετά από φρικτά βασανιστήρια και βάναυσους εξευτελισμούς. Πολλοί Φιλέλληνες υποχρεώθηκαν να περπατούν επί ώρες γυμνοί, κρατώντας στα χέρια τους τα κομμένα κεφάλια των συμπολεμιστών τους[46].
Οι ελάχιστοι επιζώντες συγκεντρώθηκαν στη Λαγκάδα, ανάμεσά τους και η τραγική μορφή του ευγενούς ήρωα στρατηγού Normann, ο οποίος , όπως και μετά τη μάχη στο Κομπότι, έφθασε τελευταίος στο στρατόπεδο και παρουσιάσθηκε στον Μαυροκορδάτο, στον οποίο ανέφερε τα εξής: “Τα χάσαμε όλα, Υψηλότατε, εκτός απ’ την τιμή μας!”[47]. Το 1ο Σύνταγμα Πεζικού, το Τάγμα των Φιλελλήνων και πλήθος ενθουσιωδών Ευρωπαίων Φιλελλήνων και Επτανησίων, δεν υπήρχαν πια.
Μνημείο στο Πέτα προς τιμήν των πεσόντων Φιλελλήνων την 4η Ιουλίου 1822.
O Πολωνός αξιωματικός Franciszek Mierzewski, και οι Πολωνοί σύντροφοί του, ήταν από τις πλέον ηρωικές μορφές της μάχης του Πέτα.
Η Ελλάδα και η ΕΕΦ τιμούν την ένδοξη μνήμη του Franciszek Mierzewski και των ηρώων συμπολεμιστών του, οι οποίοι αγωνίσθηκαν μέχρις εσχάτων για την Ελευθερία των Ελλήνων και τρέφουν αιώνια ευγνωμοσύνη για την θυσία τους.
Παραπομπές
[1] Grab, Alexander, “Napoleon and the Transformation of Europe”, εκδ. McMillan, Νέα Υόρκη, 2003, σελ. 180.
[2] Sinko, Thadeusz, “Udzial Polakow w bojach I pracach Hellady”, εκδ. περ. “Przeglad Wspolczesny”, Βαρσοβία, 1932, τεύχος 125, σελ. 285.
[3] Kwaśniewski, Włodzimierz, “Dzieje szabli w Polsce”, εκδ. Bellona, Βαρσοβία, 1999.
[4] Nieuważny, Andrzej, “Najpiękniejsza z szarż”, εκδ. περ. “Rzeczpospolita“, Βαρσοβία, 2006, τεύχος 123.
[5] Pawly, Ronald, “Napoleon’s Polish Lancers of the Imperial Guard”, εκδ. Osprey Publishing, Λονδίνο, 2007.
[6] Chłapowski, Dezydery, “Memoirs of a Polish Lancer”, εκδ. Emperor’s Press, Chicago, 1992.
[7] Brandys, Marian, “Kozietulski i inni”, εκδ. Iskry, Βαρσοβία, 1982, σελ. 222.
[8] Βλ. στο ίδιο, σελ. 225.
[9] Chłapowski, Dezydery,”Memoirs of a Polish Lancer”, εκδ. Emperor’s Press, Chicago, 1992.
[10] Brandys, Marian, “Kozietulski i inni”, εκδ. Iskry, Βαρσοβία, 1982, σελ. 271.
[11] Kukiel, Marian, “Dzieje oręża polskiego w epoce napoleońskiej 1795-1815”, εκδ. Kurpisz, Poznań, 1912.
[12] Συλλογικό, “Greckie źródła do dziejów Rzeczypospolitej”, εκδ. Hellenopolonica, Αθήνα, 2014.
[13] Lieven, Dominic, “Russia Against Napoleon: The True Story of the Campaigns of War and Peace”, εκδ. Penguin, Λονδίνο, 2010, σελ. 484.
[14] Pawly, Ronald, “Napoleon’s Polish Lancers of the Imperial Guard”, εκδ. Osprey Publishing, Λονδίνο, 2007.
[15] Kukiel, Marian, “Dzieje oręża polskiego w epoce napoleońskiej 1795-1815”, εκδ. Kurpisz, Poznań, 1912, σελ. 468.
[16] Συλλογικό, “Greckie źródła do dziejów Rzeczypospolitej”, εκδ. Hellenopolonica, Αθήνα, 2014.
[17] Chandler, David, “Waterloo: The Hundred Days”, εκδ. Osprey Publishing, Λονδίνο, 1981.
[18] Kukiel, Marian, “Dzieje oręża polskiego w epoce napoleońskiej 1795-1815”, εκδ. Kurpisz, Poznań, 1912, σελ. 470.
[19] Βλ. στο ίδιο, σελ. 475.
[20] Alexander, Robert S., “Bonapartism and Revolutionary Tradition in France: The Federes of 1815”, εκδ. Cambridge University Press, Λονδίνο, 1991.
[21] Pawly, Ronald, “Napoleon’s Polish Lancers of the Imperial Guard”, εκδ. Osprey Publishing, Λονδίνο, 2007.
