
Ο Camille Alphonse Trézel. Λιθογραφία του 19ου αιώνος
Ο Camille Alphonse Trézel ήταν Γάλλος Στρατηγός που γεννήθηκε στο Παρίσι στις 5 Ιανουαρίου του 1780. Ο πατέρας του ονομάζονταν Pierre Jean Baptiste Antoine Auguste Trézel και η μητέρα του Magdeleine Victoire Payen.
Ο Trézel ήταν γιος εμπόρου. Εγκατέλειψε όμως το εμπόριο για να ξεκινήσει το 1801 μία στρατιωτική καριέρα, και μάλιστα στον ιδιαίτερο κλάδο των μηχανικών γεωγράφων. Το 1803 ήταν ήδη ανθυπολοχαγός. Το 1804 υπηρέτησε στην Ολλανδία και το επόμενο έτος ονομάσθηκε βοηθός μηχανικός γεωγράφος. Το 1806 συμμετείχε στην εκστρατεία στην Πολωνία, και το 1807-1808 έλαβε μέρος με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού, στην αποστολή του Στρατηγού και Πρέσβη της Γαλλίας, Gardane, στην Περσία. Επέστρεψε το 1809 στη Γαλλία και ακολούθησε τον Στρατηγό Guilleminot στην Ιλλυρία, ως υπασπιστής του. Το 1810 προήχθη σε Λοχαγό και έλαβε μέρος στον πόλεμο στην Καταλονία. Το 1811 υπηρέτησε στη Γερμανία. Το 1812 εστάλη στη Ρωσία και πολέμησε σε διάφορες μάχες. Επέστρεψε στη Γαλλία και έγινε Ταγματάρχης το 1813. Μετά την επιτυχή συμμετοχή του στη μάχη στην πόλη Mayence, προήχθη σε Συνταγματάρχη. Ακολούθως, χρίσθηκε επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου του Στρατηγού Vandamme και τραυματίσθηκε στη μάχη στο Fleurus το 1815. Ονομάσθηκε Ταξίαρχος στις 5 Ιουλίου 1815, όμως, το καθεστώς των Βουρβόνων δεν αναγνώρισε τον βαθμό του. Τέλος, το 1820 – 1823 έλαβε μέρος στον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, όπου και διακρίθηκε. Στην Ελλάδα, ο Trézel έφτασε το 1828, ως υποδιοικητής του Γενικού Επιτελείου του εκστρατευτικού Σώματος του Στρατηγού Maison στο Μωριά.
Όπως είναι γνωστό, ο Στρατηγός Maison είχε υποβάλει πρόταση στον Κυβερνήτη Καποδίστρια για την οργάνωση του ελληνικού Τακτικού Στρατού, με ευθύνη των Γάλλων αξιωματικών του Σώματός του και με έξοδα της γαλλικής κυβέρνησης. Έτσι, ο Συνταγματάρχης Camille Alphonse Trézel, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, ονομάσθηκε Γενικός Διευθυντής των Ελληνικών Τακτικών Στρατευμάτων. Ο Trézel προήχθη από τον Καποδίστρια σε Στρατηγό και ανέλαβε τα νέα του καθήκοντα κατόπιν διατάγματος, την 22α Ιουλίου 1829. Την εποχή εκείνη, η συνολική δύναμη του στρατεύματος ανερχόταν σε 2.688 άνδρες.
Σύμφωνα με το σχετικό διάταγμα που δημοσιεύθηκε στη Γενική Εφημερίδα, ο Στρατηγός Trézel επιφορτίσθηκε, επίσης, με τα καθήκοντα του Γενικού Επιθεωρητή του Τακτικού Σώματος. Αποστολή του ήταν να επιβλέπει την πρόοδο της οργάνωσης, να προτείνει τις μεταθέσεις, τις προαγωγές, τις ηθικές αμοιβές και τις διαμνημονεύσεις, να αποστέλλει εκθέσεις ή αιτήματα στον Κυβερνήτη, να επεξεργάζεται διαταγές επ’ ονόματι του Κυβερνήτη, να επικοινωνεί και να συνεργάζεται με το Γαλλικό στρατηγείο , να υποβάλλει τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στη διοίκηση, κ.ά. Για όλες αυτές τις προσπάθειές του ο Trézel τηρούσε ενήμερη και τη γαλλική κυβέρνηση που χρηματοδοτούσε το στράτευμα.
