“[…] Es lebe Ihre Heimat, die auch für mich die schönste Heimat ist, die Heimat meiner Bildung und meiner Ideale!”
“Ζήτω η Πατρίδα σας, που για μένα είναι η ομορφότερη πατρίδα, η πατρίδα της Παιδείας μου και των Ιδανικών μου!”

Friedrich Thiersch, De l’état actuel de la Grèce et des moyens d’arriver à sa restauration, Leipzig 1833 (1828 – 1833)

 

O Friedrich Wilhelm Thiersch (Ειρηναίος Θείρσιος, 1784 – 1860), απετέλεσε την κορυφαία μορφή του Γερμανικού Φιλελληνισμού, ενώ υπήρξε ο θεμελιωτής της Κλασικής Φιλολογίας και των Ανθρωπιστικών σπουδών στη Βαυαρία. Θεωρούσε την Ελλάδα ως “πραγματική” του πατρίδα, μητέρα της σκέψης και των ιδανικών του, και έτσι ελληνοποίησε το όνομά του σε Ειρηναίος Θείρσιος, με το οποίο είναι ευρύτερα γνωστός. Υπερασπίσθηκε με θέρμη τα δίκαια του Ελληνικού Αγώνα, και βρέθηκε στο στόχαστρο του Metternich και της πρωσικής κυβέρνησης, ως εμπνευστής της Φιλελληνικής Γερμανικής Λεγεώνας, και ως φλογερός πρόμαχος της Ελληνικής Επανάστασης. Στην εποχή του αναγνωρίστηκε ως “Praeceptor Bavariae“, δάσκαλος του βαυαρικού Γένους και θεμελιωτής της ουμανιστικής παιδείας στη Βαυαρία, όπως αντίστοιχα, θεωρείται ο φιλόσοφος Wilhelm von Humboldt (1767-1835) θεμελιωτής του εκπαιδευτικού συστήματος στην Πρωσία.[1]

Ο μαχητικός Ειρηναίος Θείρσιος γεννήθηκε στις 17 Ιουνίου 1784 στο χωρίο Kirchscheidungen (Sachsen – Anhalt) και ήταν ο δεύτερος γιος του γεωργού Benjamin Thiersch. Ένας από τους αδερφούς του ήταν ο κλασικός φιλόλογος και συνθέτης του πρωσικού εθνικού ύμνου (Preußenlied), Βernhard Thiersch. Ο γνωστός ζωγράφος από το Μόναχο, Ludwig Thiersch (1825-1909), ήταν γιος του, και ο αρχιτέκτων και ζωγράφος Friedrich von Thiersch (1852-1921) εγγονός του. Από το 1804 και εξής σπούδασε φιλολογία και θεολογία στη Λειψία και το Göttingen, και από το 1808 παρέδιδε μαθήματα ιδιωτικώς. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Göttingen απέκτησε στενές επαφές με κάποιους συμφοιτητές, οι οποίοι γνώριζαν ελληνικά τραγούδια. Έτσι πυροδοτήθηκε το ενδιαφέρον του για την πραγματικότητα των σύγχρονων Ελλήνων. Το 1809 έφθασε στο Μόναχο για να διδάξει στο Wilhelmsgymnasium και από το 1811 και στο Λύκειο. Ίδρυσε το Φιλολογικό Ινστιτούτο (1812), το οποίο έκτοτε διαμορφώνει την εκπαίδευση δασκάλων στη Βαυαρία, και θεμελίωσε το σχολικό και πανεπιστημιακό σύστημα σε νεοανθρωπιστική κατεύθυνση. Ήδη από το 1809 ήρθε σε σύγκρουση με τους προϊσταμένους του στο Γυμνάσιο του Μονάχου και τον κύκλο του Βαρόνου Johann Christoph von Aretin, ο οποίος εξέφραζε φιλοναπολεοντικές θέσεις. Το 1811 κατά τη διάρκεια του Καρναβαλιού, κατηγόρησε τον κύκλο του Aretin για μια απόπειρα δολοφονίας εναντίον του, αν και φαίνεται η επίθεση να είχε ερωτικό και όχι ιδεολογικό ή πολιτικό κίνητρο.[2]