[22] Barth, Wilhelm – Kehrig-Korn, Max, “Die Philhellenenzeit. Von der Mitte des 18. Jahrhunderts bis zur Ermordung Kapodistrias‘ am 9. Oktober 1831”, εκδ. Max Hueber Verlag, Μόναχο, 1960, σελ. 44.
[23] Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, “Η ιστορία του Ελληνικού Στρατού”, εκδ. Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αθήνα, 1997.
[24] Elster, Daniel – Johann, “Το Τάγμα των Φιλελλήνων. Η ίδρυση, η εκστρατεία και η καταστροφή του”, εκδ. Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αθήνα, 2010.
[25] “Ιστορικόν Αρχείον Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου”, επιμ. Εμμ. Πρωτοψάλτης, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμος 1, φακ. 197, σελ. 254.
[26] Κουτσονίκας, Λάμπρος, “Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως”, εκδ. Δ. Καρακατζάνη, Αθήνα, 1863, δ’ τόμος, σελ. 177.
[27] Βυζάντιος Χρήστος, “Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εκστρατειών και μαχών και των μετά ταύτα συμβάντων, ων συμμετέσχεν ο Τακτικός Στρατός, από του 1821 μέχρι του 1833”, εκδ. Κ. Αντωνιάδου, Αθήνα, 1874, σελ. 203.
[28] Συλλογικό, “Ιστορία του Ελληνικού Έθνους”, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2000, 12ος τόμος, σελ. 232.
[29] “Ιστορικόν Αρχείον Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου”, επιμ. Εμμ. Πρωτοψάλτης, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμος 2, φακ. 548, σελ. 135.
[30] Φωτιάδης, Δημήτρης, “Η Επανάσταση του ’21”, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα, 1971, β’ τόμος, σελ. 211.
[31] Βλ. στο ίδιο.
[32] Woodhouse, Christopher Montague, “The Philhellenes”, εκδ. Fairleigh Dickinson University Press, Madison, 1971.
[33] Βλ. στο ίδιο.
[34] Κολοκοτρώνης, Γενναίος, “Απομνημονεύματα”, εκδ. Βεργίνα, Αθήνα, 2006.
[35] Voutier, Olivier, “Απομνημονεύματα του συνταγματάρχη Olivier Voutier από τον πόλεμο των Ελλήνων”, μετ. Ειρήνη Τζουρά, επιμ. Παναγιώτα Παναρίτη, εκδ. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα, 2019.
[36] Περραιβός, Χριστόφορος, “Πολεμικά Απομνημονεύματα. Μάχες του Σουλίου και της Ανατολικής Ελλάδας 1820 -1829”, εκδ. Βεργίνα, Αθήνα, 2003, σελ. 160.
[37] St Clair, William, “That Greece Might Still be Free: The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Books, Λονδίνο, 2008, σελ. 277.
[38] Κουτσονίκας, Λάμπρος, “Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως”, εκδ. Δ. Καρακατζάνη, Αθήνα, 1863, δ’ τόμος, σελ. 178.
[39] St Clair, William, “That Greece Might Still be Free: The Philhellenes in the War of Independence”, εκδ. Open Books, Λονδίνο, 2008.
[40] Gridley Howe, Samuel, “An Historical Sketch of the Greek Revolution”, εκδ. White, Gallaher & White, Νέα Υόρκη, 1828.
[41] Fassino, Pier Giorgio, “Andrea Dania”, εκδ. περ.”Accademia Urbense”, Ovada, Σεπτέμβριος 2006, σελ. 188.
[42] Συλλογικό, “Greckie źródła do dziejów Rzeczypospolitej”, εκδ. Hellenopolonica, Αθήνα, 2014.
[43] Treiber, Heinrich, “Αναμνήσεις από την Ελλάδα 1822-1828”, επιμ. δρ. Χρήστος Ν. Αποστολίδης, ιδ. εκδ., Αθήνα, 1960.
[44] Pouqueville. F.C.H.L., “Histoire de la régénération de la Grèce, 1740-1824”, επιμ. Albert Schott, J. P. von Hornthal, εκδ. Univ.- Bibl. Heidelberg, Χαϊδελβέργη, 1825.
[45] Raybaud Maxime, “Mémoires sur la Grèce pour servir à l’histoire de la guerre de l’Indépendance, accompagnés de plans topographiques, avec une introduction historique par Alph. Rabbe”, εκδ. Tournachon-Molin Libraire, Παρίσι, 1824, τόμος 1.
[46] Στο ίδιο.
[47] Στο ίδιο.
Βιβλιογραφία – πηγές
- Συλλογικό, “Greckie źródła do dziejów Rzeczypospolitej “, εκδ. Hellenopolonica, Αθήνα, 2014.
- Grab, Alexander, “Napoleon and the Transformation of Europe“, εκδ. McMillan, Νέα Υόρκη, 2003.
- Sinko, Thadeusz, “Udzial Polakow w bojach I pracach Hellady“, εκδ. περ. ‘’Przeglad Wspolczesny’’, Βαρσοβία, 1932, τεύχος 125.