Ο Trézel, αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, κάλεσε στο επιτελείο του επίλεκτους αξιωματικούς, οι οποίοι προέρχονταν από τη στρατιά του Στρατηγού Maison. Ανάμεσά τους ήταν ο Pellion που ορίσθηκε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, ο Saint Martin, που ανέλαβε τη διαχείριση των πολεμοφοδίων και των χρημάτων που αποστέλλονταν από τη Γαλλία για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών του Στρατού, ο Auguste Guérrin, που ανέλαβε τα καθήκοντα του Στρατιωτικού Υπο-επιμελητή του Ελληνικού Τακτικού Στρατού, και ο Sauquet, που υπηρετούσε ως Στρατιωτικός Επιμελητής.
Ο Στρατηγός Trézel αναδιοργάνωσε το Τακτικό Σώμα το οποίο πλέον περιελάμβανε τις ακόλουθες μονάδες:
α. τέσσερα τάγματα Πεζικού, καθένα από τα οποία αποτελείτο από έξι λόχους,
β. ένα τάγμα Πυροβολικού, αποτελούμενο από τέσσερις Πυροβολαρχίες και μία πεδινή Πυροβολαρχία,
γ. ένα Σώμα Ιππικού, αποτελούμενο από τέσσερις ίλες (δύο λογχοφόρων και δύο τυφεκιοφόρων),
δ. ένα Σώμα Τεχνικού (Οχυρωματοποιίας και Αρχιτεκτονικής),
ε. το Κεντρικό Πολεμικό Σχολείο,
στ. το οπλοστάσιο.
Ο Trézel επέβαλε σε όλους τους στρατιωτικούς τομείς την εφαρμογή των γαλλικών κανονισμών, καθώς και το γαλλικό σύστημα οικονομικής επιμελητείας του Στρατού. Ο Saint Martin δημιούργησε, μάλιστα, και μια σχολή, στην οποία Έλληνες αξιωματικοί μάθαιναν τους γαλλικούς κανονισμούς στρατιωτικής διοικητικής μέριμνας και επιμελητείας. Παράλληλα, ο Trézel ανέθεσε στον Υπολοχαγό Pourchet τη διοίκηση του οπλοστασίου. Επιπλέον, και δεδομένου ότι στον Ελληνικό Στρατό εφαρμοζόταν εξ αρχής η γαλλική ποινική νομοθεσία, συγκροτήθηκε τον Δεκέμβριο του 1828 μόνιμο Στρατοδικείο, το οποίο συνέχισε να εφαρμόζει τον γαλλικό Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα. Όπως ήταν φυσικό, ο Trézel εισήγαγε εξολοκλήρου τους γαλλικούς κανονισμούς και στην εκπαίδευση. Η εκπαίδευση πραγματοποιείτο σε στρατόπεδο στα Μέγαρα, διαρκούσε 40 ημέρες για κάθε στρατιώτη και στηριζόταν κυρίως στις διατάξεις του γαλλικού Κανονισμού Εκστρατείας. Ο ίδιος ο Trézel επέβλεπε τις ασκήσεις των Όπλων και Σωμάτων του Τακτικού Στρατού (Πεζικού, Πυροβολικού και Ιππικού).
Αλλά ακόμη και στο θέμα της στολής του Τακτικού Στρατού, ο Trézel, με άλλη διάταξη, εισήγαγε στολή η οποία ήταν καθ’ όλα όμοια με αυτήν του Γαλλικού Στρατού.
