Ο Βαρόνος Friedrich Eduard von Rheineck (1796-1854). Πίνακας του Γεωργίου Ροϊλού, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα

 

Ο Βαρόνος Friedrich Eduard von Rheineck (φον Ράϊνεκ) γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 1796 στο Πότσνταμ της Πρωσίας. Έλαβε μέρος στους Ναπολεοντείους Πολέμους εναντίον του Ναπολέοντα ως αξιωματικός του Πρωσσικού Ιππικού.

Από την έναρξη της Επανάστασης του 1821, εκδήλωσε το ενδιαφέρον του για τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων και συμμετείχε με ενθουσιασμό στα φιλελληνικά κομιτάτα που ιδρύθηκαν στην Γερμανία. Σύντομα αποφάσισε να μεταβεί στην Ελλάδα και να πολεμήσει ως εθελοντής.

Το 1822 το Φιλελληνικό Κομιτάτο του Κόμπλεντς του ανέθεσε να ταξιδεύσει στην Ελλάδα και να μεταφέρει σημαντική οικονομική βοήθεια που είχαν συγκεντρώσει οι φιλέλληνες του Κόμπλεντς για την ενίσχυση της Ελληνικής Επανάστασης. Έφθασε στην Κόρινθο και σύντομα ανέλαβε καθήκοντα υπασπιστή του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου στο Μεσολόγγι. Μάλιστα συμμετείχε ενεργά στην υπεράσπιση του Μεσολογγίου, κατά την πρώτη πολιορκία του 1822[1] , όπου και διακρίθηκε.

Κατά την διάρκεια της υπηρεσίας του στην Ελλάδα, ο von Rheineck τιμήθηκε για την ανδρεία του και έλαβε το 1822 τον βαθμό του ταγματάρχη και το 1826 τον βαθμό του συνταγματάρχη του Ελληνικού Στρατού.

Η Ελληνική Διοίκηση του χορήγησε ήδη από τον Ιούνιο του 1823 την Ελληνική υπηκοότητα, όπως και σε άλλους επιφανείς Φιλέλληνες[2].

Το ψήφισμα με το οποίο χορηγείται η Ελληνική υπηκοότητα στον von Rheineck και σε λοιπούς επιφανείς Φιλέλληνες

Ο Βαρόνος von Rheineck συμμετείχε σε σημαντικές πολεμικές επιχειρήσεις σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης. Το 1825 – 1827 υπηρέτησε στο Ναύπλιο[3]. Το 1828 ανέλαβε καθήκοντα στην Αίγινα. Στη συνέχεια, στάλθηκε το ίδιο έτος από τον Ι. Καποδίστρια με στρατό στην Γραμβούσα της Κρήτης ως τις αρχές του 1829. Εκεί διηύθυνε τις επιχειρήσεις των Ελληνικών δυνάμεων μέχρι το 1829 και συνέβαλε στην πάταξη της πειρατείας και στην ασφαλή διαπεραίωση Κρητών στην Πελοπόννησο[4]. Μετά τον θάνατο του Ι. Καποδίστρια, ο von Rheineck, που είχε τότε τον βαθμό του συνταγματάρχη, ανέλαβε τον Απρίλιο του 1832 καθήκοντα διοικητή της Στρατιωτικής Σχολής. Το 1834, η Σχολή έλαβε την τελική της μορφή και ονομάσθηκε Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων[5] . Ο von Rheineck παρέμεινε στην θέση αυτή μέχρι το 1840.

Κατόπιν, υπηρέτησε ως Φρούραρχος και στρατιωτικός διοικητής του Ναυπλίου το 1843[6]. Τον Φεβρουάριο του 1840, εν τω μεταξύ, προήχθη σε ταξίαρχο και διορίσθηκε στο Αναθεωρητικό Στρατοδικείο, στο οποίο ανέλαβε καθήκοντα Προέδρου το 1849.

Απεβίωσε την 26η Οκτωβρίου 1854 στην Αθήνα ως πρόεδρος του Αναθεωρητικού Στρατοδικείου, φέρων τον βαθμό του υποστρατήγου του Ελληνικού Στρατού. Λίγους μήνες προ του θανάτου του, ο παλαιός του συναγωνιστής και υπουργός στρατιωτικών στην κυβέρνηση Μαυροκορδάτου, Δημήτριος Καλλέργης, τον προήγαγε σε επίτιμο στρατηγό[7].