Μετά την ανάδειξη του σπουδαίου Φιλέλληνα Λουδοβίκου Α´ στον βαυαρικό θρόνο (13 Οκτωβρίου 1825), ο Thiersch ανέλαβε την αναδιοργάνωση του συστήματος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Έλαβε την έδρα Κλασικής Φιλολογίας, όταν το κρατικό πανεπιστήμιο μεταφέρθηκε στο Μόναχο. Το 1829 έγινε Πρύτανης του Λουδοβίκιου Μαξιμιλιανού Πανεπιστημίου και ίδρυσε το πρώτο σεμινάριο Κλασικής Γραμματείας στη Γερμανία. Σύμφωνα με το πρόγραμμα σπουδών που εξέδωσε για τα γυμνάσια της Βαυαρίας, η διδασκαλία μειώθηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου στην εκμάθηση των αρχαίων γλωσσών, ικανοποιώντας το ιδεολογικό πρόγραμμα του Βαυαρού μονάρχη.

O Θείρσιος προέβλεψε την αναγέννηση των Ελλήνων μία δεκαετία πριν το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης και συνέβαλε καθοριστικά στη γένεση ολόκληρου του γερμανικού φιλελληνικού ρεύματος.[3] Καθοριστικής σημασίας ήταν η συγγραφική δραστηριότητα Γερμανών πανεπιστημιακών υπέρ της Ελλάδας πριν το 1821. Δίχως αυτήν “θα ήταν αδιανόητο να φανταστούμε το κύμα συμπάθειας που περιγράφεται σε γερμανικά κείμενα μετά το ξέσπασμα της Επανάστασης“[4]. Η συγκέντρωση γνώσεων και πληροφοριών για τα ελληνικά πράγματα, δύο περίπου γενιές πριν το 1821, διαμόρφωσε μία εικόνα για την Ελλάδα και ένα κίνημα συμπαράστασης. Σε ό,τι αφορά τους κύκλους της διανόησης στη Γερμανία, ο Thiersch βρίσκεται μαζί με τον καθηγητή φιλοσοφίας στο Königsberg, Wilhelm Traugott Krug (1770 – 1842) στην πρώτη γραμμή του αγώνα υπέρ της Ελλάδας. Μάλιστα ο Krug ήταν ο πρώτος Γερμανός λόγιος που τάχθηκε δημόσια υπέρ της ελευθερίας των Ελλήνων. Το Πάσχα του 1821 κυκλοφόρησε προκήρυξη με θέμα “Η αναγέννηση της Ελλάδας” (Griechenlands Wiedergeburt) και έκανε έκκληση για στήριξη του ελληνικού αγώνα. Μάλιστα τόνιζε ότι “η κυριαρχία των Τούρκων δε μπορεί να θεωρηθεί με κανέναν τρόπο νόμιμη, είναι απλά παράνομη … τίποτε δε μπορεί να θεμελιώσει νομικά την επικράτηση ενός λαού έναντι ενός άλλου”.[5] Η προκήρυξη του κυκλοφόρησε και πέραν των γερμανικών συνόρων (Πολωνία, Ολλανδία), ενώ στα ελληνικά κυκλοφόρησε με μορφή χειρογράφου και δημοσιεύθηκε ανώνυμα μόλις το 1861.[6]

Τις ίδιες θέσεις είχε υιοθετήσει και ο Thiersch, η σκέψη και κοσμοθεωρία του οποίου είχαν διαμορφωθεί από τον πολιτικό προτεσταντισμό, τον φιλελευθερισμό, το νεοανθρωπισμό και τον χριστιανισμό του. Στην προκήρυξη του “Η σωτηρία της Ελλάδας, η υπόθεση της υπόχρεης Ευρώπης”, προπαγάνδιζε τη θέση του υπέρ του ελληνικού Αγώνα, στηριζόμενος σε ένα επιχείρημα χρέους απέναντι στην Ελλάδα. Η Ευρώπη όφειλε την καταγωγή και πρόοδο της στην αρχαία Ελλάδα, και τώρα θα έπρεπε να ανταποδώσει την ευγνωμοσύνη της στους απογόνους της. Στην ελληνική Επανάσταση έβρισκε την ιδανική ευκαιρία για την αποπληρωμή του ηθικού τους χρέους, την οποία οι συμπατριώτες του ολόψυχα έπρεπε να εκμεταλλευτούν.