Έτσι, χάρη στις προσπάθειες του Trézel «άπας ο Ελληνικός Τακτικός Στρατός τακτοποιηθείς κατ’ ουδέν διέφερε του Γαλλικού…», όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Χρήστος Βυζάντιος. Όπως αναφέρει η Θεμελή-Κατηφόρη, την εποχή εκείνη στα ελληνικά στρατιωτικά Σώματα τα οποία είχαν οργανωθεί κατά τα γαλλικά πρότυπα, υπηρετούσαν πάνω από 150 Γάλλοι αξιωματικοί.
Επιπλέον, τον Οκτώβριο του 1829 επιβλήθηκε, µε προσωπική πρωτοβουλία του Trézel, η υποχρεωτική στρατολόγηση σε όλες τις επαρχίες του ελληνικού κράτους. Μέχρι τότε, η στρατολόγηση διενεργείτο σε εθελοντική βάση. Όμως ο Trézel είχε εντοπίσει την ανάγκη καλλιέργειας κλίµατος εμπιστοσύνης μεταξύ του Τακτικού Στρατού και της κυβέρνησης, και υπογράμμιζε προς όλες τις κατευθύνσεις ότι ως µικρό κράτος η Ελλάδα, μόνο με έναν ισχυρό εθνικό στρατό θα ήταν υπολογίσιμη.
Ύστερα από άλλη πρόταση του Trézel, θεσπίστηκε ακόμη και ο θρησκευτικός όρκος για τους στρατιωτικούς. Ο Trézel τον θεωρούσε ως ένα μέσο για την αποκατάσταση της στρατιωτικής τάξης και της πειθαρχίας. Όπως επισημαίνει ο Π. Σπυρόπουλος, πίστευε ότι με αυτόν τον τρόπο, λόγω της βαθιάς θρησκευτικής προσήλωσης των Ελλήνων, οι στρατιώτες θα απείχαν συνειδητά από κάθε παράβαση και έκτροπα.
Ο Trézel ήταν Γενικός Διευθυντής του Τακτικού Σώματος και Γενικός Επιθεωρητής, και προήδρευε και της εξεταστικής επιτροπής του Κεντρικού Πολεμικού Σχολείου (Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων στο Ναύπλιο), που είχε μόλις συγκροτηθεί από έναν άλλο Γάλλο αξιωματικό, τον Henri Pauzié Banne. Έτσι, οι εξετάσεις των πρώτων υποψηφίων πραγματοποιήθηκαν τον Οκτώβριο του 1829, ενώπιον του και παρουσία του προξενικού πράκτορα της Γαλλίας. Οι πρώτοι απόφοιτοι, στους οποίους φόρεσε τις επωμίδες ο ίδιος ο Καποδίστριας, συνοδεία του Στρατηγού Trézel, ήταν μόλις οκτώ και εντάχθηκαν όλοι στο Πυροβολικό.

Εύελπις 1829 (αρχείο ΓΕΣ)

Αναπαράσταση της πρώτης απονομής βαθμών στους αποφοίτους της Στρατιωτικής Σχολής της Ελλάδος.
Πέραν των ανωτέρω, ο Στρατηγός Trézel είχε ως έργο του να αξιολογεί και τους υποψήφιους νέους στρατιωτικούς οι οποίοι επιθυμούσαν να εισαχθούν στον Τακτικό Στρατό μέσω της υπηρεσίας τους στο Σώμα των Ακολούθων. Το Σώμα αυτό, που ιδρύθηκε με διάταγμα το ίδιο έτος και μήνα, κύριο σκοπό είχε να προσελκύσει τους γιους των οπλαρχηγών, οι οποίοι αρνούνταν να στείλουν τα παιδιά τους στο Πολεμικό Σχολείο. Οι Ακόλουθοι, έφεραν τον βαθμό, τη στολή και λάμβαναν τον μισθό των υπαξιωματικών του Τακτικού Σώματος. Εκπαιδεύονταν στο Τακτικό Σώμα και, αφού αξιολογούνταν από επιτροπή με επικεφαλής τον Trézel, εντάσσονταν στον Στρατό ως Ανθυπολοχαγοί, ακριβώς όπως και οι απόφοιτοι του Πολεμικού Σχολείου. Το Σώμα των Ακολούθων δεν γνώρισε όμως επιτυχία και τελικά με την πάροδο του χρόνου ο θεσμός καταργήθηκε.