Ο τάφος με το οικόσημο της οικογενείας του, βρίσκεται στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών[8].

Ο Βαρόνος Frederick Edward von Rheineck τιμήθηκε για τη δράση του με τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος των Ιπποτών του Σωτήρος και με το Αργυρούν Αριστείο του Αγώνος[9].

Από το γάμο του με την αδερφή του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, Ευφροσύνη Μαυροκορδάτου[10], απέκτησε πέντε παιδιά. Η κόρη του, Βιλελμίνη Rheineck, διορίσθηκε τον Ιανουάριο του 1851 κυρία της Τιμής της βασίλισσας Αμαλίας. Έμεινε στη θέση αυτή τρία χρόνια και κατόπιν έφυγε, για να παντρευθεί τον Αριστείδη Βαλτατζή, τραπεζίτη από την Κωνσταντινούπολη[11]. Επίσης, ο γιός του Αριστείδης Rheineck (1834-1913), έφθασε στον βαθμό του υποναυάρχου του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού.

Ο Αριστείδης Rheineck, συμμετείχε στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Τον Ιανουάριο του 1897 ανέλαβε την διοίκηση του νεότευκτου θωρηκτού «Ύδρα» και θωρηκτής μοίρας στην οποία συμμετείχαν και τα πολεμικά πλοία «Μυκάλη» και «Πηνειός». Ο Αριστείδης Rheineck διέσωσε το αρχείο του πλοιάρχου Λεωνίδα Παλάσκα, το οποίο δώρισε στο Υπουργείο Ναυτικών[12].

Ο Βαρόνος von Rheineck ήταν ένας μεγάλος Φιλέλληνας, με σημαντική και πολυεπίπεδη προσφορά, που πολιτογραφήθηκε Έλληνας. Η οικογένειά του συμμετείχε σε όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες της Ελλάδας. Η ΕΕΦ τιμά τον μεγάλο αυτό Φιλέλληνα.

 

Παραπομπές

[1]  Περιοδικό ‘’Εβδομάς’’, Αθήνα, Έτος Α’(1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη ,Αθήνα, 1884, σελ.45.

[2]https://paligenesia.parliament.gr/page.php?id=654 . https://paligenesia.parliament.gr/page.php?id=5224

[3] Τράιμπερ, Ερρίκος, ‘’Αναμνήσεις από την Ελλάδα 1822-1828’’, επιμ. δρ. Χρήστος Ν. Αποστολίδης, ιδ. εκδ., Αθήνα, 1960, σελ. 75.

[4] Περιοδικό ‘’Εβδομάς’’, Αθήνα, Έτος Α’(1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη, Αθήνα, 1884, σελ.46. Επίσης, βλ. https://de.wikipedia.org/wiki/Agriolidis .

[5] Ιστοσελίδα της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων.

[6] Περιοδικό ‘’Εβδομάς’’, Αθήνα, Έτος Α’(1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη ,Αθήνα, 1884, σελ.46.

[7] Βλ. στο ίδιο.

[8] http://pandektis.ekt.gr/pandektis/handle/10442/163484

[9] Περιοδικό ‘’Εβδομάς’’, Αθήνα, Έτος Α’(1884), τόμος Α’ αρ. 1. (χωρίς ημερ.) ως και αρ. 27, 2 Σεπτεμβρίου 1884, εκδ. Κορίννη ,Αθήνα, 1884, σελ.46.

[10] Klenze, Leo von, ‘’ Aphoristische Bemerkungen gesammelt auf seiner Reise nach Griechenland’’, εκδ. G. Reimer, Βερολίνο, 1838, σελ. 156.

[11] https://archive.org/stream/amaliahvasiliss00alimgoog/amaliahvasiliss00alimgoog_djvu.txt

[12] Βικιπαιδεία. Επίσης, βλ. http://www.ghika.net/

 

Βιβλιογραφία – Πηγές