Από τις γραμμές της εφημερίδας Augsburger Allgemeine Zeitung, ο Thiersch επιδίωκε, με το κύρος ενός από τους πολυτιμότερους συνεργάτες της, να ενημερώνει το γερμανικό κοινό για τα ελληνικά πράγματα και να ξιφουλκεί υπέρ των ελληνικών δικαίων. Διατηρούσε ένα δίκτυο επαφών στην Ελλάδα, ώστε να ενημερώνεται πρωτογενώς. Μέσω της σειράς άρθρων του στην εφημερίδα Augsburger Allgemeine “Von der Isar” (από τον Ίσαρ, 2/6 – 17/9/1821), συγκρούεται ανοικτά με τις θέσεις του “Αυστριακού Παρατηρητή“ (Österreichischer Beobachter), την ανθελληνική εφημερίδα, όργανο του Metternich. Tα “επικίνδυνα επαναστατικά παιχνίδια” του καθηγητή Thiersch στο ζοφερό πολιτικό κλίμα της Γερμανίας πριν τον Μάρτιο του 1848, θέτουν τη ζωή και την υπόληψή του σε άμεσο κίνδυνο. Βρίσκεται στο στόχαστρο της αυστριακής αστυνομίας, ενώ ακόμη πιο εχθρική και καχύποπτη είναι η κυβέρνηση της Πρωσίας. Το φλογερά μαχητικό του πνεύμα ωστόσο δεν κάμπτεται, και στις 18/9/1821 κάνει έκκληση για τη δημιουργία μιας Φιλελληνικής, Γερμανικής Λεγεώνας. Με οξύ τρόπο αντιδρά στην πρότασή του ο Πρώσος υπουργός εξωτερικών, Christian Günther von Bernstorff (1769–1835), εγκαλώντας τον καθηγητή δημόσια για “αναίδεια και πλήρη παρανόηση των καθηκόντων του”. Η πρωσική κυβέρνηση διέκρινε τον πραγματικό κίνδυνο, ότι η ενίσχυση του φιλελληνικού ρεύματος θα μπορούσε να αποτελέσει μοχλό πίεσης εναντίον του καθεστώτος και για πλήθος άλλων εσωτερικών ζητημάτων. Εξ ου και η φίμωση του Τύπου στην Πρωσία σε ό,τι αφορούσε το ελληνικό ζήτημα.[7] Νιώθοντας την ανάγκη να αυτοπροστατευθεί, ο Θείρσιος αποκήρυξε εικονικά τα σχέδια του στην Allgemeine Zeitung, δίχως στην πραγματικότητα να εγκαταλείπει τον φιλελληνικό του αγώνα.[8]

Κατά τους σχεδιασμούς του Thiersch, η δημιουργία και η πολεμική εμπλοκή μιας γερμανικής λεγεώνας στην Ελλάδα θα έβρισκε χρηματοδότηση από τα Φιλελληνικά Κομιτάτα, με το Μόναχο να αποτελεί το κεντρικό σημείο συντονισμού για την συλλογή της βοηθείας. Προκειμένου να υλοποιηθεί η πρότασή του, ήρθε σε επαφή με Έλληνες της Τεργέστης και της Βιέννης και με πατριώτες, όπως π.χ. ο Θεοχάρης Κεφαλάς. Ο βασικός υποστηρικτής των ιδεών του, τόσο στη θεωρία, όσο και στην πράξη, ήταν ο Βαυαρός μονάρχης Λουδοβίκος Α´. Όταν όμως η αυστριακή αστυνομία έλαβε γνώση των σχεδίων του τον Ιούλιο του 1821, η εκτέλεση του εγχειρήματος του ανεστάλη. Αρχικός στόχος ήταν η αποστολή γερμανικού στρατιωτικού σώματος, με έναν στρατηγό που θα εκτελούσε τις διαταγές της ελληνικής κυβέρνησης, και το οποίο θα αναλάμβανε τη στρατιωτική εκπαίδευση των Ελληνικών στρατεύσιμων. Τελικά, σχηματίσθηκε Γερμανική Λεγεώνα από στρατιωτικά ανεκπαίδευτους εθελοντές, η οποία έφθασε στην Ελλάδα το Νοέμβριο του 1822. Παρά τις υψηλές προσδοκίες για την προσφορά της στον Αγώνα, δεν πραγματοποίησε κανέναν από τους στόχους της και αυτοδιαλύθηκε λίγο αργότερα.