- Kwaśniewski, Włodzimierz, “Dzieje szabli w Polsce“, εκδ. Bellona, Βαρσοβία, 1999.
- Nieuważny, Andrzej, “Najpiękniejsza z szarż“, εκδ. περ. “Rzeczpospolita“, Βαρσοβία, 2006, τεύχος 123.
- Pawly, Ronald, “Napoleon’s Polish Lancers of the Imperial Guard“, εκδ. Osprey Publishing, Λονδίνο, 2007.
- Chłapowski, Dezydery, “Memoirs of a Polish Lancer“, εκδ. Emperor’s Press, Chicago, 1992.
- Brandys, Marian, “Kozietulski i inni“, εκδ. Iskry, Βαρσοβία, 1982.
- Kukiel, Marian, “Dzieje oręża polskiego w epoce napoleońskiej 1795-1815“, εκδ. Kurpisz, Poznań, 1912.
- Lieven, Dominic, “Russia Against Napoleon: The True Story of the Campaigns of War and Peace“, εκδ. Penguin, Λονδίνο, 2010.
- Chandler, David, “Waterloo: The Hundred Days“, εκδ. Osprey Publishing, Λονδίνο, 1981.
- Alexander, Robert S., “Bonapartism and Revolutionary Tradition in France: The Federes of 1815“, εκδ. Cambridge University Press, Λονδίνο, 1991.
- Barth, Wilhelm – Kehrig-Korn, Max, “Die Philhellenenzeit. Von der Mitte des 18. Jahrhunderts bis zur Ermordung Kapodistrias‘ am 9. Oktober 1831“, εκδ. Max Hueber Verlag, Μόναχο, 1960.
- Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, “Η ιστορία του Ελληνικού Στρατού”, εκδ. Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αθήνα, 1997.
- Elster, Daniel – Johann, “Το Τάγμα των Φιλελλήνων. Η ίδρυση, η εκστρατεία και η καταστροφή του“, εκδ. Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αθήνα, 2010.
- “Ιστορικόν Αρχείον Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου“, επιμ. Εμμ. Πρωτοψάλτης, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμος 1, φακ. 197.
- Κουτσονίκας, Λάμπρος, “Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως“, εκδ. Δ. Καρακατζάνη, Αθήνα, 1863, δ’ τόμος.
- Βυζάντιος Χρήστος, “Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εκστρατειών και μαχών και των μετά ταύτα συμβάντων, ων συμμετέσχεν ο Τακτικός Στρατός, από του 1821 μέχρι του 1833 “, εκδ. Κ. Αντωνιάδου, Αθήνα, 1874.
- Συλλογικό, “Ιστορία του Ελληνικού Έθνους“, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2000, 12ος τόμος.
- “Ιστορικόν Αρχείον Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου“, επιμ. Εμμ. Πρωτοψάλτης, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αθήνα, τόμος 2, φακ. 548.
- Φωτιάδης, Δημήτρης, “Η Επανάσταση του ’21“, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα, 1971, β’ τόμος.
- Woodhouse, Christopher Montague, “The Philhellenes“, εκδ. Fairleigh Dickinson University Press, Madison, 1971.
- Κολοκοτρώνης, Γενναίος, “Απομνημονεύματα“, εκδ. Βεργίνα, Αθήνα, 2006.
- Voutier, Olivier, “Απομνημονεύματα του συνταγματάρχη Olivier Voutier από τον πόλεμο των Ελλήνων“, μετ. Ειρήνη Τζουρά, επιμ. Παναγιώτα Παναρίτη, εκδ. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα, 2019.
- Περραιβός, Χριστόφορος, “Πολεμικά Απομνημονεύματα. Μάχες του Σουλίου και της Ανατολικής Ελλάδας 1820 -1829“, εκδ. Βεργίνα, Αθήνα, 2003
- St Clair, William, “That Greece Might Still be Free: The Philhellenes in the War of Independence“, εκδ. Open Books, Λονδίνο, 2008.
- Gridley Howe, Samuel, “An Historical Sketch of the Greek Revolution“, εκδ. White, Gallaher & White, Νέα Υόρκη, 1828.
- Fassino, Pier Giorgio, “Andrea Dania“, εκδ. περ.”Accademia Urbense”, Ovada, Σεπτέμβριος 2006.
- Treiber, Heinrich, “Αναμνήσεις από την Ελλάδα 1822-1828“, επιμ. δρ. Χρήστος Ν. Αποστολίδης, ιδ. εκδ. , Αθήνα, 1960.
- Pouqueville. F.C.H.L., “Histoire de la régénération de la Grèce, 1740-1824“, επιμ. Albert Schott, J. P. von Hornthal, εκδ. Univ.- Bibl. Heidelberg, Χαϊδελβέργη, 1825.
- Raybaud Maxime, “Mémoires sur la Grèce pour servir à l’histoire de la guerre de l’Indépendance, accompagnés de plans topographiques, avec une introduction historique par Alph. Rabbe “, εκδ. Tournachon-Molin Libraire, Παρίσι, 1824, τόμος 1.