Δυστυχώς, οι σημαντικές προσπάθειες που κατέβαλε ο Στρατηγός Trézel για την αναδιοργάνωση του Στρατού σε όλους τους τομείς τερματίσθηκαν το 1830, λόγω της μεταβολής του πολιτικού κλίματος στη Γαλλία και της ενθρόνισης του Λουδοβίκου Φίλιππου. Η νέα γαλλική Κυβέρνηση έπαυσε τη χορήγηση των 100.000 φράγκων ανά μήνα, μέσω της οποίας καλύπτονταν τα έξοδα του Ελληνικού Στρατού, και ανακάλεσε την πλειονότητα των Γάλλων αξιωματικών που υπηρετούσαν στην Ελλάδα. Ο ίδιος ο Στρατηγός Trézel, σύμφωνα με δημοσίευμα της Γενικής Εφημερίδος, ονομάσθηκε την εποχή αυτή αρχηγός του Γενικού Επιτελείου του Εκστρατευτικού Σώματος του Μωριά και τον Αύγουστο του 1830, κατόπιν εντολής του διοικητού του Σώματος, Schneider, υπέβαλε την παραίτησή από τη Γενική Διεύθυνση του Τακτικού Σώματος. Στην αρχηγία του Τακτικού Σώματος τον αντικατέστησε ο Γάλλος Στρατηγός Gérard.

Ο Camille Alphonse Trézel. Λιθογραφία του 19ου αιώνος.
Ακολούθως, ο Trézel επέστρεψε στη Γαλλία το 1831 και στη συνέχεια, έφυγε για την Αφρική ως επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου του Δούκα De Rovigo. Πολέμησε στην εκστρατεία της Αλγερίας και διακρίθηκε σε όλες τις μάχες στις οποίες συμμετείχε μέχρι το 1835, με εξαίρεση τη μάχη της Μάκτας. Μάλιστα, τραυματίσθηκε σε ορισμένες από αυτές. Επέστρεψε ξανά στη Γαλλία, αλλά το 1836 ανακλήθηκε στην Αλγερία, όπου τραυματίσθηκε αυτήν την φορά σοβαρά, οπότε και αποχώρησε.
Έγινε υποστράτηγος στις 11 Νοεμβρίου 1837 και ακολούθως, ορίσθηκε διευθυντής προσωπικού του Υπουργείου Πολέμου στις 15 Μαΐου 1839. Στις 21 Ιουλίου 1846 εκλέχθηκε στο Γαλλικό Κοινοβούλιο ως Pair de France και στις 9 Μαΐου 1847 έγινε Υπουργός του Πολέμου, καθήκοντα τα οποία διατήρησε μέχρι την 24η Φεβρουαρίου 1848. Με την επανάσταση στη Γαλλία το ίδιο έτος, αποστρατεύθηκε. Τέλος, το 1853 ανεκλήθη στην ενέργεια ως στρατιωτικός διοικητής του Κόμη του Παρισιού, υπηρεσία στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1856. Πέθανε στις 11 Απριλίου 1860.