Ο Θείρσιος επιχείρησε εκ νέου να θέσει σε εφαρμογή τα σχέδιά του στα τέλη 1825 – αρχές 1826, όταν αντιλήφθηκε ότι το κλίμα στην Ευρώπη μεταστρέφεται θετικά υπέρ των Ελλήνων. Αν και η φιλοδοξία του δεν ικανοποιήθηκε, πέτυχε εν τούτοις την ίδρυση ενός συλλόγου για τους Έλληνες στο Μόναχο, κατά το πρωσικό πρότυπο. Ο σύλλογος του Μονάχου αναλάμβανε τη συλλογή και αποστολή χρηματικών ποσών στη Φιλελληνική Επιτροπή του Παρισιού. Ο Λουδοβίκος διέθετε μεγάλα ποσά για τον Ελληνικό Αγώνα. Ενδιαφερόταν προσωπικά για τους Έλληνες που διέμεναν στη Βαυαρία, απένειμε υποτροφίες σε Έλληνες σπουδαστές του Μονάχου και παρακολουθούσε την πρόοδό τους. Χάρη στη μεσολάβηση του Thiersch, έφθασαν στο Μόναχο ως υπότροφοι της Στρατιωτικής Σχολής, οι Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής (1809-1892) και Σκαρλάτος Σούτσος (1806-1887). Ο Λουδοβίκος υιοθέτησε την πρόταση του Thiersch για παραχώρηση της Salvatorkirche στην ελληνική κοινότητα του Μονάχου και τη συνακόλουθη μετατροπή του ναού από καθολικό σε ορθόδοξο. Το 1826 έστειλε μία αντιπροσωπεία δώδεκα Βαυαρών στην Ελλάδα υπό την καθοδήγηση του αντισυνταγματάρχη Carl Wilhelm von Heideck (1788–1861), με σκοπό την οργάνωση τακτικού στρατού και την ανάληψη πολεμικών δράσεων υπό ελληνικές διαταγές.

Όταν ο Heideck αποχώρησε από την Ελλάδα, βαριά κτυπημένος από ελονοσία, δημιουργήθηκαν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, ώστε να επισκεφθεί ο Φιλέλληνας Θείρσιος και να γνωρίσει την πατρίδα των ιδανικών του. Η θέση που άφηνε πίσω του ο Heideck κενή, έπρεπε να καλυφθεί από  κάποιο άλλο, έμπιστο πρόσωπο του Λουδοβίκου Α. Ο Λουδοβίκος εμπιστευόταν τoν Τhiersch για ζητήματα παιδείας και πολιτικής στη Βαυαρία, ενώ αυτός διέθετε επιπλέον ένα πολύ δυνατό πλεονέκτημα. Την ελληνομάθειά του, η οποία τον καταστούσε μοναδικό σύμβουλο του επί των ελληνικών ζητημάτων στη βασιλική αυλή. Στις 21 Αυγούστου 1831 αναχώρησε με μια άμαξα για την Τεργέστη, από όπου θα έπλεε προς την Ελλάδα. Η επίσημη αιτιολόγηση του ταξιδιού του ήταν η διεξαγωγή αρχαιογνωστικής έρευνας, αποκρύπτοντας τους πολιτικούς στόχους της αποστολής. Φθάνει στην Ελλάδα μερικές μόνο ημέρες πριν τη δολοφονία του Καποδίστρια (27 Σεπτεμβρίου 1831) με σκοπό να μεταφέρει την εικόνα της πολιτικής και οικονομικής κατάστασης του αναδυόμενου ελληνικού κράτους στη βαυαρική αυλή.

Ο Friedrich Thiersch έφθασε στην Ελλάδα πριν την έλευση του Όθωνα, και μάλιστα είναι ο πρώτος Γερμανός φιλόλογος που ήλθε στη χώρα.[9] Παρέμεινε στην Ελλάδα από τις 14 Σεπτεμβρίου 1831 ως τις 4 Σεπτεμβρίου 1832. Τις εντυπώσεις του στην Ελλάδα αποτύπωσε στο δίτομο έργο του “De l’état actuel de la Grèce et des moyens d’arriver à sa restauration”(1833).

 

Friedrich Thiersch, De l’état actuel de la Grèce et des moyens d’arriver à sa restauration, Leipzig 1833 (1828 – 1833)

 

Με το ξεκίνημα της οθωνικής περιόδου έφθασε από τη Γερμανία ένα πλήθος ζωγράφων, αρχιτεκτόνων και αρχαιογνωστών στην Ελλάδα, “επανορθώνοντας“ για την αξιοσημείωτη απουσία Γερμανών περιηγητών στη διάρκεια των 17ου και 18ου αιώνα.

Η δια ζώσης γνωριμία του με τους Έλληνες δεν ανέτρεψε τα φιλελληνικά του αισθήματα, που ως τη στιγμή της άφιξης του σχετίζονταν με την αγάπη του για τα κλασικά ιδεώδη. Το πνεύμα της αρχαίας Ελλάδας αναγνώριζε στους σύγχρονους Έλληνες, στους οποίους διέκρινε έντονη φιλομάθεια. Αντιστοίχιζε την εσωτερική τους ομορφιά με το εξωτερικό κάλλος, το οποίο έβλεπε σε άντρες και γυναίκες – ομορφιά που ονομάζει κλασική, που συναντά “στα βουνά της ηπειρωτικής Ελλάδας και στις οικογένειες των καπεταναίων και προκρίτων”[10]. Ως καθοριστικό παράγοντα για την ανάπτυξη των διανοητικών τους ικανοτήτων, την ανδρεία και τη δίψα τους για μάθηση, θεώρησε την επενέργεια του κλίματος[11]. Η επαφή του με τους νεότερους Έλληνες επιβεβαίωσε την αντίληψη του για την αδιάκοπη συνέχεια του ελληνισμού δια μέσου των αιώνων. Για αυτόν το λόγο θα γίνει σφοδρός πολέμιος των θέσεων του Fallmerayer: σε άρθρο του στην Allgemeine Zeitung θα του απευθύνει ευθέως το ερώτημα «Είναι ο Όθων βασιλεύς των Ελλήνων ή των Σλάβων;» (28.10.1835), ενώ λίγες μέρες αργότερα, θα επιτεθεί στον οπαδό του Fallmerayer, αντιβασιλέα Ludwig von Maurer, για το σύγγραμμα που εξέδωσε για τον ελληνικό λαό (01.11.1835)[12].

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Thiersch έτρεφε μεγάλη αγάπη και σεβασμό για τους Έλληνες. Η αντίθεση του με τον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδας, Ιωάννη Καποδίστρια (1776-1831), και η σύνδεση του στην Ελλάδα με αντικαποδιστριακούς κύκλους, ίσως συνέβαλαν στην παραγνώριση του Φιλελληνισμού του. Αξίζει να αναφερθούμε εν συντομία στις πολιτικές θέσεις του, προκειμένου να σχηματίσουμε μία νηφάλια εικόνα για τον ίδιο. Ένα γεγονός λ.χ. που λύπησε πολιτικούς κύκλους στη Γερμανία και την Ευρώπη, ήταν ότι ο Thiersch δε συμπεριλήφθηκε ως μέλος της τριμελούς Αντιβασιλείας του Όθωνα, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος συνέβαλε καθοριστικά στην άφιξη του νεαρού μονάρχη και της Αντιβασιλείας του στο Ναύπλιο το 1833. Οι λόγοι φαίνεται να ήταν πολιτικοί, καθώς ο επηρεασμένος από τον πολιτικό προτεσταντισμό και πρώιμο φιλελευθερισμό, Θείρσιος, τασσόταν ανοικτά υπέρ ενός φιλελεύθερου, συνταγματικού κράτους, το οποίο θα λειτουργούσε ως τροχοπέδη στον θεσμό της μοναρχίας. Ατυχής ίσως σύμπτωση, αν αναλογισθεί κανείς το βάθος της γνώσης του για τα ελληνικά πράγματα, την ένθερμη υποστήριξη των δικαίων του ελληνικού λαού, αλλά και μία σειρά από μεταρρυθμίσεις δικής του εμπνεύσεως, που καθρεφτίζουν την επίσης πρακτική, πολιτική του ιδιοσυγκρασία: “λιτότητα στον οικονομικό τομέα με συρρίκνωση του δημοσιοϋπαλληλικού προσωπικού και του σώματος των αξιωματικών, ένταξη των αγωνιστών της Επανάστασης στην ελληνική άμυνα χωρίς αλλαγή της παραδοσιακής ενδυμασίας και των εγχώριων όπλων, διανομή της γης στους άκληρους αγρότες και προστασία αυτών από τους μεγαλογαιοκτήμονες.”[13]