Στη διάρκεια της καριέρας του, ο Trézel τιμήθηκε με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής στις 12 Φεβρουαρίου 1813 και με το παράσημο του ανώτερου αξιωματικού της Λεγεώνας της Τιμής στις 13 Ιανουαρίου 1837. Είχε τιμηθεί επίσης με το παράσημο της Τάξεως του Ηλίου. Στην Ελλάδα τιμήθηκε με το παράσημο του Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος του Σωτήρα. Υπήρξε επίσης συγγραφέας απομνημονευτικών έργων σχετικών με τις πολεμικές αποστολές του. Οι προσπάθειες του στην Ελλάδα είχαν αδιαμφισβήτητα μεγάλο αντίκτυπο στον ελληνικό Τακτικό Στρατό, καθώς εισήγαγαν τη γαλλική εκπαίδευση και κατάρτιση, τον γαλλικό τρόπο σκέψης και το γαλλικό στρατιωτικό πνεύμα που διατηρήθηκε για πολλά χρόνια και επηρέασε τη μετέπειτα ελληνική στρατιωτική παράδοση.
ΠΗΓΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Biographie Universelle, Ancienne et Moderne, Tome 42, Paris, C. Desplaces, χ.η.
- Correspondance du Comte Capodistrias, Président de la Grèce, Pupliée par E. A. Bétant, Tome 3, Genève-Paris, 1839.
- Norman Tobias, The International Military Encyclopedia, Volume 1, Academic International Press, 1992.
- Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, 1821-1832, τ. 4: Δ΄ εν Άργει Εθνική Συνέλευση, 1828-1829, [τ. 2 των Εθνοσυνελεύσεων], εκδ. Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα 1973.
- Βακαλόπουλος Απόστολος, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, εκδ. ΟΕΔΒ, Αθήνα 1971.
- Βυζάντιος Χρήστος, Ιστορία των κατά την Ελλην. Επανάστασιν εκστρατειών και μαχών και των μετά ταύτα συμβάντων, ων συμμετέσχεν ο Τακτικός Στρατός, από του 1821 μέχρι του 1833, χ.ε., Αθήνα 1901.
- Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, αρ. φ. 53, 31 Ιουλίου 1829 (Παράρτημα), αρ. φ. 56, 17 Αυγούστου 1829, αρ. φ. 61, 11 Σεπτεμβρίου 1829, αρ. φ. 82, 4 Δεκεμβρίου 1829, αρ. φ. 76, 9 Νοεμβρίου 1829 και αρ. 73, 10 Σεπτεμβρίου 1830.
- Ελληνική Πολιτεία, αρ. φ. 89, 25 Αυγούστου 1830.
- Ηλεκτρονική βάση απονεμηθέντων παρασήμων της Λεγεώνας της Τιμής http://wwwcoulture.gouv.fr/documentation/leonore/leonore.htm, Dossier LH/2628/32.
- Θεμελή-Κατηφόρη Δέσποινα, Το γαλλικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα στην περίοδο του Καποδίστρια, 1828-1831, εκδ. Επικαιρότητα, Αθήνα 1985.
- Ιστορία της οργανώσεως του Ελληνικού Στρατού, 1821-1954, εκδ. ΓΕΣ, Αθήνα 1955.
- Καστάνης Ανδρέας, Η Στρατιωτική Σχολή των Ευελπίδων κατά τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της, 1828-1834, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2000.
- Κρεμμυδάς Βασίλης, «Ο Γαλλικός Στρατός στην Πελοπόννησο. Συμβολή στην ιστορία της Καποδιστριακής περιόδου», Πελοποννησιακά, τ. ΙΒ΄ (1976-1977), σσ. 75-102.
- Λαλούσης Χαράλαμπος, «O Ελληνικός Στρατός την περίοδο του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια (1828-1831)», Στρατιωτική Επιθεώρηση, τ. 2 (2000), σσ. 31-41.
- Σπυρόπουλος Παναγιώτης., «Η επίδραση της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής στη διαμόρφωση της ελληνικής στρατηγικής σκέψης (1830-1939)», ΓΕΣ/ΔΙΣ, Οι πολιτικοστρατιωτικές σχέσεις Ελλάδας-Γαλλίας (19ος-20ος αι), Αθήνα, ΔΙΣ, σσ. 167-193.