Ο Thiersch ήταν μέλος της Φιλόμουσου Εταιρείας από το 1814, στήριζε τα ελληνικά σχολεία στην οθωμανική επικράτεια, και είχε γνωρίσει τους Ιωάννη Καποδίστρια, Ιγνάτιο της Ουγγροβλαχίας,  Άνθιμο Γαζή και Αδαμάντιο Κοραή. Ο Κοραής τον έπεισε για τη δημιουργία του Athenäum, ενός οικοτροφείου για νεαρούς Έλληνες, το οποίο ιδρύθηκε μεταξύ 1815 – 1817 στο Μόναχο. O Thiersch φέρεται να είναι επίσης ο μεταφραστής του μυθιστορήματος του Αλεξάνδρου Σούτσου “Ο εξόριστος” (1831) στα γερμανικά. Πρόκειται για την πρώτη μετάφραση ελληνικού διηγήματος σε ξένη γλώσσα μετά το 1830.[14] Μολονότι το όνομα του μεταφραστή δεν αναφέρεται στη γερμανική έκδοση του κειμένου από το έτος 1837, είναι αρκετά πιθανό αυτή η παράλειψη να συνέβη και πάλι για λόγους αυτοπροστασίας του Thiersch, καθώς στην Πρωσία ήταν persona non grata.

Την τακτική της αποσιώπησης της ταυτότητάς του ακολούθησε ούτως ή άλλως μεταξύ των ετών 1835-1837, οπότε και εντατικοποιήθηκε η σχέση του με την Allgemeine Zeitung, ειδικά όταν αναφερόταν στην πολιτική του Metternich. Και η ίδια η εφημερίδα φρόντιζε για την προστασία του συντάκτη της, για αυτό εξέδιδε τα άρθρα του ανυπόγραφα. Ένας άλλος τρόπος του Τhiersch να διαφύγει της λογοκρισίας που του είχε επιβληθεί, ήταν να δημοσιεύει επιστολές από την Ελλάδα προς τη σύζυγό του στο λογοτεχνικό περιοδικό του εκδοτικού Οίκου Cotta, “Morgenblatt für gelehrte Stände”, στις οποίες μετέφερε πληροφορίες για την κατάσταση στην Ελλάδα. Με αυτόν τον τρόπο εξακολουθούσε να ενημερώνει το κοινό του χωρίς να γίνεται απροκάλυπτα στόχος του καθεστώτος.[15]

Στην πολύπλευρη προσφορά του προς την Ελλάδα ας προστεθεί και η δράση του στη χώρα μας ως αρχαιολόγος. Αλλο ένα τεκμήριο της αγάπης του. Κατά τη διάρκεια της μονοετούς παραμονής του ολοκλήρωσε πολλές μικρές ανασκαφές στο Άργος, το Ηραίον του Άργους, τις Μυκήνες, την Τίρυνθα, τη Νεμέα, την Αίγινα και τους Δελφούς. Εκτός από τον δεδομένο του ενθουσιασμό για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, ενδιαφέρθηκε για τα βυζαντινά και νεότερα μνημεία, στους τόπους τους οποίους επισκέφθηκε, ενώ φρόντιζε να ενημερώνεται και για περισσότερο πρόσφατα ιστορικά γεγονότα.

Το 1841 τιμήθηκε με τον τίτλο του Ανώτερου Ταξιάρχη (Großkomtur) από το ελληνικό Τάγμα του Σωτήρος (Erlöser Orden), πρώτος αρχηγός του οποίου ήταν ο βασιλέας Όθων της Ελλάδας. Όταν επέστρεψε στην Βαυαρία, διετέλεσε από το 1848 έως το 1859 Πρόεδρος της Βαυαρικής Ακαδημίας Επιστημών. Το 1855 εξελέγη μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών. Το 1855 του απονεμήθηκε το παράσημο του Τάγματος της Αξίας του Βαυαρικού Στέμματος και απέκτησε τον τίτλο του ιππότη (Ritter).

O Friedrich Wilhelm Ritter von Thiersch πέθανε στο Μόναχο στις 25 Φεβρουαρίου 1860. O τάφος του βρίσκεται στο Παλαιό Νότιο Κοιμητήριο του Μονάχου (Alter Südlicher Friedhof).

 

O Τάφος του Friedrich Wilhelm Thiersch στην Γερμανία

 

Το όνομα του έχει δοθεί προς τιμήν του στην οδό Thierschstrasse στο Μόναχο, ενώ στην Αθήνα η οδός Θειρσίου κοντά στην πλατεία Αττικής, θυμίζει ακόμη στους Έλληνες την προσφορά του φλογερού εκείνου προμάχου του Ελληνικού Αγώνα.

Η ΕΕΦ και η Ελλάδα θα τιμούν αιώνια τον μεγάλο αυτό άνθρωπο του πνεύματος και Φιλέλληνα.

 

Παραπομπές

[1] Πρβλ. Selbmann, σ. 1.
[2] https://www.deutsche-biographie.de/sfz82498.html
[3] Τurczynski, σ. 11.
[4] Grimm, σ. 30, παρατίθεται στο: Τurczynski, σ. 11.
[5] Τράκα, σ. 53.
[6] Ο.π., σ. 54.
[7] Πρβλ. Λάσκαρι, σ. 31-34.
[8] Τράκα, σ. 56.
[9] Σπηλιοπούλου, σ. 2, 3.
[10] Κεφαλίδου, σ. 135 – 136.
[11] Ο.π., σ. 142.
[12] Σπηλιοπούλου, σ. 11.
[13] Παππάς
[14] Dimadis, σ. 1.
[15] Πρβλ. Σπηλιοπούλου, σ. 1.

 

Πηγές και Βιβλιογραφία

  • deutsche-biographie.de
  • Dimadis, Konstantinos A., „Friedrich Thiersch und die Voraussetzungen für die erste Übersetzung eines griechischen Romans im deutschsprachigen Raum nach 1830: Der Verbannte von 1831 von Alexandros Soutsos“, στο Blume, H.- D. und Lienau, C. (Hg): Choregia, Münstersche Griechenland-Studien (2010)
  • Grimm, Gerhard, „Griechenland in Forschung und Lehre an den deutschen Universitäten vor der Ausbruch des griechischen Unabghängigkeitskrieges“, στο: Philhellenismus & die Modernisierung, σ. 29 – 46.
  • Κεφαλίδου, Σεβαστή, Πώς βλέπουν οι Ευρωπαίοι Φιλέλληνες Περιηγητές και τεχνοκράτες τους υπόδουλους Έλληνες και την ελληνική πραγματικότητα (κοινωνία – πολιτική- παιδεία). Μεταπτυχιακή εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2005
  • Konstantinou, Εvangelos, Griechenlandbegeisterung und Philhellenismus, Europäische Geschichte Online, 22-10-2012
  • Παππάς, Γιάννης, Friedrich Thiersch: Ο βίος και το έργο ενός κορυφαίου και αδικημένου Φιλέλληνα, bavaria.de, 25.04.2019
  • Selbmann, Rolf, Kefes, Peter, „Friedrich Thiersch und der Neuhumanismus in Altbayern. Wahrheit & Legende.“, Wilhelmsgymnasium München, Jahresbericht 1991/92, σ. 94- 121.
  • Σπηλιοπούλου, Ιωάννα, Το ταξίδι του Ειρηναίου Θειρσίου στην Ελλάδα (1831-1832) µέσα από την αλληλογραφία του µε τη γυναίκα του ως πηγή µαρτυρίας για τις ιδεολογικές διενέξεις αναφορικά µε τις ρίζες του ελληνικού πολιτισµού, Ευρωπαϊκή Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών, eens.org.
  • Τράκα, Θεολογία, H Ελλάδα και ο Ελληνικός Αγώνας για την Ανεξαρτησία μέσα από τη γερμανόφωνη πεζογραφία της δεκαετίας του 20 κατά τον 19ο αιώνα. Διδακτορική Διατριβή. Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Κέρκυρα, 2012.
  • Turczynski, Emmanuel, Anmerkungen zu den wechselseitigen Kulturbeziehungen, στο: Hänsel, Bernhard, Die Entwicklung Griechenlands & die deutsch-griechischen Bezierhungen im 19. & 20. Jahrhundert, Verlag Otto Sagner, München 1990, σ. 9-21.